Καλωσήλθατε στο ειδησεογραφικό site του Φαρμακευτικού Κόσμου. 'Αμεση, έγκυρη και ποιοτική ενημέρωση για το φάρμακο και την υγεία.
Επάγγελμα: Φαρμακοποιός

τελευταία νέα


Στο χώρο του φαρμάκου, τίποτα δεν προσφέρεται ως «δώρο»...

12/11/2010
Συνέντευξη του φαρμακοποιού Γιώργου Κουτέπα στον "Φ.Κ."
Εκτύπωση
Μεγέθυνση Γραμμάτων Σμίκρυνση Γραμμάτων Αρχικό Μέγεθος

Αν και διατηρεί από το 2003 το φαρµακείο του στην Άνω Γλυφάδα όπου γεννήθηκε και κατοικεί, ο τριανταεξάχρονος φαρµακοποιός Γιώργος Κουτέπας έκανε πράξη την αγάπη του για τις οικονοµικές και κοινωνικές επιστήµες, αποκτώντας παράλληλα πτυχίο επιχειρησιακής έρευνας και µάρκετινγκ από το Οικονοµικό Πανεπιστήµιο Αθηνών (ΑΣΟΕΕ). Εξάλλου, όπως υπογραµµίζει ο ίδιος στη συνέντευξη που ακολουθεί, η λειτουργία ενός φαρµακείου είναι τόσο πολυδιάστατη που µπορεί να καλύψει τα ενδιαφέροντα του καθενός.

Σε ό,τι αφορά στα πολλά και σηµαντικά προβλήµατα του κλάδου, το ενεργό µέλος του Φ.Σ.Α. τονίζει πως µπορούν να αντιµετωπιστούν µε απλά και «αυτονόητα» µέτρα όπως είναι, µεταξύ άλλων, η υιοθέτηση της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης, η περαιτέρω ενίσχυση του κοινωνικού ρόλου των φαρµακοποιών µέσω των υπηρεσιών φαρµακευτικής φροντίδας, ο εξορθολογισµός της διαχείρισης του φαρµακείου, αλλά και η αξιοποίηση των νέων και εξειδικευµένων συναδέλφων στα όργανα εκπροσώπησης, προτάσεις που αποτελούν και θέσεις της «Ενωτικής Κίνησης Φαρµακοποιών» µε την οποία είναι υποψήφιος στις προσεχείς εκλογές για τον Φ.Σ. Αττικής και τον Π.Φ.Σ. Βεβαίως, αναγκαία προϋπόθεση παραµένει πάντα η πολιτική βούληση από τους εποπτεύοντες φορείς, έτσι ώστε να µην «ανοίξει η πόρτα» στα συµφέροντα που θέλουν να µετατρέψουν τα φαρµακεία σε ανώνυµες εταιρείες.

 

Όσο κι αν «οι καιροί είναι δύσκολοι», ο συνάδελφος επιµένει πως «όλα παίζονται». Κι αν µας έχουν µάθει κάτι οι αντίστοιχοι αγώνες των συναδέλφων έως τώρα, είναι ότι τίποτα δεν πραγµατοποιείται σε µια µέρα, αλλά και τίποτα δε «χαρίζεται» χωρίς αγώνα…

 

Ξεκινώντας κατευθείαν από τα προβλήµατα του χώρου µας, ο Π.Φ.Σ. περιέγραψε την τρέχουσα περίοδο ως την «πιο δύσκολη των τελευταίων ετών». Συµφωνείς µε αυτή την άποψη;

 

Δεν ξέρω εάν µπορώ να συµφωνήσω απολύτως, καθώς γνωρίζω ότι και οι παλαιότεροι συνάδελφοι είχανε τις δικές τους δύσκολες περιόδους, ενώ οι αγώνες τους αποτελούν µια σηµαντική παρακαταθήκη για µας. Αναµφίβολα βρισκόµαστε σε µια δύσκολη περίοδο, η οποία ωστόσο εντάσσεται σε µια ευρύτερα δύσκολη εποχή για την Ελλάδα και την Ευρώπη γενικότερα, αν και η Ελλάδα έχει κάποια σοβαρότερα προβλήµατα λόγω της κακοδιαχείρισης που προηγήθηκε.

