Την ερχόμενη Παρασκευή αναμένεται να υπάρξει η τελική εισήγηση προς τον υπουργό Υγείας για τα άτομα που θα στελεχώσουν την Επιτροπή Αξιολόγησης Ιατρικής Τεχνολογίας (Health Technology Assessment - ΗΤΑ). Αυτό ανακοίνωσε ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Υγείας, Γιώργος Γιαννόπουλος, στο συνέδριο «HTA Conference: Towards an Integrated HTA framework».
Στην ομιλία του ο κ. Γιαννόπουλος τόνισε ότι η φαρμακευτική καινοτομία αποτελεί πρόκληση για τη βιωσιμότητα των συστημάτων υγείας διεθνώς και απαιτεί πολύ προσεκτικές και στοχευμένες θεσμικές παρεμβάσεις από την πλευρά της πολιτείας. Αναφέρθηκε στην ανάγκη κάλυψης του ελλείμματος που υπάρχει στη χώρα μας όσον αφορά στα μητρώα ασθενών, που αποτελούν καθοριστικής σημασίας εργαλείο για το μηχανισμό αξιολόγησης.
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της Επιτροπής Κατάρτισης Θετικού Καταλόγου Φαρμάκων, καθηγητής Φαρμακολογίας, Δημήτρης Κούβελας, μίλησε για ανυπαρξία ουσιαστικών μέτρων που να αφορούν στην αποζημίωση και τιμολόγηση. Έκανε λόγο για απουσία επιδημιολογικών δεδομένων και μητρώων ασθενών, φαινόμενο όμως που απαντά και σε άλλες χώρες της Ευρώπης.
Ο κ. Κούβελας επεσήμανε ότι η επιτροπή θετικής λίστας δεν μπορούσε να επιτελέσει το έργο της, λόγω πολλών αγκυλώσεων, έλλειψης γνώσης για τις διαδικασίες και υιοθέτησης αυθαίρετων κανόνων για την τιμολόγηση και τόνισε ότι η νέα νομοθεσία και η διαδικασία σε πρώτη φάση της Επιτροπής Αξιολόγησης Τεχνολογιών Υγείας επιδιώκει να άρει τις στρεβλώσεις του παρελθόντος, θέτοντας επιστημονικά κριτήρια που σχετίζονται με την ανεκπλήρωτη ιατρική ανάγκη, την προστιθέμενη θεραπευτική αξία, τα κλινικά δεδομένα, καθώς και την επίπτωση στον προϋπολογισμό.
Ο διευθύνων σύμβουλος του Ινστιτούτου Φαρμακευτικής Έρευνας και Τεχνολογίας (ΙΦΕΤ) Δημήτρης Πανταζής, χαρακτήρισε το σύστημα HTA σημαντικό εργαλείο, επειδή μπορεί να οδηγήσει στη δημιουργία μιας αγοράς υγιούς ανταγωνισμού με επίκεντρο την καινοτομία.
Από την πλευρά της φαρμακοβιομηχανίας ο αντιπρόεδρος του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ), Ιωάννης Βλόντζος, ανέφερε ότι χρειαζόμαστε έναν ανεξάρτητο εθνικό φορέα με ασθενοκεντρικό χαρακτήρα που θα παρέχει διαφάνεια και αξιοπιστία. Για τις μεθόδους του ΗΤΑ που θα επιλέξει η Ελλάδα, είπε ότι θα πρέπει να ταιριάζουν στον τρόπο, με τον οποίο λειτουργεί το ελληνικό σύστημα υγείας. Πρόσθεσε ότι θα πρέπει πρώτα να θέσουμε τους στόχους που θέλουμε να επιτύχουν, όπως τη βελτίωση της ποιότητας περίθαλψης και τη μείωση των δαπανών, και στη συνέχεια να σκεφτούμε ποιους θέλουν να επηρεάσουν (ασφαλιστικό σύστημα, νοσοκομεία ή ασθενείς).
Από την πλευρά του ο Ηλίας Γιαννόγλου, αντιπρόεδρος του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (ΕΟΦ), ξεκίνησε την τοποθέτησή του με το λογοπαίγνιο ότι ο ΗΤΑ καλείται να αξιολογήσει την καινοτομία και την κενο-τομία, υποστηρίζοντας ότι θα πρέπει υπάρχει διαφάνεια και εμπιστευτικότητακατά τη διαδικασία συγκρότησής του Οργανισμού ΗΤΑ. Ο κ. Γιαννόγλου το χαρακτήρισε δύσκολο εγχείρημα. «Ξεκινάμε με την Επιτροπή, με προοπτική τη δημιουργία του Οργανισμού», σημείωσε και εκτίμησε πως πρόκειται για «εγχείρημα που δεν έχει προηγούμενο, διότι δεν υπήρξε ποτέ η προτεραιότητα διαπραγμάτευσης τιμών». Τόνισε, δε, πως υπάρχουν ζητήματα που πρέπει να αποσαφηνιστούν και ελλείμματα που δημιουργούν δυσκολίες, όπως η απουσία feedback για την πορεία των ασθενών, μετά την ένταξη μιας θεραπείας στην αποζημίωση.
Η Δέσποινα
Μακριδάκη, αντιπρόεδρος του ΕΟΦ και πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης
Φαρμακοποιών Νοσηλευτικών Ιδρυμάτων (ΠΕΦΝΙ), σημείωσε ότι χρειάστηκαν 3 χρόνια σοβαρής και
συστηματικής δουλειάς «ώστε να είμαστε μια αναπνοή από μια κατάσταση που θα μας
φέρει πριν από το νέο Φορέα». Επίσης ανέφερε ότι η διαδικασία "evidence based
decision making”
είναι ένα δυναμικό εφαλτήριο, το οποίο θα επιτρέψει την εκτέλεση των σωστών
κινήσεων. Ο χώρος της ιατρικής τεχνολογίας είναι ένας δυναμικός χώρος και οι
όποιες προσεγγίσεις θα πρέπει να είναι ξεκάθαρες και προσεκτικές όσον αφορά την
αξιοπιστία του συστήματος έναντι των ασθενών. Είναι σαφές ότι πλέον δεν θα
μιλάμε μόνο για τιμή, αλλά για την αξία ενός προϊόντος. Θα πρέπει να υπάρχει
στενή συνεργασία μεταξύ όλων των εμπλεκομένων, με αξιοποίηση της ευρωπαϊκής
εμπειρίας, στο βαθμό που αυτή συνάδει με τις αρχές μας, τις επιλογές μας και
τις ιδιαιτερότητές μας ως χώρα και ως σύστημα υγείας.