Την ανάγκη θεσμικών αλλαγών για την ανάπτυξη των νέων φαρμακευτικών προϊόντων, επεσήμανε η πρόεδρος του ΕΟΦ Κατερίνα Αντωνίου μιλώντας στην επιτροπή Έρευνας και Τεχνολογίας της Βουλής, τονίζοντας ότι ειδικά σε χώρες που βρίσκονται σε κρίση, όπως η Ελλάδα, είναι επιβεβλημένες για να αντιμετωπιστούν οι στρεβλώσεις του συστήματος, ενώ χαρακτήρισε τις κλινικές μελέτες ως ένα σημαντικό αναπτυξιακό μοχλό.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν επίσης, ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας Θεόδωρος Τρύφων και ο αναπληρωτής πρόεδρος του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος Κωνσταντίνος Παναγούλιας.
Και οι τρεις, που είχαν κληθεί για να ενημερώσουν την ειδική Επιτροπή Έρευνας και Τεχνολογίας της Βουλής σχετικά με «την παραγωγή του φαρμάκου στην Ελλάδα ως πεδίο έρευνας και καινοτομίας», έδωσαν έμφαση στην ενίσχυση του τομέα αυτού μέσα από ένα σταθερό πλαίσιο χρηματοδότησης ενώ εξέφρασαν την βεβαιότητα ότι «η εγχώρια φαρμακοβιομηχανία μπορεί να γίνει ένα αναπτυξιακό εργαλείο». Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της ΠΕΦ Θεόδωρος Τρύφων επεσήμανε ότι πολλά ελληνικά προγράμματα για νέα φάρμακα είναι σε εξέλιξη ενώ τόνισε ότι η εγχώρια φαρμακοβιομηχανία συμβάλει σημαντικά στο ΑΕΠ.
«Οι 10 μεγάλες φαρμακοβιομηχανίες της χώρας, οι 7-8 μεσαίες και οι 7-8 μικρές συνεχίζουμε τη προσπάθεια μέσα από καινοτόμα προϊόντα και δεν θα εγκαταλείψουμε ποτέ την ελληνική αγορά», σημείωσε. Παράλληλα τόνισε ότι για την ενίσχυση της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας πρέπει να δοθούν κίνητρα φορολογικά αλλά και ευρεσιτεχνίας και να προβλεφθεί η προστασία της πατέντας, ενώ χαρακτήρισε πολύ σημαντική τη συνεργασία πανεπιστημίων, εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού και εταιριών στην τεχνολογική έρευνα.
Στην ανάπτυξη της κλινικής έρευνας έδωσε έμφαση ο αναπληρωτής πρόεδρος του ΣΦΕΕ, τονίζοντας ότι «η Ελλάδα με τα 28 εργοστάσια της έχει μια μεγάλη οικονομική δομή και αυτό πρέπει να το εκμεταλλευτούμε και να το αναπτύξουμε περαιτέρω» ενώ σημείωσε ότι ο φαρμακευτικός κλάδος υποστηρίζει σήμερα 26.000 άμεσες θέσεις εργασίας και άλλες 86.000 θέσεις από προκαλούμενη εργασία.
«Για την κλινική έρευνα φαρμάκων υπάρχουν μεγάλα κονδύλια αλλά δυστυχώς η Ελλάδα είναι πολύ μικρός παίκτης. Σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά στοιχεία μόνο 80 εκατ. ευρώ δίνονται για κλινικές μελέτες όταν η Κύπρος απορροφά 85 εκατ. ευρώ», πρόσθεσε.
Τόσο ο κ. Τρύφων όσο και ο κ. Παναγούλιας αναγνώρισαν ότι η Ελλάδα πλήρωνε παραπάνω για την φαρμακευτική δαπάνη, αποδίδοντας κυρίως το πρόβλημα στο ότι το κράτος δεν έκανε ουσιαστικούς ελέγχους. «Όλοι έχουμε μερίδιο ευθύνης έπρεπε να υπάρχουν διαφορετικοί κανόνες που μπαίνουν τώρα», τόνισε ο κ. Τρύφων.
«Η μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης μπορεί να ελεγχθεί όχι με τη λογική μειώνουμε τις τιμές ή τις επιστροφές αλλά μέσα από θεραπευτικά πρωτόκολλα και έλεγχο της συνταγογράφησης», ανέφερε ο κ. Παναγούλιας.
Όπως τόνισε από την πλευρά της η κ. Αντωνίου, «τα τελευταία χρόνια είναι τρομερά υψηλές οι τιμές στα νέα φάρμακα όχι μόνο στην Ελλάδα της κρίσης αλλά και σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες οι οποίες δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν την κατακόρυφη ανάπτυξη τις τιμής των νέων προϊόντων».
Τέλος, απαντώντας η κ. Αντωνίου στον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Νίκο Παπαδόπουλο, σχετικά με το θέμα καλλιέργειας ινδικής κάνναβης στη χώρα μας για φαρμακευτικούς λόγους, τόνισε ότι «η συνέργεια του ΕΟΦ είναι δεδομένη».
«Ήδη με υπουργική απόφαση που υπέγραψε ο υπουργός Υγείας έχουμε πλέον τη δυνατότητα να εισάγουμε σκευάσματα κάνναβης από το εξωτερικό και σύντομα θα έρθει νομοσχέδιο που θα προβλέπει την καλλιέργεια της στην Ελλάδα», είπε η πρόεδρος του ΕΟΦ και πρόσθεσε: «Το ζήτημα είναι να μην έχει μόνο εξαγώγιμη αλλά και εσωτερική χρήση. Τους επόμενους δύο μήνες το θέμα θα κλείσει και η συνέργεια μας είναι δεδομένη».
ΠΗΓΗ ΑΠΕ-ΜΠΕ