 

Από τα µέτρα που έχουν ήδη εξαγγελθεί, ποια θεωρείς ως τα πιο «επικίνδυνα»;

 

Κατ' αρχάς δεν έχω ακούσει µέχρι στιγµής κάποιο οριστικό µέτρο από «επίσηµα χείλη». Θα µπορούσα να µιλήσω για το µνηµόνιο οικονοµικής στήριξης, αλλά ακόµη κι αυτό είναι πολύ αόριστο. Μιλώντας λοιπόν βάσει των µέχρι τώρα στοιχείων, θα µπορούσα να πω ότι αυτό που λέγεται «περιορισµός του ανώτατου ποσοστού κέρδους» είναι κάτι πολύ γενικό και έτσι δε µπορεί να κριθεί.

 

Κατά µία άποψη, ένα επάγγελµα είναι «κλειστό» όταν περιλαµβάνει τιµοκαταλόγους προκαθορισµένους από το κράτος. Συνεπώς, «άνοιγµα» σηµαίνει απελευθέρωση των τιµών «από τα κάτω». Πώς τη σχολιάζεις;

 

Πλήρως «απελευθερωµένη» λιανική τιµή δεν υπάρχει πουθενά πλην των Η.Π.Α., αν κι εκεί η πρόσφατη «µεταρρύθµιση Οµπάµα» έθεσε κάποια όρια. Εξάλλου, πώς µπορεί να υπάρχει απελευθερωµένη λιανική τιµή, όταν υπάρχει σταθερή χονδρική και ποιος ανταγωνισµός θα λειτουργήσει εάν δε απελευθερωθεί και η χονδρική τιµή; Έχει γίνει σχετική µελέτη του London School of Economics, σύµφωνα µε την οποία στην Αγγλία οι αλυσίδες φαρµακείων κατάφεραν να «καρπωθούν» όλες τις εκπτώσεις, µεταβιβάζοντας ένα απειροελάχιστο µόνο ποσοστό στο ασφαλιστικό σύστηµα. Ας µη ξεχνάµε ότι αυτό που ονοµάζουµε «καταναλωτής» στην περίπτωσή µας είναι ένας «µονοψωνιστής», δηλαδή το ασφαλιστικό µας σύστηµα. Τα ποσοστά συµµετοχών της ιδιωτικής δαπάνης δεν ξεπερνούν το 15%, ενώ το υπόλοιπο 85% καλύπτεται από το κράτος. Άρα, πώς θα µπορούσαµε να δηµιουργήσουµε συνθήκες ανταγωνισµού; Η πρόταση της ελεύθερης διαµόρφωσης τιµών εισάγει έναν υποτιθέµενο ανταγωνισµό στο 15% της φαρµακευτικής δαπάνης, αφήνοντας το υπόλοιπο 85% αναλλοίωτο µε µηδενικό όφελος για το κράτος!

 

Ίσως θα µπορούσε να το καταφέρει ο «µονοψωνιστής», ανάλογα µε το τζίρο, αν ζητούσε τις ανάλογες εκπτώσεις.

 

Στην περίπτωση αυτή θα µιλούσαµε ουσιαστικά για ένα διοικητικά διαµορφωµένο σύστηµα που θα είχε κάτι σαν «κλιµακωτό» ποσοστό κέρδους ή «κλιµακωτό» rebate. Πάντως ελεύθερος ανταγωνισµός δε θα ήταν. Πρέπει λοιπόν να λειτουργούµε µε ξεκάθαρες έννοιες, έτσι ώστε να µην κάνουµε λόγο κι εµείς περί ανταγωνισµού «γενικώς και αορίστως», όπως κάνουν ορισµένα Μ.Μ.Ε. Όσο για το «κλιµακωτό κέρδος», από µόνο του δε µπορεί να προσφέρει τίποτα στο έλεγχο της φαρµακευτικής δαπάνης. Όπως έχει επισηµάνει εύστοχα και ο πρόεδρος του Φ.Σ.Α. Κωνσταντίνος Λουράντος, ακόµη και εάν τα φαρµακεία «εξαφανίζονταν» µε κάποιο µαγικό τρόπο και δε µεσολαβούσαν στη διάθεση των φαρµάκων, ο ρυθµός µεταβολής της δαπάνης θα έµενε αµετάβλητος. Το 23,5% της εξοικονόµησης θα εξανεµιζόταν σε δύο µόνο χρόνια λόγω της ετήσιας αύξησης της φαρµακευτικής δαπάνης που «έτρεχε» µε 10% ως το 2009 και τώρα έχει «ανακοπεί» λόγω των τιµών. Η φαρµακευτική δαπάνη είναι «ποσότητες επί τιµές». Όλες οι µελέτες που έχουν γίνει δείχνουν ότι όταν δεν υπάρχει ταυτόχρονος έλεγχος και στους δύο παράγοντες, δε µπορείς να πετύχεις εξοικονόµηση.

 

Και για το ζήτηµα της εξόφλησής µας από τα ασφαλιστικά ταµεία, τι θα είχες να προτείνεις;

 

Δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάµε ότι η βιωσιµότητά µας είναι άρρηκτα συνδεδεµένη µε τη βιωσιµότητα του ασφαλιστικού συστήµατος. Στο ζήτηµα των ταµείων, θα πρέπει να συνηθίσουµε πλέον την ιδέα ότι ο «µονοψωνιστής» µας τελεί υπό χρεωκοπία και αν αυτό συµβεί την άλλη µέρα θα έχουµε καταρρεύσει. Από την άλλη, τα οφειλόµενα από τα ταµεία περιλαµβάνουν και το κόστος των πωληθέντων (κόστος αγορών από τις αποθήκες), τα οποία είναι χρήµατα που το φαρµακείο τα χρωστάει! Η εξόφληση των ποσών αυτών προς τα φαρµακεία είναι αναγκαία για να αποπληρώσουν µε τη σειρά τους κι αυτά την αγορά των φαρµάκων από τους προµηθευτές τους. Ίσως θα µπορούσε να υπάρξει κάποια επέκταση στις εκπτώσεις των προµηθευτών µας, έτσι ώστε κι εµείς να δούµε τι µπορούµε να κάνουµε µε αυτό. Βεβαίως, αυτό προϋποθέτει δέσµευση από όλους και κυρίως από το κράτος.

 

Μια κι εµείς δε µιλάµε για εκπτώσεις αλλά για πιστώσεις, πιστεύεις ότι αυτό θα γινόταν εάν έδιναν πίστωση οι βιοµήχανοι στους χονδρέµπορους κι εκείνοι σ' εµάς;

 

Ναι, σ' αυτό βασίζεται η όλη ιδέα. Ωστόσο, θα πρέπει να διατρέξει όλη την αλυσίδα διανοµής επειδή το κόστος είναι µεγάλο, ειδικά όταν µιλάµε για περιπτώσεις τύπου «ένα φαρµακείο για κάθε χίλιους κατοίκους». Κακά τα ψέµατα, όλα «περιστρέφονται» γύρω από το σύστηµα υγείας που έχει επιλέξει µια κοινωνία. Από τη στιγµή που επιλέχθηκε ένα σύστηµα «πολυφαρµακευτικό» και «πολυδιασπασµένο», παρά τα όποια θετικά που προσφέρει, είναι λογικό να υπάρχουν τέτοια προβλήµατα, γι' αυτό χρειάζεται αγώνας. Για µένα τίποτα δεν προσφέρεται ως «δώρο». Μόνο µε αυστηρά τεκµηριωµένες µελέτες µπορείς να προχωράς σε διεκδικήσεις.

 

Η «Ενωτική Κίνηση Φαρµακοποιών» του Κώστα Λουράντου όπου και συµµετέχεις, έχει ασχοληθεί και µε το περίφηµο «άνοιγµα» του επαγγέλµατος. Ποια η θέση σας επ' αυτού;

 

