Με τις ελλείψεις πολλών και σημαντικών φαρμάκων να μαίνονται ακόμα στην ελληνική αγορά, οι εμπλεκόμενοι φορείς κάνουν τις δικές τους προσπάθειες ανάλυσης και επίλυσης του ζητήματος οδηγώντας σε αντιφάσεις και συγκρούσεις.
Οι φαρμακοποιοί από τη μεριά τους ζητούν εμφατικά να απαγορευτούν οι παράλληλες εξαγωγές για περισσότερα σκευάσματα και για αόριστο χρονικό διάστημα, σύμφωνα με όσα αποκάλυψε ο πρόεδρος του ΠΦΣ, Απόστολος Βαλτάς. Συγκεκριμένα έχει ζητήσει από τον ΕΟΦ την προσθήκη 70 ακόμα σκευασμάτων στη σχετική λίστα των 215, περιλαμβάνοντας θεραπείες για παθήσεις του αναπνευστικού και του ουροποιητικού, κατά της επιληψίας και ψυχώσεων, καθώς και αντιβιοτικά και αναλγητικά. Μάλιστα έκανε ευθεία επίθεση στις φαρμακαποθήκες τονίζοντας ότι μόνος στόχος τους είναι να αρθούν οι απαγορεύσεις των παράλληλων εξαγωγών, γιατί χάνουν τζίρους.
Στον αντίποδα, οι φαρμακαποθήκες επισημαίνουν ότι είναι σε ισχύ απαγορεύσεις για πάρα πολλά φάρμακα, για τα οποία η κατάσταση έχει ομαλοποιηθεί. Ο Σύλλογος των Φαρμακαποθηκαρίων δηλώνει ξεκάθαρα υπέρ της απαγόρευσης, όταν όντως υπάρχει πρόβλημα στην αγορά, όπως με τις ηπαρίνες και ορισμένες ινσουλίνες. Ωστόσο υπάρχουν πολλά σκευάσματα που αυτή τη στιγμή είναι σε πληθώρα στις φαρμακαποθήκες, οι οποίες φτάνουν στο σημείο να τα πουλούν με έκπτωση προκειμένου να προωθηθούν σε μια αγορά που δεν χρειάζεται τόσες πολλές ποσότητες.
Το θέμα μάλιστα περιπλέκεται περισσότερο από το γεγονός ότι η χώρα μας -ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης- υποχρεούται να συμμετέχει στην ευρύτερη ευρωπαϊκή αγορά και πλέον δέχεται πιέσεις από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (ΕΜΑ) για τις παρατεταμένες απαγορεύσεις εξαγωγών και ενδοκοινοτικής διακίνησης.
Τέλος, ο κλάδος των φαρμακαποθηκαρίων υποστηρίζει ότι υπάρχουν σοβαρότατες ελλείψεις στην ευρωπαϊκή και ελληνική αγορά που δεν οφείλονται στις εξαγωγές, καθώς αν και σε απαγόρευση, τα σκευάσματα αυτά εξακολουθούν να είναι δυσεύρετα. Οι λόγοι είναι προβλήματα παραγωγής, έλλειψη πρώτων υλών κ.ά., όπως ισχύει και για τις νέες θεραπείες κατά του διαβήτη και της παχυσαρκίας. Το πρόβλημα εξακολουθεί να είναι έντονο, καθώς η ζήτηση έχει εκτοξευτεί παγκοσμίως και οι εταιρείες δεν προλαβαίνουν να την καλύψουν.
Σε κάθε περίπτωση, με τη χώρα σε προεκλογική περίοδο δεν πρόκειται να ληφθούν κρίσιμες αποφάσεις άμεσα, ωστόσο μπορεί να είναι και η πρώτη φορά που θέματα επάρκειας φαρμάκων έχουν απασχολήσει σε τέτοιο βαθμό τους εμπλεκόμενους φορείς και ασθενείς και για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα.