
Οι φαρμακευτικές επιχειρήσεις έχουν φτάσει πια σε οριακό σημείο σύμφωνα με το ψήφισμα της Ετήσιας Τακτικής Γενικής Συνέλευσης του ΣΦΕΕ.
Ειδικότερα, όπως αναφέρει, από το 2022 και μετά το πρόβλημα έχει ενταθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε να παρατηρείται το μοναδικό φαινόμενο στα παγκόσμια χρονικά όπου η κρατική χρηματοδότηση είναι μικρότερη από τις υποχρεωτικές επιστροφές της φαρμακοβιομηχανίας. Πρακτικά η φαρμακευτική περίθαλψη των Ελλήνων χρηματοδοτείται κατά κύριο λόγο από αυτούς που διαθέτουν τα φάρμακα στην αγορά.«Βρισκόμαστε στο μήνα Μάρτιο του 2025 και μόλις πρόσφατα λάβαμε σημειώματα για τα ποσά του clawback 2023, τα οποία μάλιστα έχουν σοβαρά λάθη, ενώ ακόμα δεν έχουμε λάβει κανένα σημείωμα για το 2024.
Η έλλειψη διαφάνειας και σταθερότητας και η συνεχώς ανοδική πορεία των υποχρεωτικών επιστροφών και ειδικά για τα φάρμακα νοσοκομειακής χρήσης μάς προκαλεί έντονο προβληματισμό και ανησυχία, για κάποιες εταιρείες έχει τεθεί θέμα συνολικής βιωσιμότητας. Η καινοτομία τιμωρείται σε ένα κλάδο που προσφέρει τόσα πολλά στο σύστημα υγείας, στην οικονομία, στην έρευνα, στην αγορά εργασίας και στην κοινωνία, με μια υπερβολική υπερφορολόγηση που φρενάρει την ανάπτυξη», αναφέρει ο ΣΦΕΕ.
Η υποχρηματοδότηση της δαπάνης του φαρμάκου -αποτέλεσμα της πολυετούς οικονομικής κρίσης και των μνημονίων- και οι καθυστερήσεις σε έναρξη και αποδοτικότητα σημαντικών διαρθρωτικών μέτρων έχουν οδηγήσει σε υψηλές υποχρεωτικές επιστροφές από τις φαρμακευτικές επιχειρήσεις και δημιούργησαν εμπόδια για την είσοδο νέων φαρμάκων στη χώρα μας. Ως αποτέλεσμα για το χρονικό διάστημα 2020-2023, μόνο 1 στα 5 νέα καινοτόμα φάρμακα, που θα μπορούσαν να έχουν έρθει στην Ελλάδα, κυκλοφόρησαν τελικά στη χώρα μας (σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες μελέτες της IQVIA). Σημειώνεται πως ο φαρμακευτικός κλάδος έχει επιδείξει αξιοσημείωτη προσαρμοστικότητα και ανθεκτικότητα τα τελευταία χρόνια, συμβάλλοντας σημαντικά στην εθνική οικονομία, με 120.000 θέσεις εργασίας και επίδραση στο 3,2% του ΑΕΠ.