Σοβαρές καταγγελίες για την παρασκευή των κυτταροστατικών φαρμάκων, τα οποία χορηγούνται εν συνεχεία σε καρκινοπαθείς ασθενείς που υποβάλλονται σε χημειοθεραπεία, κάνει η Ένωση Νοσηλευτών Ελλάδος (ΕΝΕ).
Όπως τονίζει η Ένωση σε σημείωμά της, οι νοσηλευτές των κρατικών νοσοκομείων αναγκάζονται να συμμετέχουν οι ίδιοι σε αυτή τη διαδικασία, τη στιγμή μάλιστα που αυτό απαγορεύεται ρητώς από την κείμενη νομοθεσία ενώ ενέχει σοβαρότατους κινδύνους για την υγεία των εργαζομένων.
Η ΕΝΕ οφείλει να υπογραμμίσει την επικινδυνότητα της διαδικασίας παρασκευής των χημειοθεραπευτικών φαρμάκων καθώς πρόκειται για φάρμακα υψηλής τοξικότητας, τα οποία «δύνανται να έχουν μεταλλαξιογόνες και καρκινογόνες επιδράσεις σε υγιείς οργανισμούς, εάν έρθουν σε επαφή με το δέρμα ή προκαλέσουν μόλυνση μέσω του αναπνευστικού συστήματος. Αυτομάτως γίνεται αντιληπτό, ότι η παρασκευή τέτοιων φαρμάκων πρέπει να γίνεται υπό αυστηρούς όρους υγιεινής και ασφάλειας, ήτοι από εξειδικευμένο προσωπικό με κατάλληλο εξοπλισμό και σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους. Σε διαφορετική περίπτωση, όπου δεν λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα προφύλαξης, τίθεται ευθέως σε κίνδυνο η υγεία τόσο των νοσηλευομένων ασθενών, όσο και του προσωπικού των νοσηλευτικών ιδρυμάτων», σημειώνουν τα μέλη της Ένωσης.
Η νομοθεσία καθιστά σαφές πως η παρασκευή των χημειοθεραπευτικών φαρμάκων στα νοσοκομεία οφείλει να διενεργείται από εξειδικευμένο προσωπικό, διαθέτον τις απαιτούμενες προς αυτό γνώσεις και φέρον τον απαραίτητο εξοπλισμό, σε χώρους ειδικώς και καταλλήλως διαμορφωμένους. Πιο συγκεκριμένα, το αρμόδιο εν προκειμένω προσωπικό είναι οι νοσοκομειακοί φαρμακοποιοί, κλάδος που δημιουργήθηκε δια του άρθρου 89 του Νόμου 2071/1992.
Θυμίζουμε τέλος ότι στις 6/9/20216 με αρ. πρωτ. Γ4α/Γ.Π,66007 εγκύκλιο του Υπουργείου Υγείας, προκύπτει ότι κανένας νοσηλευτής δεν πρέπει να συμμετέχει στις διαδικασίες διάλυσης των εν λόγω φαρμάκων και ανασφαλούς χορήγησής τους στους ασθενείς.