Η ιβουπροφαίνη, ένα αντιφλεγμονώδες και αναλγητικό φάρμακο, μπορεί ενδεχομένως να μειώσει τον κίνδυνο θνησιμότητας από καρκίνο του πνεύμονα σε πρώην αλλά και νυν καπνιστές.
Στους επιστημονικούς κύκλους είναι γνωστό από παλαιότερες έρευνες ότι η χρόνια φλεγμονή συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο καρκίνου στον πνεύμονα, οπότε η λήψη μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων, όπως είναι η ιβουπροφαίνη, ενδεχομένως να συνδέεται με τον κίνδυνο θανάτου από το συγκεκριμένο είδος καρκίνου.
Σε μελέτη του Ohio State University, που παρουσιάστηκε στο 17ο Παγκόσμιο Συνέδριο Καρκίνου του Πνεύμονα στη Βιέννη, εξετάστηκε αν η ιβουπροφαίνη θα μπορούσε να ωφελεί ανθρώπους με ιστορικό καπνίσματος.
Οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία για το κάπνισμα, τη λήψη ιβουπροφαίνης ή και άλλων μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων, καθώς και πληροφορίες για τον τρόπο ζωής από 10.735 ενήλικες. Οι συμμετέχοντες παρακολουθήθηκαν για 18 χρόνια περίπου και εξετάστηκαν τα αίτια θανάτου τους.
Στη διάρκεια της έρευνας, 269 από τους συμμετέχοντες πέθαναν από καρκίνο στον πνεύμονα, από τους οποίους οι 252 είχαν ιστορικό καπνίσματος.
Επειδή η πλειοψηφία των περιστατικών καρκίνου στον πνεύμονα ήταν σε πρώην ή νυν καπνιστές, οι ερευνητές υπολόγισαν στη συνέχεια την επίδραση των μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων σε περαιτέρω δείγμα 5.882 ανθρώπων με ιστορικό καπνίσματος και ανακάλυψαν ότι πρώην ή νυν καπνιστές που χρησιμοποιούσαν τακτικά ιβουπροφαίνη είχαν 48% λιγότερες πιθανότητες θανάτου από καρκίνο στον πνεύμονα σε σχέση με όσους δεν χρησιμοποιούσαν το φάρμακο.
Η σχέση μεταξύ θανάτου από καρκίνο του πνεύμονα και χρήσης ασπιρίνης δεν ήταν στατιστικά σημαντική.