Με αφορμή
πρόσφατα δημοσιεύματα περί Σακχαρώδη Διαβήτη (ΣΔ) και του ρόλου των ιατρών των
διαφόρων ειδικοτήτων όσον αφορά την αντιμετώπιση του, το Κεντρικό Συμβούλιο
Υγείας (ΚΕΣΥ) επισημαίνει ότι πρέπει να γίνουν ορισμένες διευκρινίσεις για
πλήρη και υπεύθυνη ενημέρωση τόσο των λειτουργών υγείας, όσο και των ασθενών.
Με δύο
υπουργικές αποφάσεις τον Αύγουστο του 2018, επικαιροποιήθηκαν οι όροι και οι
προϋποθέσεις για την εκπαίδευση των ειδικευομένων και εξειδικευομένων ιατρών.
Οι υπάρχουσες χρονολογούνται από το μακρινό 1994. Στο πλαίσιο αυτό, με τη
ουσιαστική συνδρομή 612 έγκριτων γιατρών από όλη τη χώρα, αναδιαμορφώθηκε
ποσοτικά και ποιοτικά το περιεχόμενο των ειδικοτήτων και εξειδικεύσευσεων και
θεσμοθετήθηκαν καινούριες, όπως η ειδικότητα της Ιατρικής Γενετικής και οι
εξειδικεύσεις της Επειγοντολογίας και Διαβητολογίας. Η ιατρική εκπαίδευση, η
κλινική εφαρμογή και η έρευνα δεν περιχαρακώνεται από στεγανά συντεχνιακού
χαρακτήρα, αλλά ορίζεται με γνώμονα την εξέλιξη της επιστήμης, τις
αναπτυσσόμενες ανάγκες των ασθενών και τις νέες τεχνολογίες, όπως επισημαίνουν τα μέλη του ΚΕΣΥ.
Όσον αφορά τον Σακχαρώδη Διαβήτη η κατάσταση ήταν πλήρως άναρχη, σύμφωνα με το ΚΕΣΥ. Η ανεπαρκής θεσμική θωράκιση και η «αγορά» ρύθμιζε κάθε δραστηριότητα (κλινική, εκπαιδευτική, ερευνητική). Υπήρχε α) το Κεντρικό Συμβούλιο Υγείας β) το «κλινικά» νεκρό από ετών Εθνικό Κέντρο για το Διαβήτη, που καταργήθηκε προ έτους, και γ) μια ειδική Γνωμοδοτική Επιτροπή για το Σακχαρώδη Διαβήτη παρά το Υπουργείο Υγείας. Ο τίτλος του «Διαβητολόγου», τόσο στο ΕΣΥ όσο και στην ιδιωτική ιατρική, χρησιμοποιείτο κατά το δοκούν είτε αφορούσε Παθολόγο, είτε Ενδοκρινολόγο, είτε Παιδίατρο, είτε Γενικό Γιατρό. Μια πρόχειρη ματιά στο διαδίκτυο μπορεί να πιστοποιήσει τα παραπάνω.
Ωστόσο, ο επιπολασμός του Σακχαρώδη Διαβήτη είναι ιδιαίτερα υψηλός, και παρουσιάζει αυξητική τάση τις τελευταίες δεκαετίες ενώ η νόσος δημιουργεί πολυσυστηματικές βλάβες.
Τι θεσμοθετείται τώρα:
1) Θεσπίζεται για τους Παθολόγους και Παιδίατρους η εξειδίκευση για το Σακχαρώδη Διαβήτη που θα ακολουθεί τους κανόνες των εξειδικεύσεων (δηλαδή 2ετής εκπαίδευση σε Διαβητολογικό Κέντρο και απόκτηση της εξειδίκευσης μετά από εξετάσεις). Όσον αφορά τους μέχρι τώρα ασχολούμενους με τη νόσο, εφόσον το επιθυμούν θα υποβάλλουν το βιογραφικό τους και θα κριθούν από την αρμόδια 7μελή (3 Παθολόγοι, 3 Ενδοκρινολόγοι, 1 Παιδίατρος) επιτροπή, που συγκροτείται με υπουργική απόφαση έπειτα από γνωμοδότηση του ΚΕΣΥ. Μόνο οι ανωτέρω θα δικαιούνται νόμιμα να φέρουν το τίτλο του «Διαβητολόγου». Η θέσπιση της εξειδίκευσης στον Σακχαρώδη Διαβήτη θα συμβάλλει στον καθορισμό ενός αυστηρά ελεγχόμενου πλαισίου εκπαίδευσης και αξιολόγησης των εξειδικευόμενων. Με τον τρόπο αυτό θα διασφαλισθεί η τυποποίηση και το υψηλό επίπεδο της εκπαίδευσης και της επιμόρφωσης σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα, ώστε να παραχθούν πιστοποιημένα στελέχη για τις ανάγκες της εκπαίδευσης γιατρών στον Σακχαρώδη Διαβήτη. Έτσι θα βοηθήσει στην ποιοτικότερη παροχή υπηρεσιών υγείας στα άτομα με Σακχαρώδη Διαβήτη, αλλά και θα αποκαταστήσει το επιστημονικά τελείως αδιανόητο οι Ενδοκρινολόγοι, που είναι ιατροί ενηλίκων, να αντιμετωπίζουν ασθενείς με Σακχαρώδη Διαβήτη παιδικής και εφηβικής ηλικίας.
2) Με την αλλαγή του τίτλου της Ενδοκρινολογίας σε «Ενδοκρινολογία-Διαβήτης και Μεταβολισμός» πιστοποιείται ότι οι Ενδοκρινολόγοι μπορούν να φέρουν τον τίτλο του Διαβητολόγου και αναγνωρίζονται ως ισότιμοι των εξειδικευμένων Παθολόγων και Παιδιάτρων.
3) Το τελευταίο και ίσως σημαντικότερο που αφορά τους Γενικούς Γιατρούς, δεδομένου ότι ο Σακχαρώδης Διαβήτης αποτελεί κύρια αντικείμενο πρωτοβάθμιας περίθαλψης υγείας. Οι Γενικοί Γιατροί δεν μπορούν να πάρουν την εξειδίκευση του ΣΔ, δεδομένου ότι μέχρι τώρα η εκπαίδευση τους στην Παθολογία ήταν μόλις 6 μήνες (τώρα, με τις αλλαγές του Αυγούστου 2018 έγινε 1 χρόνος). Τούτου δοθέντος και με δεδομένη τη τεράστια σημασία του ρόλου τους στην πρωτοβάθμια περίθαλψη μπορούν να κάνουν μετεκπαίδευση στα Διαβητολογικά Κέντρα έως 1 χρόνο, δεν μπορούν όμως να φέρουν το τίτλο του «Διαβητολόγου».