Το παρόν και κυρίως το μέλλον της αγοράς φαρμάκου στην Ελλάδα, υπό το πρίσμα των τελευταίων «τεκτονικού τύπου» αλλαγών που επιβλήθηκαν κατά την περίοδο της κρίσης, διερεύνησαν κατά τη διάρκεια ημερίδας που διοργάνωσε η Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Υπαλλήλων Φαρμακευτικών Εργασιών– Συναφών Επαγγελμάτων και Κλάδων (ΠΟΣΥΦΕ-ΣΕΚ), στελέχη του κλάδου των φαρμάκων.
Κατά την διάρκεια της ημερίδας ο ομότιμος καθηγητής Οικονομικών της Υγείας στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας Γιάννης Κυριόπουλος αναφέρθηκε στις αιτίες της δυσανάλογα υψηλής φαρμακευτικής δαπάνης στη χώρα μας (ως ποσοστό του ΑΕΠ, της νοσοκομειακής περίθαλψης και της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας), καθώς και τις αναγκαίες προτεραιότητες για την χάραξη νέας φαρμακευτικής πολιτικής στη χώρα μας. «Η ελληνική πολιτεία και οι εμπλεκόμενοι φορείς, μετά τις «τεκτονικού τύπου» αλλαγές που επιβλήθηκαν στην αγορά φαρμάκου την περίοδο της κρίσης οφείλουν να αναζητήσουν το κατάλληλο μείγμα πολιτικών που θα μετράει την καινοτομία στην φαρμακευτική αγορά και θα τη μεταφράζει σε όρους υγείας και αποτελεσματικότητας, οικονομικής ανταποδοτικότητας και κοινωνικής ισότητας», επεσήμανε. Η αναλογική φαρμακευτική δαπάνη στην Ελλάδα ανέρχεται σε 28,1% στο σύνολο των δαπανών υγείας, έναντι 15,6% στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή στο 2,3% του ΑΕΠ έναντι 1,4% του μέσου όρου στις χώρες της Ε.Ε. Την περίοδο 2009-2015 ενώ η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη μειώθηκε κατά 50%, η ιδιωτική δαπάνη για φάρμακα αυξήθηκε κατά 30,8%.
Παρά τις
δραστικές μνημονιακές παρεμβάσεις, οι σταθμισμένες δαπάνες για φάρμακο το 2014
ήταν 3,92 δισ. ευρώ, έναντι 4,27 δισ. ευρώ το 2009, γεγονός που αποδεικνύει την
ανάγκη αλλαγής πολιτικών. Μια αποτελεσματική πολιτική ελέγχου του κόστους και
συγκράτησης της δαπάνης οφείλει να επικεντρώσει τις παρεμβάσεις της στην
τεχνολογική καινοτομία και την επίδραση της συνασφάλισης.
Καθοριστικός
στην διαμόρφωση μιας ολοκληρωμένης πολιτικής υγείας, είναι ο ρόλος των γιατρών
και της συνταγογράφησης, ενώ η υπερβάλλουσα κρατική παρέμβαση στις τιμές οδηγεί
συχνά σε αντίθετα αποτελέσματα, κυρίως μέσω της υποκατάστασης της φαρμακευτικής
περίθαλψης από την νοσοκομειακή φροντίδα, και κυρίως της μετακίνησης μεγάλου
οικονομικού βάρους στα ίδια τα νοικοκυριά», επεσήμανε ο καθηγητής.