Καλωσήλθατε στο ειδησεογραφικό site του Φαρμακευτικού Κόσμου. 'Αμεση, έγκυρη και ποιοτική ενημέρωση για το φάρμακο και την υγεία.
Επάγγελμα: Φαρμακοποιός

τελευταία νέα


Ντίνος Θεογιάννης

16/12/2011
Ο Ζορμπάς της Καρδίτσας
Εκτύπωση
Μεγέθυνση Γραμμάτων Σμίκρυνση Γραμμάτων Αρχικό Μέγεθος


Εκείνο το απόγευμα του Μαΐου μας ξενάγησε στο κτήμα του, το «Κτήμα Έλενα», στην πλαγιά της Τζανή-Μαγούλας, λίγο έξω από τους Σοφάδες. Στην παλιά κτηνοτροφική μονάδα του αείμνηστου Μπάρμπα-Γιώργου, του τσέλιγκα πατέρα του, μας έδειξε με καμάρι τα έργα των χεριών του. Πρώτα τη μικρή λιμνούλα με τα κοκκινόψαρα, τις πάπιες και τις χήνες, τα μελίσσια, τα κοτέτσια, το γάιδαρο, τον αμπελώνα του. Ύστερα το ησυχαστήριό του, το λαογραφικό μουσείο με το σκαφίδι, τα άροτρα, τα δεκάδες αντικείμενα από το χωράφι, το σπίτι, το μαντρί. Στον ίδιο χώρο και το ταβερνείο του. «Εγώ πρώτα είμαι μάγειρας, μετά οινοπαραγωγός και μετά φαρμακοποιός», μας δήλωσε χωρίς δισταγμό. Και έπειτα μας πήγε δίπλα και μας έδειξε με την ίδια περηφάνια και το μαντρί του αδελφού του, του Τάκη, με τα αυτόματα αρμεκτικά, τους συλλέκτες γάλακτος, τις παγολεκάνες, τα αρνιά τους.

Κι όσο μας έτρεχε από κει κι από δω, με νεύρο, με φωνή, δείχνοντας, χειρονομώντας, απλώνοντας τα μεγάλα χέρια του, σαν να ήθελε να σκεπάσει όλο το κτήμα, τα κάθε λογής φυτρώματα, τα ζώα, τα δέντρα, τα σκόρπια εργαλεία, μέχρι εκεί που έφτανε το μάτι, μου ήρθε στο νου ο Αλέξης Ζορμπάς. Το γνώρισμά του να εκφράζει αυθεντικά, με παιδική κάποτε αφέλεια, τη σχέση αρμονίας με τη φύση και τις αξίες της.

Το βράδυ, με τον Διόσκουρό του, φαρμακοποιό από τον Παλαμά, Κώστα Μουρατιάν, στήσανε στο ταβερνείο γλέντι, με κομπανία από την Καρδίτσα, μπουζούκι, μπαγλαμά, κιθάρα, και άλλους καλεσμένους από την Λέσχη Οινοφίλων. Και ανάμεσα στα ρεμπέτικα του Μάρκου, στα χασάπικα και τα ζεϊμπέκικα, το κρασί και τα μαγειρέματά του, με φωνές, αστεία και πειράγματα, τραγούδια, κεράσματα και προπόσεις, την ώρα που ο κάμπος αντιβοούσε από τις μπαταριές του, τον είδα με τον ίδιο τρόπο του μυθιστορηματικού ήρωα του Καζαντζάκη: να χαίρεται με όλες του τις αισθήσεις, να δίνεται ολόκληρος, ελεύθερος στη χαρά και την απόλαυση, στην παρέα και το μεθύσι.

«Να πέφτεις όπου να’ ναι με τα μούτρα. Να πέφτεις με τα μούτρα στη δουλειά, στο κρασί, στον έρωτα και να μη φοβάσαι το Θεό μήτε το διάολο. Αυτό θα πει παλικάρι.» (Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, 1981: 278).

Πώς βρέθηκες παράλληλα με το φαρμακείο να συντηρείς το δικό σου κτήμα;

Το μικρό κτήμα που βρισκόμαστε αγοράστηκε από τον πατέρα μου περί το 1949. Παλαιότερα στο λόφο αυτό, που το όνομά του είναι Τζανή-Μαγούλα υπήρχαν οι αμπελώνες του Τούρκου Αγά που ζούσε εδώ. Τα τούρκικα κονάκια υπήρχαν μέχρι το 1960 περίπου. Δυστυχώς όμως είμαστε στην Ελλάδα και δεν σώθηκε σχεδόν τίποτα.
Ο πατέρας μου λοιπόν είχε φτιάξει εδώ μια μονάδα με πρόβατα, την οποία διατηρεί και σήμερα στο κτήμα ο αδελφός μου, ο Τάκης. Κυρίως από τότε που γύρισα από την Ιταλία, ασχολούμαι κι εγώ σχεδόν με όλα.

