Όντας ταυτισµένο ουσιαστικά µε την πολιτιστική δραστηριότητα της Σπάρτης, το Σαϊνοπούλειο Ίδρυµα αποτελεί κατά τις τελευταίες τέσσερις και πλέον δεκαετίες ένα αναµφισβήτητο «ορόσηµο» για τα κοινωνικά και καλλιτεχνικά δρώµενα της Λακωνίας, καθώς διαδραµατίζει έναν πραγµατικά πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτά. Το εν λόγω κοινωφελές και µη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ίδρυµα παρουσιάζει µια πολύπλευρη δραστηριότητα, υλοποιώντας
µια σειρά πολιτιστικών, φιλανθρωπικών, κοινωνικών αλλά και αθλητικών στόχων, κατορθώνοντας έτσι να δίνει πίσω στην τοπική κοινωνία κάτι από το όραµα, τη δηµιουργική πνοή και τη ξεχωριστή προσωπικότητα του προέδρου του, Γεωργίου Σαϊνόπουλου.
Για την πολυεπίπεδη δραστηριότητα του ιδρύµατος και τον τρόπο µε τον οποίο η δραστηριότητα αυτή συνυφαίνεται µε την ιδιαίτερη προσωπικότητα του βραβευµένου από την Ακαδηµία Αθηνών προέδρου του Γιώργου Σαϊνόπουλου, µας µιλά ο κ. Δηµήτρης Αθανασόπουλος, γενικός γραµµατέας της Διοικούσης Επιτροπής του Σαϊνοπουλείου Ιδρύµατος και επί πολλά χρόνια στενότερος συνεργάτης του µεγάλου οραµατιστή.
Κύριε Αθανασόπουλε, το Σαϊνοπούλειο Ίδρυµα έχει συνδεθεί άρρηκτα στο µυαλό µας µε την πολιτισµική ταυτότητα της Σπάρτης. Αν ξεκινούσαµε λοιπόν τη συζήτησή µας από την ίδια την πόλη, ποια θα λέγατε ότι είναι, σε γενικές γραµµές, η εικόνα που παρουσιάζει η Σπάρτη σήµερα, τόσο σε πολιτιστικό όσο και σε ευρύτερα κοινωνικό επίπεδο;
Θα λέγαµε ότι, όσον αφορά στον πολιτισµό, η πόλη µας σήµερα προσπαθεί να φανεί αντάξια της µακράς και αξιόλογης ιστορίας της. Η Σπάρτη διατηρεί, από την αρχαιότητα ακόµη, µια τεράστια αγάπη για τη µουσική. Ας θυµηθούµε τους περίφηµους µουσικούς αγώνες στο ναό της Χαλκιοίκου Αθηνάς, αλλά και τις σύγχρονες φυσιογνωµίες των Σπαρτιατών µαέστρων Αλέκου Παναγιωτόπουλου και Μιχάλη Μαχαίρα, καθώς και αυτές των νεωτέρων τους. Συνεχίζοντας αυτή τη µακραίωνη παράδοση, πολλά από τα σηµερινά Σπαρτιατόπουλα, αλλά και άνθρωποι µεγαλύτερης ηλικίας, συµµετέχουν σε χορωδίες, µουσικά σύνολα, ασχολούνται µε την εκµάθηση µουσικών οργάνων κ.λπ. Γι’ αυτό εξάλλου και έχουν δηµιουργηθεί παραρτήµατα ωδείων και αρκετές µουσικές σχολές στην πόλη. Αλλά η δραστηριότητα αυτή επεκτείνεται και σε άλλους τοµείς.
