Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων (ΕΜΑ) εξετάζει τις συστηματικά χορηγούμενες και εισπνεόμενες κινολόνες και φθοροκινολόνες για την αξιολόγηση της επιμονής των σοβαρών ανεπιθύμητων ενεργειών κυρίως από τους μυς, τις αρθρώσεις και το νευρικό σύστημα. Αυτές οι παρενέργειες αποκτούν ιδιαίτερη σημασία, όταν τα φάρμακα χρησιμοποιούνται για λιγότερο σοβαρές λοιμώξεις.
Η ανασκόπηση αυτή προκύπτει μετά από αίτημα του Γερμανικού Οργανισμού Φαρμάκων (BfArM) μετά από αναφορές για εμμένουσες παρενέργειες, στην εθνική βάση δεδομένων ασφάλειας και τη δημοσιευμένη βιβλιογραφία. Δεν έχει υπάρξει καμία προηγούμενη ανασκόπηση σε επίπεδο Ε.Ε. που να επικεντρώνεται ειδικά στην επιμονή των παρενεργειών, αν και οι παρενέργειες αυτές είναι γνωστές και καλύπτονται στις συνταγογραφικές πληροφορίες για τα φάρμακα αυτά.
Η Επιτροπή Φαρμακοεπαγρύπνησης Αξιολόγησης Κινδύνου του EMA (PRAC) θα αξιολογήσει τώρα όλα τα διαθέσιμα δεδομένα και θα καθορίσει κατά πόσον υπάρχει ανάγκη να εισαχθούν νέα μέτρα για την ελαχιστοποίηση των κινδύνων αυτών ή να τροποποιηθεί η χρήση των φαρμάκων.
Οι κινολόνες και οι φθοριοκινολόνες συνταγογραφούνται ευρέως στην Ε.Ε. και είναι σημαντικές επιλογές για τη θεραπεία των σοβαρών, απειλητικών για τη ζωή βακτηριακών λοιμώξεων. Οι επαγγελματίες της υγείας θα πρέπει να συνεχίσουν να ακολουθούν τις επίσημες συνταγογραφικές πληροφορίες σχετικά με τη χρήση αυτών των φαρμάκων. Οι ασθενείς που έχουν απορίες σχετικά με τη θεραπεία τους, θα πρέπει να μιλήσουν με το γιατρό τους.
Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τα φάρμακα
Οι κινολόνες και οι φθοριοκινολόνες είναι μία τάξη αντιβιοτικών ευρέος φάσματος που είναι δραστικά έναντι των Gram-αρνητικών και Gram-θετικών βακτηρίων. Η ανασκόπηση καλύπτει τα ακόλουθα φάρμακα: cinoxacin, ciprofloxacin, enoxacin, flumequine, levofloxacin, lomefloxacin, moxifloxacin, nalidixic acid, norfloxacin, ofloxacin, pefloxacin, pipemidic acid, prulifloxacin and rufloxacin.
Η ανασκόπηση αφορά εισπνεόμενα φάρμακα και φάρμακα που χορηγούνται συστηματικά (από το στόμα ή ενέσιμα).
Τοπικά φάρμακα, όπως εκείνα που εφαρμόζονται απευθείας στο δέρμα, τα μάτια ή τα αυτιά, δεν περιλαμβάνονται.
Η ανασκόπηση των κινολονών και φθοριοκινολονών ξεκίνησε στις 9 Φεβρουαρίου 2017.