Η επιστροφή από τις φετινές διακοπές μας βρήκε φοβισμένους. Φοβισμένους ότι είναι η τελευταία χρονιά που βρίσκει το σύνολο των φαρμακείων σε κατάσταση επαρκούς βιωσιμότητας. Ακόμα και αν δεν υπάρξουν περαιτέρω αλλαγές που να αφορούν μείωση του ποσοστού κέρδους, η προβληματική ρευστότητα των ασφαλιστικών ταμείων θα θέσει σε αμφιβολία την ομαλή ροή των πληρωμών.
Είναι αυτός λόγος για απογοήτευση; Ήρθε το τέλος του ατομικού φαρμακείου όπως το γνωρίζαμε; Πλησιάζει η μέρα που δεν θα μπορούμε να ζήσουμε από το φαρμακείο μας; Η απάντηση σε όλα αυτά είναι όχι. Το μόνο που τελειώνει είναι ο ανόητος επιχειρηματικά τρόπος με τον οποίο διαχειριστήκαμε τα φαρμακεία μας. Όλα αυτά τα χρόνια υπήρξε μια σύγχυση της ατομικότητας με την αποφυγή κάθε συνεργασίας μεταξύ των φαρμακοποιών. Αυτή η έλλειψη συνεργασίας καθιστούσε τα φαρμακεία αδύναμη πλευρά σε κάθε επιχειρηματική διαπραγμάτευση. Η ευμάρεια όμως που ζούσε η ελληνική κοινωνία δεν άφηνε να γίνει αντιληπτό. Έτσι χάθηκε η τεράστια υπεραξία που θα μπορούσε να έχει το φαρμακείο από αυτή τη συνεργασία.
Τώρα που «τα πράγματα ζόρισαν», αντί να υπάρξει μια φυσιολογική εξέλιξη και αυτή η μοναξιά να εγκαταλειφθεί, επίδοξοι σωτήρες με μια μικρή δόση κακεντρέχειας μας καλούν να φτάσουμε στο άλλο άκρο, εγκαταλείποντας τα φαρμακεία μας για να συνενωθούμε σε συστεγασμένα φαρμακεία. Εναλλακτικά μας ζητούν να μεταβάλουμε το ιδιοκτησιακό καθεστώς του φαρμακείου και να επιτρέψουμε τη λειτουργία επιχειρηματικών μορφών ανώνυμου κεφαλαίου.
Το ερώτημα σε αυτές τις προτάσεις είναι γιατί προτείνεται τόσο έντονα η αλλαγή του θεσμικού καθεστώτος των φαρμακείων. Είναι αυτό το πρόβλημα λόγω του οποίου το ελληνικό φαρμακείο δεν εξελίσσεται; Βεβαίως και όχι. Το πρόβλημα δεν είναι πρόβλημα θεσμικού πλαισίου αλλά επιχειρησιακών διαδικασιών. Επιχειρησιακών διαδικασιών που θα περιλαμβάνουν ένα ισχυρό δίκτυο συνεργαζόμενων ανεξάρτητων φαρμακείων με ενιαία πολιτική μείγματος προϊόντων, διαπραγμάτευσης με προμηθευτές, προβολής και ενημέρωσης, προμηθειών και επιστροφών, χρηματοδοτικής πολιτικής, ηλεκτρονικού εμπορίου και βέβαια συνεταιριστικής επέκτασης στην παραγωγή τόσο φαρμάκων όσο και διανομής private labels.
Αυτή η προοπτική εμποδίστηκε μέχρι τώρα με πολλούς τρόπους. Μια μικρή συμμετοχή στα ψίχουλα από το φαγοπότι της φαρμακευτικής δαπάνης, 1-2% δήθεν παραπάνω έκπτωση, για να πιστέψει ο φαρμακοποιός ότι έγινε προικισμένος επιχειρηματίας, παραμύθια για marketing φαρμακείου που περιλάμβαναν ανόητα business plan από τα οποία έλειπαν στοιχειώδεις αναλύσεις κόστους-οφέλους και απόδοσης κεφαλαίου, και βέβαια προπαγάνδα ότι το φαρμακείο πρέπει να «ανταγωνιστεί» το διπλανό του ώστε να είναι επιχειρηματικά επιτυχημένο.
Και τώρα που δεν περισσεύουν ούτε τα ψίχουλα και οι φαρμακοποιοί αρχίζουν να αναζητούν λύσεις, η προβολή ανώδυνων (για την υπόλοιπη φαρμακευτική αγορά) συστεγάσεων που θα καλύψουν και πάλι την ανάγκη για εξέλιξη πίσω από προσωρινές λύσεις περικοπών ενοικίων και θέσεων εργασίας. Για να μείνει το μοντέλο με το οποίο δουλεύουμε ουσιαστικά αμετάβλητο. Και ο ανόητος επιχειρηματικά τρόπος που μέχρι σήμερα δουλεύαμε να παραμείνει ίδιος και απαράλλακτος, μασκαρεμένος πίσω από τις συστεγάσεις. Και το φαρμακείο να είναι και πάλι ο αδύναμος παίκτης της φαρμακευτικής αγοράς. Δεν σφάξανε! Τώρα αρχίζει…