Δεν πρέπει να ξεχνάµε µάλιστα ότι η Αρχαία Σπάρτη διέθετε θέατρο το οποίο σώζεται µεν, ωστόσο η κατάστασή του δεν επιτρέπει τη φιλοξενία παραστάσεων. Μια από τις φιλοδοξίες του Γιώργου Σαϊνόπουλου ήταν να καλύψει αυτήν ακριβώς την έλλειψη. Σήµερα, µπορούµε πλέον µε υπερηφάνεια να πούµε ότι το έχει καταφέρει. Γενικά, τα τελευταία είκοσι χρόνια, το ίδρυµα αποτελεί έναν από τους κύριους πυλώνες της πολιτιστικής δραστηριότητας του τόπου, από κοινού µε την Πνευµατική Εστία και άλλους φορείς. Όπως καταλαβαίνετε, µια τέτοια συνεισφορά στάθηκε ιδιαίτερα πολύτιµη αλλά και καθοριστική για την άνοδο του πολιτιστικού επιπέδου της Λακωνίας. Ο τέως δήµαρχος Σπάρτης κ. Δηµοσθένης Ματάλας έχει πει χαρακτηριστικά ότι «το Σαϊνοπούλειο Αµφιθέατρο διεκδικεί αξιοκρατικά περίοπτη θέση στην κατάσταση των έργων που άλλαξαν την εικόνα και την προοπτική της Σπάρτης».
Το Σαϊνοπούλειο Ίδρυµα δηµιουργήθηκε επί των ηµερών της δηµαρχίας του Γεωργίου Σαϊνόπουλου, µε τη χρηµατοδότηση συγγενών του µεταναστών στις ΗΠΑ. Πείτε µας δυο λόγια γι’ αυτήν την ενδιαφέρουσα ιστορία.
Το «Ίδρυµα Ιωάννου & Αικατερίνης Σαϊνοπούλου» ιδρύθηκε στην Oclahoma City των ΗΠΑ το 1966 από τους ελληνικής καταγωγής θείους του Γεωργίου Σαϊνόπουλου, ύστερα από πρόταση του τελευταίου.
Σκοποί του ιδρύµατος είναι η εξ ιδίων πόρων εκτέλεση διαφόρων κοινωφελών έργων, η κατασκευή ή συµβολή στην κατασκευή πάρκων, σχολείων, οικοτροφείων κ.ά., η βράβευση, διά χρηµατικού επάθλου, πρωτευσάντων µαθητών των σχολείων Δευτεροβάθµιας Εκπαίδευσης της Σπάρτης, καθώς και η οικονοµική ενίσχυση φιλανθρωπικών, αθλητικών και µουσικών συλλόγων και ιδρυµάτων, αλλά και γενικότερα η ενίσχυση ανάλογων φορέων ευρύτερης κοινωνικής στόχευσης.
Με πιο απλά λόγια, θα λέγαµε ότι η ύπαρξη και ανάπτυξη του ιδρύµατος οφείλονται στο φιλόδοξο οραµατισµό του εµπνευστή του, ο οποίος είναι προσανατολισµένος τόσο στους χώρους του αθλητισµού και του πολιτισµού, όσο και στους τοµείς της κοινωνικής και οικολογικής ευαισθητοποίησης. Πρωταρχικό µέληµα, εξάλλου, στην όλη προσπάθεια ήταν και παραµένει οι όποιες ενέργειες να εντάσσονται αρµονικά στο φυσικό περιβάλλον, αξιοποιώντας το παράλληλα στο µέγιστο βαθµό.
Μπορεί το όνοµα Σαϊνόπουλος να συνδέεται άµεσα µε το Σαϊνοπούλειο Ίδρυµα, ωστόσο ο ίδιος έχει να παρουσιάσει µια επιτυχηµένη πορεία και ως φαρµακοποιός. Μιλήστε µας για το φαρµακοποιό Γιώργο Σαϊνόπουλο.
Το «βάπτισµα του πυρός» το πήρε αµέσως µετά τις σπουδές του, κάνοντας την πρακτική του σε κεντρικότατο φαρµακείο της Αθήνας. Το 1948 εργάστηκε στο ιστορικό φαρµακείο του Καρελά στη Σπάρτη. Δύο χρόνια αργότερα αγόρασε το συγκεκριµένο φαρµακείο και το µετέφερε σε ιδιόκτητο κατάστηµα κάτω από την οικία του, στην οδό Κωνσταντίνου Παλαιολόγου 86, στην «καρδιά» της πόλης.
Είναι σηµαντικό να αναφερθεί ότι, παρότι επρόκειτο για ένα καθ’ όλα σύγχρονο φαρµακείο, ο κ. Σαϊνόπουλος επέλεξε να διατηρήσει σε περίοπτη θέση την παραδοσιακή βιεννέζικη βαζαρία του µεταφερθέντος φαρµακείου του Καρελά, διατηρώντας έτσι κάτι από την ιστορία του. Κατά τη συνήθεια της εποχής εκείνης, αλλά και λόγω της δραστηριοποίησης του κ. Σαϊνόπουλου στους τοµείς της επιστήµης, του αθλητισµού και του πολιτισµού, ο χώρος του φαρµακείου φιλοξενούσε καθηµερινά σηµαντικούς ανθρώπους της σπαρτιατικής κοινωνίας. Επρόκειτο για ένα σηµείο συνάντησης του επιστηµονικού, αθλητικού και πνευµατικού κόσµου της Σπάρτης, αλλά και για ένα µέρος όπου ο πάσχων συνάνθρωπος αναζητούσε και έβρισκε πάντοτε αγάπη και συµπαράσταση στο πρόβληµά του. Αυτό ήταν το φαρµακείο του Γιώργου Σαϊνόπουλου. Στα 35 χρόνια της πορείας του στο χώρο, ο ίδιος ουδέποτε υπήρξε µόνον επαγγελµατίας, ήταν ταυτόχρονα και λειτουργός.
Το Σαϊνοπούλειο αποτελεί σήµερα ένα υποδειγµατικό θέατρο, το οποίο δεσπόζει µε τη δράση του, αλλά και µε τον τρόπο που έχει φιλοτεχνηθεί, στην ιστορική περιοχή της Αρχαίας Σπάρτης. Λέγεται µάλιστα πως η ακουστική του είναι εφάµιλλη µε αυτή του αρχαίου θεάτρου της Επιδαύρου. Περιγράψτε µας αν θέλετε το ιστορικό της «γέννησής» του, δηλαδή µεταξύ άλλων πώς επιλέχθηκε η τοποθεσία και πώς οικοδοµήθηκε το θέατρο, κάνοντας αναφορά και σε ορισµένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του (αρχιτεκτονική, χωρητικότητα, ακουστική κ.ά.).
Τα έτη 1970 και 1971 αγοράστηκαν τρεις συνεχόµενες εκτάσεις 160 στρεµµάτων στην περιοχή «Μαγούλα», στο 4ο χιλιόµετρο της Εθνικής Οδού Σπάρτης-Καλαµάτας. Πρόκειται για µια τοποθεσία µε απαράµιλλη φυσική οµορφιά και ιστορική αξία, καθώς βρίσκεται στις παρυφές της αρχαίας Σπάρτης και στα όρια του Βυζαντινού Μυστρά.
Τα 110 στρέµµατα της παραπάνω έκτασης χρησιµοποιήθηκαν για τη δηµιουργία του Σαϊνοπουλείου ’λσους. Το εν λόγω άλσος αποτελεί παράδειγµα περιβαλλοντικής προστασίας και αγάπης για το πράσινο, ενώ προσφέρει στους επισκέπτες του την ευκαιρία να απολαύσουν όµορφους περιπάτους, αξιοποιώντας τις γραφικές ρεµατιές του, την παιδική χαρά του και τον παραδοσιακό του νερόµυλο. Να σηµειωθεί µάλιστα ότι το άλσος περιλαµβάνει 5.000 δέντρα όλων των ποικιλιών.
Σίγουρα δεν είναι τυχαίο το ότι ο συγκεκριµένος χώρος του άλσους, µε αυτή τη φυσική οµορφιά του και την ιδιαίτερη διαµόρφωσή του, «γέννησε» την ιδέα για τη δηµιουργία του Αµφιθεάτρου, το οποίο κατασκευάστηκε εξ ιδίων πόρων και µε την προσωπική επίβλεψη του Γεωργίου Σαϊνόπουλου, κατόπιν εγκρίσεως του Διοικητικού Συµβουλίου του ιδρύµατος. Ενδεικτικό της πολύ σοβαρής προετοιµασίας του όλου εγχειρήµατος είναι και το γεγονός ότι πριν αρχίσει η κατασκευή του Αµφιθεάτρου, ο πρόεδρος και η σύζυγός του, Χρυσαυγή, επισκέφθηκαν όλα σχεδόν τα αρχαία και νέα θέατρα της Ελλάδας.
