Προβληματισμό αλλά και ανησυχία προκαλεί σε πολλούς υποψήφιους για ρινοπλαστική η φήμη ότι μετά την επέμβαση μπορεί να χαθεί η όσφρηση. Είναι όμως υπαρκτός ο κίνδυνος; Σύμφωνα με τους ειδικούς η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση, είτε η συγκεκριμένη επέμβαση πραγματοποιείται για αισθητικούς λόγους είτε για λόγους υγείας.
«Η όσφρηση
είναι κρίσιμη και σημαντική για την καθημερινότητά μας, την αντίληψη του κόσμου
γύρω μας, την προστασία μας, την ποιότητα ζωής μας. Μπορεί να μας
προειδοποιήσει για κάποιο επικείμενο κίνδυνο, όπως η ύπαρξη διαρροής υγραερίου,
ή το καμένο φαγητό στην κατσαρόλα το οποίο θα μπορούσε να γίνει αιτία
πυρκαγιάς, να αποτελέσει το μέσο για την απόλαυση ενός εύοσμου άνθους ή ενός
αρώματος. Χωρίς την όσφρηση είναι απίθανο να διαχωρίσει ο άνθρωπος εάν αυτό που
πίνει είναι νερό ή καφές, την μυρωδιά του οποίου συνθέτουν περισσότερα από 800
διαφορετικά μόρια», μας εξηγεί ο πλαστικός χειρουργός προσώπου – ΩΡΛ Δρ.
Γεώργιος Μοιρέας. Η όσφρηση σχετίζεται με το 80% της γεύσης και γι' αυτό πολλοί
συγχέουν την απώλεια όσφρησης με την απώλεια της γεύσης. Όμως η γλώσσα μπορεί
να διαχωρίσει μόνο το γλυκό, το αλμυρό, το πικρό, το ξινό ή το καυτερό. Η όσφρηση
είναι αυτή που δίνει βασικά την πληροφορία στον εγκέφαλο ώστε να αναγνωρίσει τα
τρόφιμα. Αυτό το γεγονός γίνεται εύκολα αντιληπτό όταν ο άνθρωπος, λόγω
κρυολογήματος, υποφέρει από ρινική απόφραξη οπότε έχει και δυσκολία εκτίμησης
της γεύσης των τροφίμων. Είναι ολοφάνερο λοιπόν πόσο σημαντική είναι στη ζωή
μας η όσφρηση και είναι απολύτως φυσιολογική η ανησυχία για πιθανή απώλειά της.
Το ίδιο που
προκαλείται όταν η μύτη είναι βουλωμένη εξαιτίας ενός κρυολογήματος συμβαίνει
για κάποιο περιορισμένο χρονικό διάστημα και μετά από μια επέμβαση ρινικού
διαφράγματος ή ρινοπλαστικής. Τα κύτταρα των τριχιδίων που βρίσκονται στη μύτη
είναι οι υποδοχείς οσμής που επιτρέπουν την είσοδο των χημικών ουσιών στη μύτη
και τη διάλυση τους στο οσφρητικό επιθήλιο. Για τον λόγο αυτό, οι υποδοχείς της
όσφρησης είναι γνωστοί ως απολήξεις του οσφρητικού νεύρου ή αλλιώς οσφρητικά
νημάτια. Αυτά τα νημάτια φτάνουν από τα ρουθούνια στην κορυφή της βάσης του
κρανίου. Η ύπαρξη οιδήματος εμποδίζει τη λειτουργικότητά τους.
«Το οίδημα
που προκαλεί κάποια επέμβαση στην μύτη πιθανόν να δυσκολεύει τα μόρια της οσμής
να φθάσουν μέχρι το πίσω μέρος της, όπου βρίσκονται εκατομμύρια αισθητήριοι
νευρώνες οι οποίοι ερμηνεύουν τις χιλιάδες μυρωδιές που οσμιζόμαστε κάθε μέρα.
Κι επειδή η όσφρηση είναι τόσο στενά συνδεδεμένη με τη γεύση, οι ασθενείς αμέσως μετά
από μια ρινοπλαστική ή επέμβαση διαφράγματος μπορεί και να έχουν δυσκολία να
γευθούν τα περισσότερα τρόφιμα. Αυτό, όμως, είναι απολύτως φυσιολογικό και
βεβαίως προσωρινό. Τα συμπτώματα υποχωρούν με τη μείωση του ρινικού οιδήματος,
η διάρκεια του οποίου διαρκεί συνήθως 4-5 ημέρες, ενώ δεν ξεπερνά τις 4-6
εβδομάδες. Γι' αυτό δεν υπάρχει απολύτως κανένας λόγος ανησυχίας περί
μετατροπής της κατάστασης σε χρόνια. Η μόνιμη απώλεια της αίσθησης της όσφρησης
όταν η χειρουργική επέμβαση διενεργείται από εξειδικευμένους ρινοχειρουργούς
ουσιαστικά είναι απίθανη, ενώ κάποια σχετική μείωση είναι πιθανή όταν η
επέμβαση δεν εκτελεστεί σωστά», τονίζει ο Δρ.Μοιρέας.
Στην
πραγματικότητα υπάρχει πιθανότητα η ρινοπλαστική να βοηθήσει στη βελτίωση της
όσφρησης, εάν αποκαταστήσει πιθανά ρινικά προβλήματα που εμποδίζουν τη
φυσιολογική αναπνοή από τη μύτη. Η διόρθωση αυτών απελευθερώνει τις διόδους και
οι ασθενείς μυρίζουν καλύτερα. Ουσιαστικά, η πλαστική χειρουργική της μύτης
μπορεί να διορθώσει λειτουργικά και αναπνευστικά προβλήματα τα οποία υφίστανται
για χρόνια. Οι
επεμβάσεις αυτές στις μέρες μας γίνονται με υπερσύγχρονα εργαλεία και τεχνικές
που επιτρέπουν την πιο ανώδυνη διεξαγωγή τους.