Κατ' αρχάς θα ήθελα να πω ότι η ευρωπαϊκή νοµοθεσία για τα θέµατα ιδιοκτησίας, χωροταξικών και πληθυσµιακών όρων αλλά και ωραρίου, έχει ξεκαθαρίσει βάσει αποφάσεων ευρωπαϊκού δικαστηρίου. Οπότε, πέρα από το νοµικό αποτέλεσµα οφείλουµε να δούµε και το σκεπτικό αυτών των αποφάσεων. Ειδικά για το θέµα της ιδιοκτησίας έγινε µια εξαντλητική αντιπαράθεση απόψεων µε πληθώρα µελετών και στοιχείων και από τις δύο πλευρές. Υπήρξε ξεκάθαρα τεκµηριωµένο σκεπτικό και όποιος προσπαθεί να επαναφέρει τη συζήτηση κινδυνεύει να γελοιοποιηθεί, θεωρώντας ότι η γνώµη του είναι σωστότερη από αυτή του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Η θέση µου είναι απλή: πλήρης εφαρµογή της ευρωπαϊκής νοµοθεσίας και νοµολογίας, ενώ όπου υπάρχουν διαφοροποιήσεις ακολουθούµε το παράδειγµα των υπολοίπων χωρών της Μεσογείου, των οποίων οι ανάγκες και οι συνθήκες προσοµοιάζουν περισσότερο µε τις δικές µας. Ήδη η νοµοθεσία µας ακολουθεί, στις βασικές της γραµµές, τα ισχύοντα στην υπόλοιπη Ευρώπη. Πρέπει όµως να υπάρξει εκσυγχρονισµός σε κάποια θέµατα. Για παράδειγµα, πρέπει να εξασφαλιστεί διαφάνεια στην πρόσβαση των νέων φαρµακοποιών στο επάγγελµα. Είναι απαράδεκτο η άδεια ιδρύσεως φαρµακείου να καταλήγει να λαµβάνεται µέσω απόδοσης υπεραξίας στο συνταξιοδοτούµενο φαρµακοποιό! Ας προχωρήσουµε λοιπόν κι εµείς σε συγκεκριµένες προτάσεις, χωρίς να αφήνουµε περιθώρια να ντροπιάζεται ο κλάδος. Συν τοις άλλοις, οι συνθήκες αλλάζουν έτσι κι αλλιώς. Με την εφαρµογή του Σχεδίου Καλλικράτης, είναι δεδοµένο ότι θα υπάρξουν αναγκαστικά µεταβολές και ως προς τη φαρµακευτική νοµοθεσία.

 

Συνεπώς, θα πρέπει να τροποποιήσουµε τη σχετική νοµοθεσία;

 

Ναι ή τουλάχιστον θα πρέπει να την προσαρµόσουµε, αλλά έχοντας ένα γνώµονα: τι είναι καλό για το σύστηµα υγείας και πώς µπορεί να υπάρχει ένα λειτουργικό φαρµακείο σε ένα λειτουργικό σύστηµα πρωτοβάθµιας περίθαλψης. Διαφορετικά, θα επικρατήσει το χάος.

 

Τι απαντάς στην άποψη κατά την οποία ο φαρµακευτικός κλάδος βρίσκεται απέναντι στο γενικό συµφέρον;

 

Είναι µία αστεία άποψη! Η οπτική ορισµένων ότι από τη µια υπάρχει το φαρµακείο κι έχει απέναντί του ως «αντίπαλο» το ασφαλιστικό σύστηµα είναι λανθασµένη. Ακόµη και µόνο το θέµα των πληρωµών µας να µας ενδιέφερε, είναι προς το συµφέρον µας να υπάρχει ένα υγιές ασφαλιστικό σύστηµα. Επαναλαµβάνω ότι αν το σύστηµα αυτό «καταρρεύσει», εµείς την άλλη µέρα θα «κλείσουµε». Νοµοθετικά ο Πανελλήνιος Φαρµακευτικός Σύλλογος (Π.Φ.Σ.) είναι ο δια νόµου σύµβουλος της φαρµακευτικής πολιτικής της ελληνικής κυβέρνησης. Ωστόσο, δε γνωρίζω εάν η κυβέρνηση εκµεταλλεύεται αυτόν τον «πλούτο» γνώσεων και εµπειρίας.

 

Πώς σχολιάζεις την προσπάθεια της κυβέρνησης να µετακυλήσει τις δαπάνες των ταµείων στους ίδιους τους ασφαλισµένους;

 

Όταν διακρίνουµε µια πραγµατική ανάγκη υγείας, µιλώντας από την πλευρά της Πολιτείας, είµαστε υποχρεωµένοι να την καλύψουµε µε κάθε τρόπο, εφόσον πρόκειται για ανθρώπους που πληρώνουν τις ασφαλιστικές τους εισφορές. Για µένα το «σηµείο - κλειδί» είναι η ανάγκη να αποτελεί κριτήριο η επιλογή θεραπείας και όχι ασφαλισµένου. Δηλαδή, αν κρίνουµε ότι ένα φάρµακο καλύπτει πραγµατικές ανάγκες υγείας, θα πρέπει να καλύπτουµε τη χορήγησή του.