Η είσοδος στο θέατρο γίνεται διά της «Οδού των Ποιητών», η οποία, χάρη σε ορισµένους εµπνευσµένους δωρητές, κοσµείται από τις προτοµές των Λακώνων λογοτεχνών Νικηφόρου Βρεττάκου και Γιάννη Ρίτσου, των αρχαίων Σπαρτιατών ποιητών Αλκµάνος και Τυρταίου, του Γιώργου Σεφέρη, αλλά και των εθνικών µας ποιητών, Κωστή Παλαµά και Διονυσίου Σολωµού. Η διαµόρφωση της οδού θα ολοκληρωθεί όταν προστεθούν δύο ακόµη προτοµές, αυτές των ποιητών Οδυσσέα Ελύτη και Κωνσταντίνου Καβάφη.
Σε ό,τι αφορά στο ίδιο το θέατρο, χαρακτηριστική είναι η αναφορά της αρχαιολόγου Στέλλας Ραυτοπούλου, η οποία σε κείµενό της για την αρχιτεκτονική των αρχαίων θεάτρων στο «Λακωνικό Ηµερολόγιο 1999» (Εκδόσεις Ιδιοµορφή) υπογραµµίζει: «Σήµερα η Λακωνία διαθέτει ένα σύγχρονο θέατρο, το οποίο καθόλου τυχαία, ακολουθεί τις βασικές αρχές, το σχήµα και τη νοοτροπία των αρχαίων θεάτρων.
Αυτό είναι η µεγάλη προσφορά του Σαϊνοπουλείου Ιδρύµατος. Κατασκευασµένο µε σύγχρονα υλικά, καλύπτει όλες τις προδιαγραφές των αρχαίων, στον προσανατολισµό, τη θέα, την ακουστική, την αµεσότητα του θεατή µε τον ηθοποιό. Χωρίζεται σε 4 κερκίδες, έχει 15 σειρές καθισµάτων και εξυπηρετεί 2000 θεατές. Ως αποτέλεσµα µάλιστα της σχετικής εµπειρίας αιώνων, οι θρόνοι της προεδρίας έχουν χρησιµοποιηθεί σε όλο το κοίλο, µε την προσθήκη ερεισίνωτων σε όλες τις σειρές και όχι µόνο στην πρώτη, πράγµα που επιτρέπει την ανετότερη παρακολούθηση των παραστάσεων…».
Αυτή ακριβώς η προσοχή σε όλες τις κατασκευαστικές λεπτοµέρειες είναι και ο λόγος για τον οποίο µεγάλοι θεατρικοί οργανισµοί, µε κορυφαίο το Εθνικό Θέατρο της χώρας µας, θεωρούν το συγκεκριµένο χώρο ως τον ιδεώδη για τη φιλοξενία των παραστάσεών τους. Το 1988 έγιναν τα ανεπίσηµα και δύο χρόνια αργότερα τα επίσηµα εγκαίνια του θεάτρου, τελετή που ευτύχησε να περιλαµβάνει µελοποιηµένα ποιήµατα του Νικηφόρου Βρεττάκου, παρουσία και του ίδιου του ποιητή. Από τότε και µέχρι σήµερα, στο Σαϊνοπούλειο Αµφιθέατρο διοργανώνεται κάθε καλοκαίρι Φεστιβάλ µε την επωνυµία «Πολιτιστικό Καλοκαίρι». Για το σκοπό αυτό µάλιστα, το Διοικητικό Συµβούλιο έχει ορίσει µια καλλιτεχνική επιτροπή, η οποία και είναι αρµόδια για την επιλογή και επιµέλεια των εκδηλώσεων.
Να σηµειωθεί ότι η τιµή του εισιτηρίου είναι προσιτή σε όλους τους θεατές, παρά το γεγονός ότι φιλοξενούµε µεγάλες παραγωγές, θεατρικές και µουσικές, της Επιδαύρου και του Ηρωδείου. Κι αυτό επειδή οι εν λόγω παραγωγές επιχορηγούνται από τους συνδιοργανωτές αλλά και από το ίδιο το Σαϊνοπούλειο Ίδρυµα, το οποίο µάλιστα καλύπτει το τελικό παθητικό των εξόδων του Φεστιβάλ από τα έσοδα της ακίνητης περιουσίας του.
Επιπλέον, προσφέρεται δωρεάν µετάβαση µε λεωφορεία από και προς το θέατρο, ενώ ένα πλήρως οργανωµένο δίκτυο ενηµέρωσης και προπώλησης εισιτηρίων λειτουργεί τόσο στην ίδια τη Λακωνία, όσο και στους όµορους νοµούς Μεσσηνίας και Αρκαδίας.
Η υπόλοιπη έκταση χρησιµοποιείται για άλλους σκοπούς;
Από τη συνολική έκταση των 160 στρεµµάτων, τα 50 έχουν παραχωρηθεί κατά χρήση στη Γενική Γραµµατεία Αθλητισµού (Γ.Γ.Α.), προκειµένου να κατασκευαστεί Εθνικό Αθλητικό Κέντρο χωρητικότητας 5000 θεατών, αξιοποιώντας και την εξαιρετική θέα της περιοχής προς τον Ταΰγετο και το Βυζαντινό Μυστρά. Δυστυχώς όµως, από το 1984 που πραγµατοποιήθηκε η παραχώρηση η Γ.Γ.Α. δεν έχει αποπερατώσει το έργο, παρά το γεγονός ότι το συµφωνητικό παραχώρησης έθετε χρονικό ορίζοντα µιας δεκαετίας. Πρόκειται για ένα θέµα που απασχολεί και προβληµατίζει έντονα τη Διοικούσα Επιτροπή.
Σε ό,τι αφορά στον υπόλοιπο χώρο, λόγω της ιδιοµορφίας του φιλοξενεί σχολικούς αγώνες δρόµου, αλλά και ποδηλατικούς αγώνες, µε κορυφαίο το Πανελλήνιο Πρωτάθληµα Ορεινής Ποδηλασίας στο αγώνισµα τετραπλού κρος.
Θα υπήρξαν οπωσδήποτε παραστάσεις ή συναυλίες στο θέατρό σας που έχουν αφήσει ιστορία στη Σπάρτη. Θα θέλατε να µας θυµίσετε κάποιες από αυτές;
Πράγµατι, υπήρξαν τέτοιες παραγωγές. Δε θα µπορούσε εξάλλου να είναι διαφορετικά, αν σκεφτεί κανείς ότι στα τόσα χρόνια λειτουργίας του Σαϊνοπουλείου, ένα πλήθος καλλιτεχνών και ανθρώπων του πνεύµατος έχουν παρελάσει από τη σκηνή, δίνοντας το ιδιαίτερο στίγµα τους.
Τι να πρωτοθυµηθεί κανείς; Μάνος Χατζηδάκις (1991), ’ννα Συνοδινού («Εκάβη» το 1994 και «Φοίνισσες» το 1997), Λυδία Κονιόρδου («Ηλέκτρα» το 1996, «Ορέστεια» το 2001 και «Μήδεια» το 2008), Λεωνίδας Καβάκος και Καµεράτα Φίλων Μουσικής Μεγάρου Μουσικής Αθηνών (1993), Σταύρος Ξαρχάκος (1995), Θανάσης Βέγγος («Ειρήνη» 1995), Ορχήστρα Σύγχρονης Μουσικής της ΕΡΤ (1993), οι συναυλίες των Μίµη Πλέσσα (2005), Χρήστου Λεοντή (2009) και Χαρούλας Αλεξίου (2002 και 2009), αλλά και τόσοι άλλοι αξιόλογοι καλλιτέχνες από την Ελλάδα και το εξωτερικό…
’ξιες αναφοράς όµως είναι και οι δύο γιορτές που οργάνωσε και επιµελήθηκε η καλλιτεχνική επιτροπή του ιδρύµατός µας για τη συµπλήρωση των 15 και 20 χρόνων λειτουργίας αντίστοιχα του Αµφιθεάτρου.