Πού σπούδασες στην Ιταλία;

Σπούδασα στη Μπολόνια και τελείωσα στη Μεσίνα. Την αγαπώ πολύ τη Μπολόνια, αν δεν πάω δυο-τρεις φορές το χρόνο, δεν μπορώ. Είναι ο κόσμος που σε τραβάει, είναι όλα.
Στην Ιταλία γνώρισα και τη γυναίκα μου, την Έλενα. Είναι Ιταλίδα, από την Καλαβρία. Η Έλενα έχει φροντιστήριο Αγγλικών στους Σοφάδες. Μαζί αποκτήσαμε δύο κόρες. Η ’ντα τελειώνει Φαρμακευτική στο Μιλάνο και η Τζιώρτζια Ιταλική Φιλολογία στη Θεσσαλονίκη.
Και βέβαια το λιγότερο που μπορούσα να κάνω για την Έλενα που έκανε τη θυσία να αφήσει την Ιταλία και να ζήσει στους Σοφάδες ήταν να δώσω το όνομά της στο κτήμα.

Ήταν σημαδιακή λοιπόν η Ιταλία για σένα.

Ναι. Αρκεί να σου πω ότι την υγεία μου τη βρήκα στην Ιταλία το 1971. Στα δεκαεφτά μου, το 1968, έπαθα ένα ατύχημα στην Καρδίτσα με μηχανάκι, έπεσα και έσπασα το γόνατό μου, αλλά μου έκανε μόλυνση, οστεομυελίτιδα. Από τότε άρχισε μια περιπέτεια. Ήμασταν και αντιφρονούντες, και τότε επί χούντας δεν μας άφηναν να βγούμε έξω. Τέλειωσα εδώ το λύκειο με πατερίτσες. Κάποια στιγμή με άφησαν και την κοπάνησα στην Ιταλία. Στη Μπολόνια έκανα δύο εγχειρίσεις και μία σε ένα νοσοκομείο στη βόρεια Ιταλία, στο Belluno, το Cortina d’ Ampezzo, ειδικά για οστεομυελίτιδες. Κι εκεί είδα την υγειά μου. Έκατσα μέσα 18 μήνες.
Σημαντικό ρόλο σε όλη αυτή την περιπέτεια έπαιξε η παρουσία της αδελφής μου, της Ελένης, που ήταν πάντα δίπλα μου στις πιο δύσκολες στιγμές. Η Ελένη τελείωσε Ιατρική και τώρα ζει και εργάζεται στο Λαγκαδά Θεσσαλονίκης.
Είχα μεγάλη περιπέτεια. Αλλά είχα τόση όρεξη μετά για ζωή που όταν γύρισα στη Μπολόνια, επειδή μου άρεσε η μαγειρική, ανοίξαμε μαζί με κάτι φίλους Ιταλούς μια osteria —οι οστερίες είναι σημεία πώλησης κρασιών, με κρύα πιάτα κλπ.— κι εγώ έφτιαχνα την ελληνική κουζίνα εκεί. Λεγόταν Vini d’ Italia, όλοι οι φοιτητές που πέρασαν τότε από τη Μπολόνια την ήξεραν. Δούλεψα από το 1974 ως το 1979 εκεί σαν μάγειρας.
Μόλις ήρθα εδώ το πρώτο που άνοιξα ήταν καφετέρια, με άλλους δύο. Πρώτα άνοιξα την καφετέρια και μετά το φαρμακείο. Την είχα μέσα μου αυτή τη δουλειά.