 

Ωστόσο, τέτοια φαινόµενα καταγράφονται σε περιπτώσεις όπως αυτή των «life style» φαρµάκων ή στην περίπτωση των ΜΗ.ΣΥ.ΦΑ. Τελικά, ποιος ευθύνεται για την αύξηση της φαρµακευτικής δαπάνης;

 

Πρώτα από όλα, ευθύνεται η απουσία ελέγχου. Είµαστε το τελευταίο ουσιαστικά κράτος της ευρωζώνης χωρίς κάποιο σύστηµα ελέγχου της συνταγογράφησης σε πρώτο χρόνο, δηλαδή τη στιγµή που η συνταγογράφηση πραγµατοποιείται. Σύµφωνα µε τις διεθνείς µελέτες, η µείωση της δαπάνης από την εφαρµογή συστηµάτων ελέγχου φτάνει µέχρι και το 30%. Επιπλέον, οι δαπάνες φαρµάκου είναι 18% έναντι 82% των υπολοίπων δαπανών υγείας, οπότε αυτά τα συστήµατα θα είναι καλό να εφαρµοστούν και στις υπόλοιπες δαπάνες, πέραν της φαρµακευτικής. Η διεθνής βιβλιογραφία περιγράφει πολλά «έξυπνα» µέτρα περιορισµού των δαπανών. Χρειαζόµαστε µελέτη, έρευνα, τεκµηρίωση, εφαρµογή και όχι προχειρότητα!

 

Ως φαρµακοποιός, τι µέτρα θα ζητούσες για την προστασία των φαρµακείων;

 

Για να το απαντήσουµε αυτό, θα πρέπει πρώτα απ' όλα να ξέρουµε σε ποιο σύστηµα υγείας θα κληθούµε να λειτουργήσουµε. Θα ήθελα τουλάχιστον το ασφαλιστικό σύστηµα να µου παρέχει έναν κατάλογο σκευασµάτων για κάθε δραστική ουσία, µεταξύ των οποίων να µπορεί να γίνει αντικατάσταση. Την έκπτωση ας την κερδίσει το κράτος! Όπως είναι γνωστό, µέχρι το 2012 τα 95 πρώτα σε πωλήσεις φάρµακα θα χάσουν την πατέντα τους και δεκάδες αντίγραφα θα πληµµυρίσουν την αγορά. Έτσι προκύπτουν δύο πολύ απλά ερωτήµατα: πώς θα δουλέψουµε µε τόσα αντίγραφα και τι όφελος θα έχει το ασφαλιστικό σύστηµα από την πληθώρα αυτών των αντιγράφων;

 

Συνεπώς, θα ζητούσες να αναγνωριστεί το δικαίωµα της υποκατάστασης;

 

Ναι. Σε µια πρώτη φάση, θα ήταν το δικαίωµα της υποκατάστασης. Σχεδόν όλοι θεωρούν το φαρµακοποιό ως έναν «ελεύθερο επαγγελµατία» που κάνει ό,τι καλύτερο νοµίζει για την επιχείρησή του, ενώ στην πραγµατικότητα ο φαρµακοποιός είναι υποχρεωµένος, ως επί το πλείστον, να κινείται ενάντια στο άµεσο οικονοµικό του συµφέρον. Είναι δηλαδή υποχρεωµένος να κάνει µεγαλύτερες αγορές «εµπορεύµατος» από αυτό που θα επέβαλε ένα αποδοτικό οικονοµικό πλάνο, εάν θέλει να παρέχει άµεσα την περίθαλψη κι αυτό έχει οικονοµικό κόστος. Για να εκτελεστεί µια απλή εφηµερία, χρειάζεται να παραγγελθούν τόσα αντίγραφα που µπορεί να καταλήξει ταµειακά να έχει ζηµιά, παρόλο τον όγκο δουλειάς που µπορεί να έχει. Εάν λοιπόν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση µε όλα αυτά τα προβλήµατα, δε ξέρουµε µέχρι πότε θα είναι βιώσιµο αυτό που ονοµάζουµε «ελληνικό φαρµακείο». Το µοντέλο του «φαρµακείου σε κάθε γωνία» κινείται στα όρια του! Ειδικά µετά τις µειώσεις των τιµών, πολλά φαρµακεία είναι µη βιώσιµα. Τι θα γίνει αν µειωθεί το ποσοστό κέρδους; Φαρµακεία των 700 - 800 κατοίκων σε αστικές περιοχές απλά δε θα µπορούν να παρέχουν περίθαλψη. Θα είναι φαρµακεία µε άδεια συρτάρια!

