
Στην τρέχουσα κλινική πρακτική της ογκολογίας είναι καθοριστική η έγκαιρη διάγνωση και οι καρκινικοί δείκτες αναλαμβάνουν αυξανόμενο ρόλο σε όλες τις πτυχές της φροντίδας του καρκίνου, ξεκινώντας από τον προσυμπτωματικό έλεγχο έως την παρακολούθηση μετά τη θεραπεία(3). Στην f-anazitisi και την ενότητα «Μικροβιολογικές εξετάσεις – Ερμηνεία» γίνεται αναφορά στη φυσιολογία των καρκινικών δεικτών, στους τρόπους ανίχνευσής τους, στις φυσιολογικές τιμές αναφοράς και στις κακοήθεις ή καλοήθεις καταστάσεις με τις οποίες σχετίζονται.
Φυσιολογία των καρκινικών δεικτών
Οι καρκινικοί δείκτες περιλαμβάνουν μια ποικιλία ουσιών όπως αντιγόνα κυτταρικής επιφάνειας, κυτταροπλασματικές πρωτεΐνες, ένζυμα, ορμόνες, ογκοεμβρυϊκά αντιγόνα, υποδοχείς, ογκογονίδια και τα προϊόντα τους(3). Μπορούν δε να ταξινομηθούν στις ακόλουθες κατηγορίες ανάλογα με την προέλευσή τους και τον τρόπο που παράγονται:
- Είτε από καρκινικά είτε από φυσιολογικά κύτταρα.
- Από καρκινικά κύτταρα, με εντοπισμό σε διαφορετικούς τύπους όγκων.
- Μόνο από καρκινικά κύτταρα, με ειδικότητα για κάθε τύπο καρκίνου.
Μέθοδοι ανίχνευσης
Η πιο κοινή μέθοδος ανίχνευσης που χρησιμοποιείται σήμερα είναι οι ορολογικές ενζυμικές δοκιμασίες(3). Η ανοσολογική ανίχνευση συνήθως βασίζεται σε μονοκλωνικά αντισώματα που συνδέονται ειδικά με επιτόπους σε καρκινικούς δείκτες και με τη σειρά τους επισημαίνονται για ταυτοποίηση μέσω(3):
- ανοσοϊστοχημείας (IHC)
- ραδιοανοσοδοκιμασίας (RIA)
- ενζυμικής ανοσοπροσροφητικής δοκιμασίας (ELISA).
Πλεονεκτήματα της χρήσης καρκινικών δεικτών
Η ανίχνευση και ο προσδιορισμός των επιπέδων των καρκινικών δεικτών βρίσκουν κύριες χρήσεις στον προσυμπτωματικό έλεγχο και στην έγκαιρη ανίχνευση του όγκου, αλλά και στην παρακολούθηση της ανταπόκρισης στη θεραπεία και πιθανών υποτροπών(2).
Ψευδώς θετικά αποτελέσματα απουσία νεοπλασίας
Οι καρκινικοί δείκτες εντοπίζονται συνήθως σε πολύ χαμηλές συγκεντρώσεις σε υγιή άτομα, αλλά ορισμένες φορές λόγω παθολογικών καταστάσεων, οι συγκεντρώσεις τους μπορεί να αυξηθούν απουσία νεοπλασίας καταλήγοντας σε ψευδώς θετικά αποτελέσματα(4).
Κατά κύριο λόγο, οι μη φυσιολογικές τιμές των καρκινικών δεικτών μπορούν να αποδοθούν σε δύο μηχανισμούς(4):
- Αυξημένη παραγωγή που αποδίδεται σε διεργασίες που επηρεάζουν τους φυσιολογικούς ιστούς από τους οποίους παράγονται.
- Αυξημένη συγκέντρωση λόγω μειωμένης κάθαρσης.
Παραδείγματα καρκινικών δεικτών
Δύο από τους βασικότερους καρκινικούς δείκτες που προτείνονται για προληπτικούς ελέγχους είναι το καρκινικό αντιγόνο 125 (CA125) για τις γυναίκες και το ειδικό προστατικό αντιγόνο (PSA) για τους άνδρες.
- Καρκινικό αντιγόνο 125 (CA125): Το CA125 έχει γίνει ένας από τους σημαντικότερους βιοδείκτες για την παρακολούθηση του επιθηλιακού καρκίνου των ωοθηκών. Ασθενείς με επίπεδα CA125 ορού εντός του εύρους αναφοράς (<35 U/mL) μετά από χειρουργική επέμβαση ή χημειοθεραπεία θεωρείται πως έχουν αναρρώσει πλήρως, ενώ η αύξηση στο διπλάσιο της ελάχιστης τιμής (≥70 U/mL) υποδηλώνει εξέλιξη ή η υποτροπή του όγκου(5). Επιπλέον, το CA125 είναι επίσης ένας διαγνωστικός και προγνωστικός βιοδείκτης για άλλους μη ωοθηκικούς όγκους, όπως ο καρκίνος του τραχήλου της μήτρας, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι μη ειδική ήπια αύξηση παρατηρείται σε καλοήθεις κύστεις των ωοθηκών, ενδομητρίωση, περικαρδίτιδα, κατά την έμμηνο ρύση και τους τελευταίους 3 μήνες της εγκυμοσύνης(1,5).
- Ειδικό προστατικό αντιγόνο (PSA): Τα αυξημένα επίπεδα PSA ορού αντιπροσωπεύουν παθολογίες του προστάτη συμπεριλαμβανομένης της προστατίτιδας, της καλοήθους υπερπλασίας του προστάτη και του καρκίνου του προστάτη. Για την έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου του προστάτη, η τιμή του PSA ορού πρέπει να είναι μεγαλύτερη από 10ng/ml, ενώ η τιμή πολλών ασθενών με ιστολογικά επιβεβαιωμένη καλοήθη υπερπλασία του προστάτη έχει αναφερθεί ότι είναι εντός του εύρους 4-10ng/ml(5). Επιπρόσθετα, ορισμένες μη καρκινικές παθολογίες όπως η φλεγμονή ή το τραύμα, μπορεί επίσης να αυξήσουν το επίπεδο του PSA, γεγονός που οδηγεί σε υψηλό ποσοστό ψευδώς θετικών(5).