Πώς και ακολούθησες τότε τη φαρμακευτική;

Περισσότερο ήταν το μεράκι του πατέρα μου να γίνω φαρμακοποιός. Πήγα λοιπόν στην Ιταλία, πήρα πτυχίο το ’80 και γύρισα, και το ’81 άνοιξα φαρμακείο στους Σοφάδες. Σιγά-σιγά βέβαια καταφέραμε και κάτι κάναμε, μια οικογένεια, η Έλενα με το φροντιστήριο κι εγώ με το φαρμακείο. Τώρα έχω δυο βοηθούς. Βέβαια, πια έχω κουραστεί λίγο από το φαρμακείο.
Εγώ για να πω την αλήθεια, δεν εμβαθύνω πολύ στα φαρμακευτικά. Εμένα ο επιστημονικός μου σύμβουλος, ο φαρμακευτικός μου σύμβουλος, είναι ο κολλητός μου φίλος, ο Κώστας ο Μουρατιάν, που είναι κι αυτός φαρμακοποιός στον Παλαμά. Όταν προκύψει κάτι, τον ρωτάω. Δεν ντρέπομαι να το πω, γιατί δεν μπορείς να κάνεις ότι τα ξέρεις όλα. Δεν εμβαθύνω, ενώ ο Κώστας είναι αλλιώς. Μόνο σε ένα πράγμα δεν τον συμβουλεύομαι: τι να κάνω τα λεφτά, γιατί δεν έχω: τα τρώω! Είπαμε, πόσα έχουμε; Όσα φτάνουν για να περνάμε καλά!

Στο κτήμα πότε έρχεσαι;

Έρχομαι τα μεσημέρια, μετά το φαρμακείο. Δουλεύω στο κτήμα. Είναι κουραστικό πολλές φορές, αλλά είναι κάτι που μ’ αρέσει. Είναι και το ησυχαστήριό μου εδώ. Είχαμε βέβαια μια ατυχία πριν από πέντε χρόνια, που είχε καεί όλο, όμως το φτιάξαμε πάλι. Ξέρεις, όταν καίγεται κάτι, γίνεται καλύτερο. Τα μοναστήρια γίνανε, λέει, ωραία γιατί όλα τα μοναστήρια κάηκαν μια φορά, οπότε τη δεύτερη ήξεραν να τα φτιάξουν.

Τι καλλιεργείς;

Έβαλα το πρώτο αμπέλι πριν από δέκα χρόνια και σήμερα έχω γύρω στις 4.500 ρίζες. Είναι σειρά Καμπερνέ, Μερλό και Σιράχ για κόκκινο κρασί, και πέρυσι βάλαμε και χίλια κλήματα Σαντονέ για λευκό κρασί. Τώρα έχω έναν άλλον αμπελώνα σε άλλο χωριό, αλλά σιγά σιγά επεκτείνομαι κι εδώ. Αλλά πάω πολύ σιγά με τις δυνάμεις μου, δεν κάνω άλματα, δεν παίρνω δάνεια, γιατί δεν είναι και η δουλειά μου, είμαι φαρμακοποιός. Αλλά επειδή κάνω κάτι που βγαίνει καλό, συνεχίζω. Πέρυσι έβγαλα 2,5 χιλιάδες μπουκάλια, γιατί πάω σιγά σιγά —δεν είναι μόνο ο αμπελώνας είναι και τα μέσα που θέλουμε για το κρασί. Για φέτος υπολογίζω να βγάλω γύρω στα 4-5 χιλιάδες μπουκάλια.

Πώς το φτιάχνεις λοιπόν το κρασί;

Πατάμε έξω τα σταφύλια και στο αποστακτήριο γίνεται η ζύμωση. Κάθεται εκεί δυο μήνες, με θερμοκρασία σταθερή, αφού βράσει, και μετά το φιλτράρουμε και το μεταφέρουμε στα υπόγεια για να ωριμάσει. Το κρασί είναι σαν το μικρό παιδί. Ο πρώτος και ο δεύτερος μήνας είναι οι πιο σημαντικοί και θέλει μεγάλη προσοχή. Θέλει καθαριότητα το κρασί και θέλει θερμοκρασία σταθερή. Το κάθε κρασί θέλει τη δική του θερμοκρασία στη ζύμωση, άλλη το λευκό και άλλη το ερυθρό.
Το κρασί εδώ είναι καθαρά οικολογικό, δεν υπάρχει τίποτα άλλο, ούτε καν λίπασμα, γιατί ρίχνουμε την κοπριά από τα πρόβατα, οπότε δεν υπάρχει ανάγκη να το βοηθήσουμε. Βάζουμε μόνο απολυμαντικό, bisulfite για την οξείδωση. Τίποτε άλλο.

Και πώς διαθέτεις το κρασί;

Τα περισσότερα μέχρι τώρα τα κάνω δώρο στους πελάτες μου... Επειδή εδώ είναι κλειστή κοινωνία, δεν είναι Αθήνα, εδώ έχουμε άριστες σχέσεις με τους πελάτες μας, οπότε έρχονται και μου λένε «Ντίνο, αφού φτιάχνεις κρασί, δώσε μας». Ειδικά τα Χριστούγεννα δίνω πολύ κρασί, 500-600 κιλά. Πέρυσι όμως πούλησα μπουκάλια, πούλησα και στην Αθήνα.