 

Θα έβλεπες όµως και κάποια «τρωτά» στη νοοτροπία του Έλληνα φαρµακοποιού ή στην τακτική των συνδικαλιστικών του φορέων;

 

Κατ' αρχάς, κρίνοντας από τους νέους συναδέλφους µε τους οποίους συναναστρέφοµαι, είµαι πολύ ευχαριστηµένος από το επίπεδό τους. Συναντάω στο χώρο µας νέα παιδιά που πραγµατικά έχουν διάθεση να δουλέψουν µε τον ενδεδειγµένο τρόπο, ενώ παράλληλα ενηµερώνονται και για τις εξελίξεις. Από την άλλη πλευρά ωστόσο, ακούγονται «ιστορίες» για ορισµένους συναδέλφους, αρκετές εκ των οποίων είναι από θλιβερές έως τραγικές, αν ισχύουν. Όπως και να 'χει, ένας φαρµακοποιός δεν αρκεί από µόνος του για να διαπράξει κάποια παρανοµία. Στο δικό µας χώρο, για να υπάρξει παρανοµία, χρειάζεται και ο γιατρός που θα «γράψει» τη σχετική συνταγή. Αυτού του είδους τα προβλήµατα πιστεύω ότι θα λυθούν από την ηλεκτρονική συνταγογράφηση. Οι όποιες προβληµατικές πρακτικές θα εξαλειφθούν σταδιακά µε τον έναν ή τον άλλο τρόπο, ενώ οι µέχρι τώρα τυχαίοι δειγµατοληπτικοί έλεγχοι θα αντικατασταθούν από ελέγχους επί πραγµατικών δεδοµένων. Η λογική του «εισβάλω σε ένα τυχαίο φαρµακείο και ψάχνω συρτάρια, τσάντες κλπ.» δεν αποδίδει και ανήκει στο παρελθόν. Όσο για τα «τρωτά σηµεία» του κλάδου, πιστεύω ότι αυτά θα απαλειφθούν αν αξιοποιήσουµε σε συλλογικό επίπεδο νέους συναδέλφους που έχουν να παρουσιάσουν πραγµατικά εκπληκτικές σπουδές όλων των βαθµίδων, σε επιστήµες όπως τα οικονοµικά, το µάρκετινγκ, οι πολιτικές υγείας, η φαρµακευτική φροντίδα, οι συνεταιριστικές επιχειρήσεις κ.ά. Ήρθε δηλαδή η ώρα να «παντρέψουµε» τον «παραδοσιακό» συνδικαλισµό µε µια σύγχρονη τεχνοκρατική λειτουργία, κάτι που για µένα αποτελεί απλώς «φυσική εξέλιξη». Η τεχνοκρατική εξειδίκευση δεν αναιρεί την εµπειρία του «πάγκου». Η καθηµερινή εµπειρία ενός φαρµακοποιού σχετικά µε τα προβλήµατα του φαρµακείου του δεν µπορεί να αντικατασταθεί από οποιοδήποτε πτυχίο, δίπλωµα κλπ. Αυτό που ζεις κάθε µέρα µέσα στο φαρµακείο, σου δίνει την πραγµατική συναίσθηση των προβληµάτων. Γι' αυτό λοιπόν πρέπει να υπάρχουν εκτός από τους αιρετούς και εξειδικευµένοι συνάδελφοι σε επιτροπές που θα δουλεύουν µε ορίζοντα δεκαετίας και δεκαπενταετίας, όχι να αλλάζουν ανά τριετία. Επίσης, χρειάζεται καλύτερη διαχείριση του ζητήµατος της επικοινωνίας, πρέπει δηλαδή να υπάρχει ένα θεσµικά κατοχυρωµένο Γραφείο Τύπου, έτσι ώστε να δίνουµε ως κλάδος συγκροτηµένες απαντήσεις απέναντι στις αοριστολογίες που λέγονται για µας.

