Μήλον της έριδος αποτελεί τους τελευταίους μήνες η αποκλειστική πώληση των φαρμάκων, για τη χορήγηση των οποίων δεν απαιτείται ιατρική συνταγή (μη συνταγογραφούμενα φάρμακα), όπως παυσίπονα, βιταμίνες, αντιπυρετικά, μια αγορά δηλαδή 260 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με τα στοιχεία των λιανικών πωλήσεων από την IMS.
Όπως όλα δείχνουν, η αγορά των μη συνταγογραφούμενων θα ανοίξει τελικά τον Σεπτέμβριο, καθώς η προηγούμενη ηγεσία είχε δώσει το πράσινο φως για να ξεκινήσει από τα σούπερ-μάρκετ και τα καταστήματα λιανικής, έστω και δοκιμαστικά, η διάθεση αρχικά κάποιων βιταμινών, κατά το πρότυπο και άλλων χωρών της Ευρώπης, όπου η τιμολόγηση και η διάθεση των συγκεκριμένων σκευασμάτων είναι ελεύθερη. Αν και το άνοιγμα εκτιμάται ότι θα γίνει σταδιακά, εντούτοις είναι σαφές ότι ανοίγει ο δρόμος για την πώληση στο εγγύς μέλλον της πλειονότητας των μη συνταγογραφούμενων φαρμάκων από τα καταστήματα λιανικής.
Μάλιστα ήδη καθορίστηκε πλαφόν ανώτερης τιμής για τα μη συνταγογραφούμενα, η οποία θα ισχύει για περίπου δύο χρόνια. Να σημειώσουμε πως η διάθεση σκευασμάτων από τα καταστήματα λιανικής συμπεριλαμβανόταν στις μνημονιακές υποχρεώσεις που αφορούν τον κλάδο της υγείας. Πιο συγκεκριμένα, προβλεπόταν ότι μέχρι το τέλος Ιουνίου το σημερινό σύστημα των προκαθορισμένων περιθωρίων κέρδους θα έπρεπε να αντικατασταθεί με μέγιστο περιθώριο κέρδους και έως το τέλος Σεπτεμβρίου να επιτραπεί η πώληση στα σούπερ-μάρκετ επιλεγμένων προϊόντων.
Αντιδρούν τα φαρμακεία
Η απελευθέρωση της αγοράς των μη συνταγογραφούμενων φαρμάκων και η διάθεσή τους από τα καταστήματα λιανικής δεν θα μειώσουν την τιμή τους υποστηρίζουν από την πλευρά τους οι φαρμακοποιοί, συμπληρώνοντας ότι τα μη συνταγογραφούμενα φάρμακα δεν παύουν να είναι φάρμακα που, σε συνδυασμό με άλλες ουσίες, μπορούν να δημιουργήσουν παρενέργειες και άρα ενέχουν κίνδυνο για τη ζωή των ασθενών.
Την ίδια ώρα αφήνουν ανοιχτό το ενδεχόμενο προσφυγής στο Συμβούλιο της Επικρατείας, όπως ακριβώς έκαναν και στην περίπτωση της πώλησης γάλακτος πρώτης βρεφικής ηλικίας.
Ο «πόλεμος» ωστόσο για την απόκτηση της πώλησης των ΜΗ.ΣΥ.ΦΑ. δεν βρίσκεται στους μέχρι τώρα τζίρους, αλλά στους μελλοντικούς, καθώς η κατανάλωσή τους συνεχώς αυξάνεται, την ώρα που η αξία της πώλησης των άλλων φαρμάκων μειώνεται.
Το ποσοστό κέρδους, από την άλλη, που έχουν τα φαρμακεία από τη διάθεση των φαρμάκων δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητο, αγγίζοντας το 35%.
«Χρυσωρυχείο»
Ο τζίρος τους ωστόσο είναι «θησαυρός», καθώς καταλαμβάνουν περίπου το 5% της συνολικής αξίας των φαρμάκων που πωλούνται στην ελληνική αγορά και το 20%-22% σε αριθμό τεμαχίων. Τα ΜΗ.ΣΥ.ΦΑ., μαζί με όσα φάρμακα βρίσκονται στην «αρνητική λίστα» και δεν αποζημιώνονται από τα ασφαλιστικά ταμεία, πωλούν από 80 έως 90 εκατ. τεμάχια ετησίως, σε μια συνολική αγορά φαρμάκων στα 400 εκατ. τεμάχια.
Ο τζίρος των μη συνταγογραφούμενων φαρμάκων σε παγκόσμιο επίπεδο ξεπερνά τα 73 δισ. ευρώ, παρουσιάζοντας διαρκώς αυξητικές τάσεις, ιδιαίτερα από το 2008 και μετά. Παρά την οικονομική κρίση, η αγορά των ΜΗ.ΣΥ.ΦΑ. συνεχίζει να διευρύνεται, έχοντας ως συμμάχους την εξελισσόμενη φαρμακευτική καινοτομία, τις βελτιωμένες τεχνικές προώθησης και μάρκετινγκ και, σε ό,τι αφορά την Ευρώπη, το ευρύ δίκτυο πώλησής τους.
Σημειώνεται ότι σε 11 από τις 27 χώρες της Ε.Ε. τα μη συνταγογραφούμενα φάρμακα χορηγούνται και από καταστήματα λιανικής. Ακόμα και εκεί όπου διατίθενται ελεύθερα, υπάρχουν περιορισμοί, κυρίως στις θεραπευτικές κατηγορίες. Ήδη η πώλησή τους έχει απελευθερωθεί σε Γερμανία, Ιταλία, Αγγλία, Πολωνία, Τσεχία, Ολλανδία, Ουγγαρία, Σουηδία, Πορτογαλία, Δανία και Νορβηγία, με το μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς να κατέχουν κυρίως οι χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Στη Δανία μάλιστα επιτρέπεται η πώληση μη συνταγογραφούμενων φαρμάκων και μέσω Διαδικτύου, σε πολύ ανταγωνιστικές τιμές.
?μεσα τα οφέλη για την οικονομία συμφωνά με το σύνδεσμο Εταιρειών Φαρμάκων Ευρείας Χρήσης, η μεταρρύθμιση του υφιστάμενου πλαισίου που διέπει τα ΜΗ.ΣΥ.ΦΑ. με σταδιακή απελευθέρωση της διατίμησης της κατηγορίας σχεδόν θα διπλασιάσει σε βάθος τετραετίας το μέγεθος της αγοράς από τα 260 εκατ. ευρώ. που είναι σήμερα, σε περισσότερα από 462 εκατ. ευρώ το 2017. Παράλληλα, εκτιμάται ότι η αλλαγή της διατίμησης μπορεί να ενθαρρύνει σημαντικές επενδύσεις για την εγχώρια παραγωγή ΜΗ.ΣΥ.ΦΑ., γεγονός που θα οδηγήσει στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Πηγή: κεφάλαιο