Έχετε και άλλους μικρούς παραγωγούς στην περιοχή;

Στην περιοχή μας και γενικά στο νομό Καρδίτσας τα τελευταία χρόνια έχουν αναπτυχθεί πολλοί μικροί αμπελώνες από παραγωγούς με όρεξη για δουλειά και πολύ μεράκι.
Πριν 8 περίπου χρόνια ιδρύθηκε η Λέσχη Οινοφίλων Καρδίτσας. Είμαστε γύρω στα 150 μέλη αυτή τη στιγμή, λάτρεις του καλού κρασιού που κάνουμε επισκέψεις σε μεγάλα οινοποιεία της Ελλάδας και του εξωτερικού και έτσι μαθαίνουμε καινούργιες τεχνικές για το αμπέλι και το κρασί. Τις προάλλες ήμασταν στη «Βίβλια Χώρα» του Γεροβασιλείου στην Καβάλα, που είναι εντυπωσιακή. Πέρυσι είχαμε πάει στην Τοσκάνη, πρόπερσι στη Βαρκελώνη. Μιλάμε με οινολόγους, που μας συμβουλεύουν. Δεν μπορούμε εμείς οι μικροί να φτάσουμε στην ποιότητα τους μεγάλους παραγωγούς, γιατί έχουν τα μέσα, αλλά σαν αγνότητα δεν παιζόμαστε.

Φαίνεται πάντως πως έχεις μεγάλη αγάπη στο κρασί.

Είμαι ερωτευμένος! Αλλά φτιάχνω και γκράπα, απόσταγμα παλαιωμένο σε δρύινο βαρέλι, το κάνω όμως πριβέ, για φίλους. Έχω άδεια για να το αποστάζω, αλλά δεν έχω άδεια εμφιάλωσης. «Τσίπουρο το μαντρί» λέγεται.

Τι άλλο έχεις στο κτήμα σου;

Έχουμε κότες, μελίσσια, αλλά το κυριότερο είναι τα πρόβατα. Ο πατέρας μου ήταν τσέλιγκας, κι εμείς κρατήσαμε την παράδοση, περισσότερο βέβαια ο αδελφός μου, ο Τάκης, γιατί εγώ δεν έχω και χρόνο. Ο Τάκης γνωρίζει 350 πρόβατα, ποιο αρνί έχει η κάθε προβατίνα, τι αρνί έκανε πέρυσι και τι γάλα πιάνει η κάθε προβατίνα. Έχουμε βάλει εδώ και 5-6 χρόνια και μηχανήματα για το άρμεγμα, που είναι και πιο σύγχρονα και πιο γρήγορα —πριν ήταν με το χέρι. Έρχεται ο γαλατάς κάθε δυο μέρες, όταν γεμίζουν οι παγολεκάνες, και το παίρνει, 300-400 κιλά γάλα.

Οπότε έχετε κάποιο κέρδος;

Εγώ πιστεύω ότι όποιος δουλεύει τα βγάζει πέρα. Εδώ στην Ελλάδα θέλουνε να βγάζουν λεφτά και να μη δουλεύουν. Δεν γίνεται. Δεν μπορεί να έχεις στο σπίτι BMW, να έχεις τζιπ, να έχεις τρακτέρ 200 άλογα και να κάθεσαι στο τσιπουράδικο να μη δουλεύεις. Κι όταν μας λέει η Μέρκελ ύστερα ότι δεν σας δίνω λεφτά να πάτε διακοπές, διαμαρτυρόμαστε. Μα, έχει δίκιο. Με τι λεφτά θα πας; Δούλεψες;
Εγώ, θα πεις αστείο είναι, αλλά πέρυσι μπορεί να πούλησα χίλια αβγά. Έβγαζα σαράντα αβγά την ημέρα. Τι είναι χίλια αβγά; Χίλια ευρώ, πεντακόσια ευρώ. Πούλησα και πεντακόσια κιλά κρασί. Λίγο, δεν έχει σημασία πόσο, αλλά τα έξοδά μου τα έβγαλα. Όμως οι περισσότεροι δεν το κάνουν αυτό. Είμαστε Έλληνες.
Όσοι ζήσαμε στην Ιταλία πήγαμε πέρυσι εκδρομή στην Τοσκάνη. Περάσαμε από τη Μπολόνια κι από άλλα μέρη κι βλέπαμε τους αγρότες στα χωράφια να κλαδεύουν, να κάνουν δουλειές. Και τους έλεγα ότι αν πάμε στην Καρδίτσα να περάσουμε μέσα από τα χωράφια, δεν υπάρχει ούτε ένα δέντρο να ισκιώσουν, να καθίσουν το μεσημέρι.