Οι επίσηµοι κρατικοί φορείς έχουν εκδηλώσει κάποιο ενδιαφέρον για το ίδρυµα και, αν ναι, πώς εκδηλώθηκε το ενδιαφέρον αυτό;
Μόνο σε επίπεδο τοπικής αυτοδιοίκησης έχει εκδηλωθεί ένα τέτοιο ενδιαφέρον. Βασικός συνδιοργανωτής του Φεστιβάλ µας είναι από την πρώτη στιγµή ο Δήµος Σπαρτιατών, ενώ µετέχουν επίσης ως συνδιοργανωτές η Τοπική Ένωση Δήµων και Κοινοτήτων Λακωνίας, ο Οργανισµός Πολιτιστικής Ανάπτυξης της Νοµαρχιακής Αυτοδιοίκησης, καθώς και ο Δήµος Μυστρά. Τέλος, αξιόλογη είναι και η συµβολή της Πνευµατικής Εστίας Σπάρτης.
Ποια είναι η σηµερινή φυσιογνωµία αλλά και το πολιτιστικό «στίγµα» του Σαϊνοπουλείου Ιδρύµατος, τόσο για την περιοχή όσο και σε πανελλαδικό επίπεδο;
Νοµίζω ότι στην ερώτησή σας απαντά µε τον καλύτερο τρόπο η παρακάτω παράγραφος της Λυδίας Κονιόρδου, όπως την έγραψε στο Βιβλίο Εντυπώσεων του Φεστιβάλ: «Μόνο ευχαριστίες και θαυµασµό µπορεί να εκφράσει κανείς γι’ αυτό το πραγµατικά µοναδικό στα ελληνικά δεδοµένα έργο που έχει συντελεσθεί στη Σπάρτη, µε εµπνευστή τον κύριο Σαϊνόπουλο και τη σύζυγό του. Ένα έργο φτιαγµένο µε µεράκι, µε έγνοια, µε γούστο και πάνω απ’ όλα µε αγάπη. Με τέτοια αγάπη ερχόµαστε πάντα στη Σπάρτη και στο Σαϊνοπούλειο Θέατρο, θέλοντας µε την εκάστοτε δουλειά µας να ανταποδώσουµε αυτή τη ζεστασιά, αυτό το σπάνιο ενδιαφέρον όχι µόνο στα λόγια αλλά και στα έργα. Ένα µεγάλο ευχαριστώ από ψυχής».
Οι Λάκωνες ανταποκρίνονται στα πολιτιστικά εγχειρήµατα του Σαϊνοπουλείου;
Οι συµπατριώτες µας πραγµατικά συρρέουν από κάθε γωνιά του νοµού Λακωνίας, προκειµένου να παρακολουθήσουν τις παραστάσεις µας, αλλά και να τις επιβραβεύσουν µε το ζεστό τους χειροκρότηµα. Επίσης, πολλοί φίλοι του πολιτισµού από τους όµορους νοµούς - και όχι µόνο - επισκέπτονται κάθε καλοκαίρι τη Σπάρτη, µε αφορµή το συγκεκριµένο Πολιτιστικό Φεστιβάλ. Οφείλουµε λοιπόν ένα µεγάλο ευχαριστώ στον «επώνυµο» και «ανώνυµο» κόσµο που µας τιµά µε την παρουσία του.