 

Σε ό,τι αφορά στα «φάρµακα υψηλού κόστους», πιστεύεις ότι το µειωµένο ποσοστό κέρδους που θεσπίστηκε ίσως κρύβει κινδύνους;

 

Η χορήγηση των φαρµάκων νέας τεχνολογίας, π.χ. των βιοτεχνολογικών, γενετικά εξειδικευµένων κλπ., θα απαιτεί τη διάθεση πόρων (ανθρώπινων, υλικών και χρηµατικών) σε µεγαλύτερο βαθµό από οποιοδήποτε άλλο προϊόν έχει µέχρι σήµερα διακινηθεί από το φαρµακείο. Εάν δεν προετοιµαστεί σωστά, θα προκύψουν προβλήµατα που δεν αποκλείεται να φτάσουν µέχρι του σηµείου το φαρµακείο να χάσει αυτά τα φάρµακα από την ύλη του. Το γεγονός αυτό είναι ανεπίτρεπτο. Εκτός από τον υποβιβασµό της επιστηµονικής µας ιδιότητας εάν κριθούµε ανεπαρκείς, τα φάρµακα νέων τεχνολογιών είναι ίσως το µόνο τµήµα της αγοράς που αναµένεται να διατηρήσει αξιόλογους ρυθµούς ανάπτυξης την επόµενη δεκαετία. Υπάρχουν εκτιµήσεις που προσδιορίζουν ότι το µερίδιο των φαρµάκων αυτών στη φαρµακευτική περίθαλψη θα κατέχει έως και το 20% το έτος 2020. Από την άλλη πλευρά, θα απαιτούνται: συνεχής επιµόρφωση και δια βίου εκπαίδευση, συνεχής ενασχόληση µε τον ασθενή, διάθεση µεγάλου ύψους κεφαλαίου κίνησης. Όλα αυτά «κοστίζουν». Η συζήτηση για το ποσοστό κέρδους που θα έχει το φαρµακείο από τη διακίνηση των επονοµαζοµένων «ακριβών» φαρµάκων, αποτελεί το µεγαλύτερο στοίχηµα για τη βιωσιµότητα του φαρµακείου στο µέλλον.

 

Πώς µπορεί λοιπόν να «ισχυροποιηθεί» το ελληνικό φαρµακείο υπό αυτές τις συνθήκες;

 

Απαιτείται η διαµόρφωση ενός υψηλού επιπέδου επαγγελµατικής διαχείρισης. Όµως «ισχυρό» φαρµακείο θα έχουµε µόνο όταν θα µπορούµε να ανταποκριθούµε στις απαιτήσεις του συστήµατος περίθαλψης, λειτουργώντας µε συγκεκριµένο ποσοστό κέρδους και µε την αποζηµίωση των φαρµάκων από τα ασφαλιστικά ταµεία εξασφαλισµένη και «στην ώρα της». Διαφορετικά, αυτή η «παγίδα» της ρευστότητας µπορεί να «γονατίσει» και το πιο υγιές φαρµακείο σε διάστηµα µικρότερο των δύο ετών. Τα κόστη είναι σηµαντικά τη στιγµή που κάθε φαρµακείο αποκτά την κυριότητα του «εµπορεύµατός» του και το διακινεί µε δικό του πάντα κεφάλαιο κίνησης. Τα φάρµακα δε µας προσφέρονται ούτε ως παρακαταθήκη, ούτε «µας τα έδωσαν και ΘΑ τα πληρώσουµε σε ένα χρόνο». Διακινούµε τα φάρµακα πληρώνοντάς τα σε αυστηρές προθεσµίες!

 

Συνεπώς, πώς βλέπεις το µέλλον του ελληνικού φαρµακείου;

 

