
Το πρωτόγαλα είναι το πρώτο γάλα που εκκρίνεται από όλα τα θηλυκά θηλαστικά κατά τις πρώτες 4 ημέρες μετά τον τοκετό και παρέχεται στα νεογνά προσφέροντας θρέψη και ανοσία(2). Το βόειο πρωτόγαλα παράγεται από τους μαστικούς αδένες των αγελάδων και έχει χαρακτηριστεί «υγρός χρυσός», καθώς είναι ένα αναδυόμενο θρεπτικό και καινοτόμο θεραπευτικό προϊόν. Όλες οι πληροφορίες για τη δράση, τη δοσολογία αλλά και το προφίλ ασφαλείας του βόειου πρωτογάλακτος περιέχονται στην f-anazitisi και συγκεκριμένα στην ενότητα «Φάρμακο & Συμπληρώματα διατροφής».
Συστατικά & ιδιότητες
Έχει προταθεί πως το βόειο πρωτόγαλα περιέχει περίπου 90 βιοενεργά συστατικά, μεταξύ των οποίων(2,6):
- Αυξημένο ποσοστό πρωτεϊνών με καζεΐνες και πρωτεΐνες ορού γάλακτος, εκ των οποίων η α-λακταλβουμίνη επιδρά στην ανοσολογική δραστηριότητα και τη μείωση της φλεγμονής.
- Υδατάνθρακες, με τους ολιγοσακχαρίτες και τις γλυκοζυλιωμένες πρωτεΐνες να λειτουργούν ως πρεβιοτικά, επηρεάζοντας έτσι το μικροβίωμα του εντέρου.
- Υψηλή συγκέντρωση βιταμινών B2, B12, E και D που σχετίζονται με την οστική ανάπτυξη και την αντιοξειδωτική δράση του πρωτογάλακτος.
- Αυξημένες ανοσοσφαιρίνες (IgG) που, ειδικά μετά την υπερανοσοποίηση των αγελάδων, έχουν ως αποτέλεσμα την παραγωγή εξουδετερωτικών αντισωμάτων για την πρόληψη και τη θεραπεία εντεροπαθητικών λοιμώξεων από Escherichia coli ή ροταϊό.
- Αντιμικροβιακοί παράγοντες όπως η λακτοϋπεροξειδάση και η λυσοζύμη, με δράση κατά των Gram θετικών και των Gram αρνητικών βακτηρίων, καθώς και η λακτοφερρίνη που διαθέτει ανοσοτροποποιητική δραστηριότητα.
- Ανοσορυθμιστές, συμπεριλαμβανομένων των κυτοκινών και της κολοστρινίνης, η οποία έχει αποδειχθεί ότι βοηθά στην καταπολέμηση των υπερβολικών φλεγμονωδών αποκρίσεων.
- Αυξητικοί παράγοντες, όπως οι ινσουλινόμορφοι IGF-1 και IGF-2 που είναι σημαντικοί για τη μεσολάβηση των τοπικών αναβολικών/επιδιορθωτικών επιδράσεων στο έντερο, ο επιδερμικός EGF που βοηθά στην πρόληψη της βακτηριακής μετατόπισης και διεγείρει την ανάπτυξη του εντέρου στα θηλάζοντα νεογνά, οι παράγοντες μετασχηματισμού TGF-α και TGF-β που τονώνουν την ανάπτυξη και επιδιόρθωση του εντέρου κ.ά.
Σύμφωνα με τα παραπάνω και τις σχετικές έρευνες, το βόειο πρωτόγαλα βρίσκει χρήσεις σε φλεγμονώδεις παθήσεις του εντέρου(2,6), στην ανάπτυξη και στην ωριμότητα του γαστρεντερικού σωλήνα στα βρέφη(2), στην ενίσχυση του ανοσοποιητικού συστήματος(2,6) και στην προστασία από λοιμώξεις (ειδικά στους αθλητές).(3,5) Υπό διερεύνηση βρίσκονται οι επιδράσεις του στη διατήρηση της οστικής πυκνότητας(6), στην επιβράδυνση της γήρανσης(4), στη διαχείριση του σακχαρώδους διαβήτη και της υπερχοληστερολαιμίας(6) αλλά και στη χημειοθεραπευτική αποτελεσματικότητα(1,2).
Δοσολογία & προφίλ ασφαλείας
Το βόειο πρωτόγαλα συναντάται ως συμπλήρωμα διατροφής συνήθως με τη μορφή κάψουλας ή σκόνης, όμως κυκλοφορεί και σε υγρή μορφή, με συνιστώμενη δοσολογία 750mg - 1g ημερησίως. Για τις περιπτώσεις λοιμώδους διάρροιας από κρυπτοσπορίδια σε ασθενείς με AIDS, η δοσολογία είναι 10g, 4 φορές ημερησίως για 21 ημέρες. Το βόειο πρωτόγαλα θεωρείται συνήθως ασφαλές στους ανθρώπους, ωστόσο σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να εμφανιστεί ναυτία και μετεωρισμός αρχικά, που μειώνονται με την πάροδο του χρόνου(2). Δεν θα πρέπει να χορηγείται σε ασθενείς με αλλεργία στο γάλα ή δυσανεξία στη λακτόζη, ενώ συνιστάται να αποφεύγεται κατά τη διάρκεια της κύησης και της γαλουχίας. Ειδικότερα, στα βρέφη που θηλάζουν ή τους χορηγείται συμπλήρωμα βόειου πρωτογάλακτος έχουν παρατηρηθεί αυξημένα επίπεδα τυροσίνης στο πλάσμα και περιστατικά μεταβολικής οξέωσης(7).