Ποια είναι τα µελλοντικά σχέδια (άµεσα και έµµεσα) τόσο για το θέατρο του ιδρύµατος όσο και για το Σαϊνοπούλειο γενικότερα;
Ο στόχος είναι ένας και µοναδικός: η εκπλήρωση των σκοπών του ιδρύµατος, αλλά και η συνεχής προσπάθεια για προσφορά στον τόπο, όπως την έχει οραµατιστεί ο Γιώργος Σαϊνόπουλος. Σε µεσοπρόθεσµο ωστόσο επίπεδο, η διοίκηση του ιδρύµατος θα δροµολογήσει τη διεύρυνση των πολιτιστικών του δραστηριοτήτων, συµπεριλαµβάνοντας, µεταξύ άλλων, την περαιτέρω αξιοποίηση του άλσους.
Ολοκληρώνοντας, ας µιλήσουµε για τη βράβευση του κ. Σαϊνόπουλου από την Ακαδηµία Αθηνών, το Δεκέµβριο του 1990. Σε ποιο ιδιαίτερο στοιχείο της πορείας του αφορά αυτή και τι σηµαίνει για τον ίδιο, αλλά και για το Ίδρυµα γενικότερα;
«Διά την από µακρού χρόνου αξιόλογον κοινωφελή τε και πολιτιστικήν αυτού δράσιν», διαβάζουµε στο εν λόγω βραβείο.
Με δεδοµένη την πολυδιάστατη προσφορά του Γιώργου Σαϊνόπουλου, θεωρώ πως η βράβευσή του από την Ακαδηµία δεν ήρθε παρά ως αναγνώριση της διττής ικανότητάς του να οραµατίζεται και να υλοποιεί, µε γνώµονα πάντοτε το κοινό καλό. Υπ’ αυτή την έννοια η εν λόγω βράβευση, όπως και εκείνες που έγιναν και γίνονται σε τοπικό επίπεδο, δικαιώνουν κάθε µας προσπάθεια.
Γεννηµένος το 1914, ο Γιώργος Σαϊνόπουλος έζησε τα πρώτα χρόνια της ζωής του στη Σπάρτη του Μεσοπολέµου. Η απόφασή του να σπουδάσει στη Φαρµακευτική Σχολή τον οδήγησε στην Αθήνα, όπου παράλληλα µε τις σπουδές του πήρε και µαθήµατα βιολιού στο Ελληνικό Ωδείο. Το 1948 επέστρεψε στη γενέτειρά του και άσκησε το επάγγελµα του φαρµακοποιού, από το οποίο συνταξιοδοτήθηκε 35 χρόνια αργότερα. Όλα αυτά τα χρόνια, το φαρµακείο του στην «καρδιά» της Σπάρτης υπήρξε τόπος συνάντησης και γόνιµου διαλόγου για όλους τους πολιτιστικά και κοινωνικά ενεργούς πολίτες της πόλης, αλλά και σηµείο παροχής υγειονοµικής φροντίδας και συµπαράστασης για οποιονδήποτε το είχε ανάγκη. Η αγάπη για την πόλη του αποτέλεσε την κινητήριο δύναµή του κατά τις δύο γόνιµες δηµαρχιακές του θητείες, τις περιόδους 1964-1967 και 1975-1978, καθώς παρά την επτάχρονη παύση του από τη δικτατορία, οι συγκεκριµένες θητείες συνδέθηκαν µε πολύ σηµαντικό έργο σε τοµείς όπως η ύδρευση, το αποχετευτικό, η καθαριότητα, οι εφαρµογές σχεδίου πόλεως, αλλά και η τοποθέτηση προτοµών, ο εξωραϊσµός πάρκων, η κατασκευή πλατειών κ.ά. Σε αυτή εξάλλου την ακάµατη δραστηριότητα χρωστάει και το χαρακτηρισµό του «εξωραϊστή» δηµάρχου που τον συνοδεύει. Μεγάλο του δηµιούργηµα ωστόσο είναι το ίδρυµα που φέρει το όνοµα της οικογένειάς του, ένα ίδρυµα – τοµή για τα σύγχρονα πολιτιστικά δεδοµένα της Λακωνίας, η πολύ σηµαντική πολιτιστική και κοινωνική προσφορά του οποίου έχει αναγνωριστεί και µέσω της βράβευσης του ίδιου του κ. Σαϊνόπουλου από την Ακαδηµία Αθηνών.