Σημαντικά εμπόδια στη συνταγογράφηση απαραίτητων διαγνωστικών εξετάσεων,
βάζει το υπουργείο Υγείας, με υπουργική απόφαση που τέθηκε σε ισχύ την
περασμένη Δευτέρα, στην οποία τίθενται νέα κριτήρια αυστηρά λογιστικά και
αριθμητικά ,στη συνταγογράφηση των εξετάσεων, παραβλέποντας την επιστημονική
τεκμηρίωση και την ανάγκη των ασθενών. Το αποτέλεσμα είναι ότι ο γιατρός δεν
μπορεί πλέον να συνταγογραφήσει βασικές εξετάσεις και ο ασθενής θα κληθεί να
επιβαρυνθεί το κόστος τους.
Ο ΙΣΑ απέστειλε επιστολή προς τους υπουργούς Υγείας κ.κ. Ξανθό και Πολάκη,
στην οποία επισημαίνεται ότι με τη με την εν λόγω απόφαση, διακυβεύεται η υγεία
των ασθενών και παρεμποδίζεται το ιατρικό έργο.
Ειδικότερα -όπως αναφέρεται στην επιστολή του ΙΣΑ-, η εφαρμογή της απόφασης συνεπάγεται μεγάλη ταλαιπωρία των γιατρών αλλά και δυσμενείς συνέπειες για τους ασθενείς, τόσο σε οικονομικό επίπεδο, όσο και στην ποιότητα παροχής των ιατρικών υπηρεσιών, και τούτο διότι στον μέσο όρο παραπεμπτικού λαμβάνεται υπόψη το σύνολο των εξετάσεων που γράφονται για την συγκεκριμένη πάθηση (ICD-10) ανά ειδικότητα, χωρίς να γίνεται διαχωρισμός αν αφορά Βιοχημικές – Αιματολογικές, απεικονιστικές ή άλλης κατηγορίας εργαστηριακές εξετάσεις.
Γίνεται λοιπόν σαφώς αντιληπτό ότι με την χρήση του μέσου όρου υπάρχει πάντα
υπέρβαση του 20% σε συγκεκριμένες παθήσεις και κατά συνέπεια αδυναμία αναγραφής
συγκεκριμένων εξετάσεων που είναι απόλυτα απαραίτητες για τους ασθενείς.
Ο ΙΣΑ ζητά να υπάρξει διαχωρισμός των παραπεμπτικών, ανάλογα με την
κατηγορία των εργαστηριακών εξετάσεων στην οποία υπάγονται.
«Προσβλέπουμε ότι η ανωτέρω σημαντική επισήμανση θα ληφθεί υπόψη, καθώς διακυβεύεται κατά αυτόν τον τρόπο, η υγεία των ασθενών από την γραφειοκρατία και την αδυναμία αναγραφής των εξετάσεων. Ο ΙΣΑ θα είναι αρωγός των ιατρών – μελών του, οι οποίοι θα κληθούν να αντιμετωπίσουν την οιαδήποτε συνέπεια από την εφαρμογή των ανωτέρω οριζομένων», καταλήγει ο ΙΣΑ στην επιστολή που απέστειλε στην πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας.