Ανισότητα στην πρόσβαση για τη διάγνωση και τη θεραπεία του καρκίνου του πνεύμονα αντιμετωπίζουν οι Ευρωπαίοι, όπως αποκάλυψε έκθεση της Lung Cancer Europe (LuCE), συλλόγου που υποστηρίζει τους ασθενείς σε ευρωπαϊκό επίπεδο και τις ευρωπαϊκές πολιτικές που θα οδηγήσουν σε βελτίωση της πρόληψης, έγκαιρης διάγνωσης και θεραπείας.
Στην έκθεση επισημαίνονται τα διαφορετικά πρότυπα διάγνωσης και περίθαλψης που διατίθενται στους πολίτες των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) και τον άνισο αντίκτυπο των εθνικών πολιτικών στην υγεία των ασθενών.
Οι καινοτόμες μοριακές εξετάσεις βελτίωσαν την ασφάλεια και την ακρίβεια της διαγνωστικής διαδικασίας, η διαθεσιμότητά τους σε ολόκληρη την Ε.Ε. είναι αποσπασματική.
Επίσης, το γεγονός ότι τα φάρμακα εγκρίνονται από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (EMA) δεν συνεπάγεται ότι όλοι οι Ευρωπαίοι ασθενείς έχουν ίση πρόσβαση σε ενδεχομένως σωτήρια φάρμακα. Ένα παράδειγμα που αναφέρεται στην έκθεση δείχνει πως η Γερμανία παρείχε στους ασθενείς πλήρη πρόσβαση σε φάρμακα που εγκρίθηκαν από τον EMA για έξι είδη καρκίνου μεταξύ 2006 και 2016, ενώ η Σκωτία περιορίζει την πρόσβαση στο 63% των ίδιων φαρμάκων.
Το φαινόμενο δεν είναι μόνο θέμα διαθεσιμότητας, αλλά και κόστους: τα εθνικά συστήματα υγείας στην ανατολική Ευρώπη ήταν λιγότερο πιθανό να καλύψουν το κόστος των καινοτόμων φαρμάκων για τον καρκίνο, ενώ στη δυτική Ευρώπη τα φάρμακα αυτά είναι συνήθως διαθέσιμα και επιδοτούνται πλήρως. Ωστόσο, ακόμα κι αν οι ασθενείς μπορούν να πληρώσουν για τα φάρμακά τους, δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι θα έχουν πρόσβαση στη νοσοκομειακή περίθαλψη που χρειάζονται, σύμφωνα με την LuCE.
Επιπλέον, αν και από το 2009 έχει ξεκινήσει η Ευρωπαϊκή Σύμπραξη για τη Δράση κατά του Καρκίνου (EPAAC), προκειμένου να βοηθηθούν κράτη μέλη να αναπτύξουν σχετικά εθνικά σχέδια, πολλές χώρες της ανατολικής Ευρώπης δεν έχουν ειδικά μέτρα για την αντιμετώπιση του καρκίνου του πνεύμονα και όσες υιοθετούν τέτοια μέτρα, όπως η Πολωνία, διατηρούν τιμωρητική στάση.
Η LuCE ζητά μια εναρμονισμένη προσέγγιση όσον αφορά την περίθαλψη του καρκίνου και μεγαλύτερες προσπάθειες για την προώθηση προληπτικών πολιτικών. Επίσης ζήτησε μεγαλύτερη ενσωμάτωση των υπηρεσιών για τον καρκίνο «ώστε οι ασθενείς που ζουν σε απομακρυσμένες περιοχές να έχουν την ίδια πρόσβαση στην εξειδικευμένη τεχνογνωσία, όπως οι ασθενείς σε μεγάλες αστικές περιοχές».