Παρηγοριά στα ΜΗΣΥΦΑ βρίσκουν οι Έλληνες καταναλωτές καθώς τον τελευταίο χρόνο (Ιούλιος 2022 -Ιούνιος 2023) δαπάνησαν 319 εκατ. ευρώ για την αγορά τους, όταν ακριβώς τον προηγούμενο χρόνο η δαπάνη αυτή κυμάνθηκε στα 288 εκατ. ευρώ. Αυτό είναι ένα από τα πολλά στοιχεία που καταδεικνύει πως η φαρμακευτική περίθαλψη αποτελεί ιδιωτική υπόθεση στην Ελλάδα, σύμφωνα με την έκδοση: «Η φαρμακευτική αγορά στην Ελλάδα: Γεγονότα και Στοιχεία 2022», την οποία παρουσίασε το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών με τη συνεργασία του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος.
Ίσως όμως το πιο χαρακτηριστικό στοιχείο που αποδεικνύει ότι ασθενείς και φαρμακοβιομηχανία επί της ουσίας χρηματοδοτούν κάθε χρόνο τη φαρμακευτική πολιτική της χώρας είναι αυτό που παρουσίασε ο αναπληρωτής καθηγητής ΕΜΠ, Επιστημονικός Σύμβουλος ΙΟΒΕ, Άγγελος Τσακανίκας και αποκαλύπτει πως η συμμετοχή των ασθενών στα αποζημιούμενα φάρμακα καταγράφει αύξηση, η οποία εκτιμάται ότι για το 2022 θα ανέλθει στα €689εκατ., ενώ σύμφωνα με υπολογισμούς, για το 2022 και για πρώτη φορά στα χρονικά εκτιμάται ότι το σύνολο των υποχρεωτικών επιστροφών της φαρμακοβιομηχανίας θα ξεπεράσει τη δημόσια χρηματοδότηση για το φάρμακο.
Ποιος πληρώνει τελικά τα φάρμακα;
Η έρευνα του ΙΟΒΕ δείχνει ότι η δημόσια χρηματοδότηση για το φάρμακο ανήλθε στα €2,6 δισ. το 2021, διατηρώντας τα ίδια επίπεδα με την περασμένη χρονιά, ενώ αναμένεται οριακή αύξηση της δημόσιας χρηματοδότησης στα €2,7 δισ. για το 2022. Αντίθετα το ύψος των υποχρεωτικών επιστροφών που κλήθηκε να καταβάλει η φαρμακοβιομηχανία το 2021 ανήλθε στα €2,4δισ., έναντι €2,0 δισ. το 2020.
Υψηλή φορολογία και υψηλές δαπάνες για Έρευνα και Ανάπτυξη αδειάζουν τα ταμεία της φαρμακοβιομηχανίας
Από την άλλη πλευρά δεν θα πρέπει να αγνοείται ότι η φαρμακοβιομηχανία, αποτελεί έναν από τους δυναμικότερους κλάδους της ελληνικής οικονομίας, με ιδιαίτερη σημασία για το σύστημα υγείας, τους ασθενείς και την ελληνική οικονομία.
Συγκεκριμένα, ο κλάδος δαπανά για Έρευνα και Ανάπτυξη (Ε&Α) το 8% της συνολικής δαπάνης για Ε&Α στην Ελλάδα (2020), ενώ την περίοδο 2002-2022 διενεργήθηκαν 3.830 κλινικές (2.250 ολοκληρωμένες) μελέτες ανεξαρτήτου φάσης ή σταδίου. Επιπρόσθετα, για το 2022 η εγχώρια παραγωγή φαρμακευτικών προϊόντων σε αξία (ex-factory) ανήλθε στα €1,9 δισ., ενώ με προστιθέμενη αξία στα €1,5 δισ. (6,4% μερίδιο στον κλάδο της μεταποίησης). Οι απασχολούμενοι στον κλάδο φαρμακευτικών προϊόντων (παραγωγή και εμπορία) ήταν 28,9 χιλ. άτομα το 2021. Σημαντικός είναι και ο ρόλος του φαρμακευτικού κλάδου στο συνολικό εξωτερικό εμπόριο, καθώς οι εξαγωγές φαρμακευτικών προϊόντων ανήλθαν το 2022 σε €2,6 δισ. και αντιστοιχούν στο 4,7% του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών όλων των αγαθών για το 2022 με κυριότερους εξαγωγικούς προορισμούς τη Γερμανία, τη Γαλλία και το Ην. Βασίλειο.
Τα φορολογικά έσοδα από το φάρμακο στο 1,7 δισ. ευρώ
Για το οικονομικό αποτύπωμα του κλάδου του φαρμάκου στην ελληνική οικονομία, η συνολική συνεισφορά του σε όρους ΑΕΠ εκτιμάται σε €6,2 δισ. (3,4% του ΑΕΠ) το 2021. Έτσι, για κάθε €1 προστιθέμενης αξίας των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στον κλάδο του φαρμάκου, δημιουργούνται συνολικά €2,3 στην ελληνική οικονομία. Σε όρους απασχόλησης, η συνολική συνεισφορά εκτιμάται σε 108 χιλ. θέσεις εργασίας (ή 2,8% της συνολικής απασχόλησης). Δηλαδή, κάθε θέση εργασίας στον κλάδο του φαρμάκου υποστηρίζει 3,4 θέσεις πλήρους απασχόλησης συνολικά στην οικονομία. Τέλος, η επίδραση στα φορολογικά έσοδα από τη δραστηριότητα του κλάδου φαρμάκου εκτιμάται περίπου στα €1,7 δισ.
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της έρευνας του ΙΟΒΕ, ο Πρόεδρος του ΣΦΕΕ, Ολ. Παπαδημητρίου, σημείωσε: «Ο εξορθολογισμός της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης, η βελτίωση της απόδοσης των επενδύσεων, η μείωση των καθυστερήσεων στην είσοδο νέων φαρμάκων στη χώρα και η ψηφιοποίηση του συστήματος υγείας πρέπει να αποτελούν άμεσες προτεραιότητες της Κυβέρνησης. Χρειάζεται διαμόρφωση μιας βιώσιμης εθνικής φαρμακευτικής πολιτικής, με επίκεντρο τον ασθενή, τη Δημόσια Υγεία και την απασχόληση».