Πώς κινείται τότε η ύπαιθρος, η αγροτιά;

Όπως σε όλους τους, τομείς υπάρχει κρίση. Και υπάρχει σαφώς και ευθύνη του κράτους. Έχουμε έναν εύπορο τόπο, αλλά δυστυχώς τα τελευταία 20 χρόνια δεν έγινε τίποτα από την πολιτεία να βοηθήσει την παραγωγή. Λόγια, λόγια και τίποτα άλλο. Θα μπορούσαν με την παραγωγή οι αγρότες όχι μόνο να καλύψουν την ελληνική αγορά αλλά να γίνουμε χώρα εξαγωγών και όχι να εισάγουμε ακόμα και κρεμμύδια από την Τουρκία. Έγινε π.χ. το φράγμα του Σμόκοβου, μετά από ταλαιπωρία 25 χρόνων. Ακόμα όμως οι αγρότες ποτίζουν με τις γεωτρήσεις, το νερό χάνεται στη θάλασσα. Γιατί αυτό; Γιατί απλούστατα είμαστε στην Ελλάδα. Και τα αρδευτικά έργα που θα βοηθήσουν στην παραγωγή ακόμα τα περιμένουμε.
Αλλά πληγή είναι κι οι επιδοτήσεις. Εδώ τοπογραφικά βγάλανε 70.000 στρέμματα επιπλέον απ’ ό,τι είναι όλη η Θεσσαλία, γιατί σε τόσα στρέμματα παίρνουν επιδοτήσεις. Ένας μπορεί να είχε 50 στρέμματα στάρι και έλεγε ότι είχε 420 ή 1000. Τους έκαναν τεμπέληδες. Ήρθε πριν από δεκαπέντε χρόνια ο Γιώργος, ο Αλβανός που έχω επιστάτη στο κτήμα, το δεξί μου χέρι, έκανε βίλα στην Αλβανία, έκανε σπίτι, πάντρεψε παιδιά, και στους δικούς μας τους τα παίρνουν οι τράπεζες. Είναι λυπηρό αυτό το πράγμα.

Εσένα όμως σ’ αρέσει η δουλειά.

Κοίταξε, αν δεν έχεις αγάπη, δεν γίνεται. Εδώ ήρθαν άλλοι κι έφτιαξαν φάρμα που ήθελαν να τη ρυθμίζουν με το κομπιούτερ. Αυτοί όμως δεν ξέρουν τι θέλει ο γάιδαρος, τι θέλει το πρόβατο. Πώς θα γίνει; Χάθηκαν όλα.
Πρέπει να αγαπάς κάτι. Εσύ αγαπάς το γράψιμο, αγαπάς το ψάξιμο, ήρθες εδώ. Έτσι κι εγώ από τη μεριά μου αγαπώ τη δουλειά εδώ στο κτήμα.
Εκτύπωση
Μεγέθυνση Γραμμάτων Σμίκρυνση Γραμμάτων Αρχικό Μέγεθος

Διαβάστε επίσης

Είκοσι δύο χρόνια μετά την πρώτη έκδοσή του
Με συνεργασία του υπ. Παιδείας και της ΠΕΦ






Σχετικά άρθρα

Επανακυκλοφορεί το «Επί του Εργαστηρίου» ανανεωμένο και επικαιροποιημένο
Είκοσι δύο χρόνια μετά την πρώτη έκδοσή του
Δημιουργείται πειραματική ειδικότητα παρασκευαστή φαρμάκου στα ΣΑΕΚ
Με συνεργασία του υπ. Παιδείας και της ΠΕΦ
ΕΛΣΤΑΤ: Μειώθηκε ο αριθμός των φαρμακείων και των φαρμακαποθηκών
Παραμένει όμως σε υψηλά επίπεδα η πυκνότητά τους
ΠΦΣ: Η περίοδος υποβολής τιμολογίων για τη δράση του καρκίνου του παχέος εντέρου είναι 27-31/12
Καλεί τα προγράμματα φαρμακείου να έχουν διαθέσιμα τα πρότυπα τιμολόγια της ΗΔΙΚΑ