Νόμιμη κρίθηκε από την Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων η αναγραφή του Αριθμού Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισης (ΑΜΚΑ) των γιατρών και φαρμακοποιών στα συνταγολόγια των ασφαλιστικών οργανισμών.
Σύμφωνα με την υπ’ αριθμόν 56/2010 απόφαση της Αρχής, η αναγραφή του ΑΜΚΑ είναι νόμιμη, καθώς αφορά επεξεργασία απλών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Κατά πλειοψηφία, τα μέλη της Αρχής έκριναν ότι δεν θίγεται υπέρμετρα η προσωπικότητα των γιατρών και των φαρμακοποιών, καθώς αποκαλύπτεται εμμέσως η ηλικία τους, αλλά αυτό γίνεται σε περιορισμένο αριθμό ασθενών. Ως προς τους ασθενείς, η αποκάλυψη της ηλικίας τους κατά τη συνταγογράφηση δεν επηρεάζει την επιλογή του γιατρού. Ως προς την ειδικότητα των γιατρών που συνταγογραφούν σύμφωνα με την απόφαση της αρχής, αυτή αποτελεί απλό προσωπικό δεδομένο και αποκαλύπτεται νομίμως στα συνταγολόγια ως στοιχείο της ιατρικής σφραγίδας και όχι μέσω του ΑΜΚΑ.
«Η μοναδικότητα του ΑΜΚΑ και οι εξαιρετικά δυσμενείς δημοσιονομικές συνθήκες δικαιολογούν την άμεση εφαρμογή του μέτρου, όχι μόνο για την ταυτοποίηση των ασφαλισμένων συνταξιούχων και εργαζομένων, αλλά και για τον έλεγχο των δημοσιών δαπανών υγείας», επισημαίνεται στην απόφαση. Ωστόσο, η Αρχή διευκρινίζει ότι η πολιτεία θα μπορούσε να μελετήσει μεθόδους για την κωδικοποίηση του ΑΜΚΑ, ώστε να μην αποκαλύπτεται η ηλικία ιατρών και φαρμακοποιών.
Η Αρχή απέρριψε ως αλυσιτελή την πρόταση των Ιατρικών Συλλόγων να χρησιμοποιείται αντί του ΑΜΚΑ ο αριθμός ΤΣΑΥ, αφού επίκειται η κατάργηση του ταμείου. Στην Αρχή είχε προσφύγει η διοίκηση του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ μετά τις αντιδράσεις των συνδικαλιστικών φορέων των γιατρών κατά της διάταξης.