Πιστεύω ότι το µέλλον του ελληνικού φαρµακείου βρίσκεται στην υλοποίηση της φαρµακευτικής φροντίδας, η οποία αποδεδειγµένα εξοικονοµεί πόρους στο ασφαλιστικό σύστηµα. Αντίθετα, η λανθασµένη χρήση των φαρµάκων δηµιουργεί τεράστια έξοδα στον τοµέα της υγείας, συνεπώς η µεγαλύτερη προσφορά του φαρµακοποιού στο ασφαλιστικό σύστηµα είναι το να χορηγεί τα φάρµακα σωστά και υπεύθυνα. Σε ένα τέτοιο φαρµακείο δικαιολογείται εξ' ολοκλήρου το ποσοστό κέρδους και δε θα µπορεί κανένας να τον κατηγορήσει λέγοντας πως απλά «κατεβάζει κουτάκια από τα ράφια», κάτι που είναι µεγάλο ψέµα. Επίσης για την επιβίωση των φαρµακείων απαιτείται η εξεύρεση τρόπων αποτελεσµατικής συνεργασίας µεταξύ τους, αλλά και τρόπων για τη σωστή επαγγελµατική διαχείρισή τους, στα πρότυπα των σύγχρονων επιχειρήσεων, διατηρώντας παράλληλα την ανεξαρτησία µας από ανώνυµες κεφαλαιακές δοµές. Κι αυτό είναι ευθύνη και των συλλόγων αλλά και των ΣΥ.ΦΑ.

 

Γι' όλα αυτά θα πρέπει να υπάρχουν και ανάλογα προγράµµατα εκπαίδευσης, σωστά;

 

Βεβαίως. Είναι αναγκαίο να υπάρξει ένα «κεντρικό» πρόγραµµα εκπαίδευσης και υλοποίησης της φαρµακευτικής φροντίδας, συµπεριλαµβάνοντας και τα συστήµατα µηχανοργάνωσης, εφόσον αποτελούν προϋποθέσεις η εξειδίκευση στη φαρµακευτική αναζήτηση και η χρήση νέων φαρµάκων, µέσω µιας διαδικασίας «δια βίου εκπαίδευσης». Όλα αυτά αποτελούν ένα τεράστιο «κεφάλαιο» και ο καθένας από µόνος του δε θα µπορέσει να το πραγµατοποιήσει. Το ότι θα το πραγµατοποιήσουµε όλοι µαζί, δεν αναιρεί σε τίποτα την «ανεξαρτησία» µας. Σε αυτή την προσπάθεια, ο ρόλος των συλλόγων που θα προκύψουν από τις εκλογές είναι πολύ κρίσιµος. Γι' αυτό εξάλλου και ο Π.Φ.Σ. σχηµάτισε το Ινστιτούτο Διά Βίου Εκπαίδευσης. Η άµεση αξιοποίηση τέτοιων δοµών θα είναι ο κυριότερος στόχος µου, µέσω της συµµετοχής µου ως αντιπρόσωπου της Αττικής στον Π.Φ.Σ. Βεβαίως, κάτι αντίστοιχο θα πρέπει να κάνουν και οι κατά τόπους φαρµακευτικοί σύλλογοι. Η δουλειά που πρέπει και µπορεί να κάνει ο Φ.Σ. Αττικής είναι τεράστια και είναι µπροστά µας. Ας παραµεριστεί πια η λογική διαχείρισης φαρµακείου «παίρνω όσα χρήµατα έχω στο συρτάρι, χωρίς να µε νοιάζει για το αύριο». Φαρµακεία µε τέτοια νοοτροπία δε θα µπορούν πια να επιβιώσουν…

Εκτύπωση
Μεγέθυνση Γραμμάτων Σμίκρυνση Γραμμάτων Αρχικό Μέγεθος

Διαβάστε επίσης

Είκοσι δύο χρόνια μετά την πρώτη έκδοσή του
Με συνεργασία του υπ. Παιδείας και της ΠΕΦ






Σχετικά άρθρα

Επανακυκλοφορεί το «Επί του Εργαστηρίου» ανανεωμένο και επικαιροποιημένο
Είκοσι δύο χρόνια μετά την πρώτη έκδοσή του
Δημιουργείται πειραματική ειδικότητα παρασκευαστή φαρμάκου στα ΣΑΕΚ
Με συνεργασία του υπ. Παιδείας και της ΠΕΦ
ΕΛΣΤΑΤ: Μειώθηκε ο αριθμός των φαρμακείων και των φαρμακαποθηκών
Παραμένει όμως σε υψηλά επίπεδα η πυκνότητά τους
ΠΦΣ: Η περίοδος υποβολής τιμολογίων για τη δράση του καρκίνου του παχέος εντέρου είναι 27-31/12
Καλεί τα προγράμματα φαρμακείου να έχουν διαθέσιμα τα πρότυπα τιμολόγια της ΗΔΙΚΑ