Νέα ελληνική μελέτη καταδεικνύει τα οφέλη του εμβολιασμού ενάντια στον ιό των ανθρωπίνων θηλωμάτων – οφέλη που ισχύουν ακόμη και αν το εμβόλιο χορηγηθεί μετά την έναρξη των σεξουαλικών επαφών. Ο λόγος για το εμβόλιο του ιού των ανθρωπίνων θηλωμάτων (HPV) το οποίο κυκλοφορεί στη χώρα μας από το 2007 προλαμβάνοντας σοβαρούς καρκίνους (τόσο στις γυναίκες όσο και στους άνδρες, όπως αποδεικνύει η οκταετής και πλέον κοινή παγκόσμια πορεία μαζί του) αλλά και ενοχλητικά κονδυλώματα (η πιο συχνή σεξουαλικώς μεταδιδόμενη λοίμωξη που εμφανίζεται με τη μορφή δυσπλασιών στους βλεννογόνους των ανδρικών και γυναικείων γεννητικών οργάνων).
Για πρώτη φορά στην Ελλάδα μια μελέτη της Μαιευτικής-Γυναικολογικής Κλινικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων καταδεικνύει τα εξαιρετικά πλεονεκτήματα του εμβολιασμού για τον HPV. Η νέα μελέτη παρουσιάστηκε στο 13ο Πανελλήνιο Συνέδριο Μαιευτικής-Γυναικολογίας, το Μάιο στο Βόλο. Διεξήχθη από την Ελληνική Ακαδημαϊκή Ομάδα Μελετών Παθολογίας Τραχήλου (HeCPA Study Group), μια από τις πιο ενεργές ομάδες σε ό,τι αφορά τη μελέτη της παθολογίας του τραχήλου, η οποία αποτελείται από έγκριτους ειδικούς.
Όπως εξηγεί στο «Βήμα» ο καθηγητής Μαιευτικής-Γυναικολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Κολποσκόπησης και της HeCPA Study Group Ευάγγελος Παρασκευαΐδης: «Αποδεικνύεται πλέον αδιαμφισβήτητα και από τα δεδομένα της Ελλάδας, αυτό που έχει καταδειχθεί και στον υπόλοιπο πλανήτη, ότι δηλαδή ο εμβολιασμός έναντι της λοίμωξης από τον ιό των ανθρωπίνων θηλωμάτων προστατεύει μεσο-βραχυπρόθεσμα από προκαρκινικές αλλοιώσεις και μακροπρόθεσμα από καρκίνο του τραχήλου της μήτρας».
Στην έρευνα συμμετείχαν συνολικά 306 γυναίκες κάτω των 26 ετών, οι οποίες είχαν κατά μέσο όρο συνάψει σεξουαλικές σχέσεις με έως 6 συντρόφους. Στο σύνολό τους οι γυναίκες αυτές κατέφυγαν λόγω κάποιας παθολογίας στο Ιατρείο Κολποσκόπησης & Παθολογίας Τραχήλου του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Ιωαννίνων. Οι 121 εξ αυτών είχαν εμβολιαστεί για τον HPV, είτε προτού ξεκινήσουν σεξουαλικές επαφές (22 γυναίκες) είτε μετά την έναρξή τους (99 γυναίκες), ενώ οι 182 που χρησιμοποιήθηκαν ως ομάδα ελέγχου δεν είχαν λάβει το εμβόλιο.
Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι επιμέρους ανάλυση στις έφηβες συμμετέχουσες της μελέτης (έως 19 ετών) έδειξε ότι όσες εξ αυτών είχαν εμβολιασθεί είχαν συνευρεθεί κατά μέσο όρο με 2,7 συντρόφους, ενώ σε όσες δεν είχαν εμβολιασθεί ο αντίστοιχος αριθμός ερωτικών συντρόφων ήταν 3,1. Αυτό είναι άκρως σημαντικό καθώς μαρτυρεί πως το εμβόλιο δεν "απελευθερώνει" τη σεξουαλική συμπεριφορά των εφήβων ώστε να γίνεται πιο επικίνδυνη.
Σύμφωνα με τα ευρήματα, στις γυναίκες που είχαν λάβει το εμβόλιο, η παθολογία τραχήλου είτε με τη μορφή παθολογικού τεστ Παπ είτε με την παρουσία κονδυλωμάτων ήταν μηδαμινή ή και μηδενική σε σχέση με αντίστοιχης ηλικίας γυναίκες, οι οποίες δεν είχαν εμβολιασθεί (ακόμη και έπειτα από εξομοίωση διαφόρων παραγόντων κινδύνου όπως το κάπνισμα, ο αριθμός σεξουαλικών συντρόφων κ.ά.). Μακράν ηπιότερη παθολογία εμφάνισε ιδίως η ομάδα των νεαρών γυναικών οι οποίες είχαν εμβολιασθεί στην καταλληλότερη ηλικία, δηλαδή πριν από την έναρξη σεξουαλικών επαφών.
Συγκεκριμένα, οι κοπέλες που είχαν εμβολιαστεί στη σωστότερη ηλικία παρουσίαζαν τις πιο χαμηλόβαθμες αλλοιώσεις στον τράχηλο και δεν είχαν εμμένουσα λοίμωξη. Σε ό,τι αφορά τις υψηλόβαθμες αλλοιώσεις, που είναι και οι επικίνδυνες για εμφάνιση καρκίνου του τραχήλου της μήτρας, ήταν 0% στις γυναίκες που είχαν εμβολιαστεί πριν από την έναρξη σεξουαλικών επαφών. Σε όσες εμβολιάστηκαν μετά την έναρξη της σεξουαλικής ζωής τους το ποσοστό σοβαρής παθολογίας ήταν 3% ενώ σε όσες δεν είχαν εμβολιαστεί το αντίστοιχο ποσοστό «σκαρφάλωνε» στο 12%.
Όπως σημειώνει στο «Βήμα» ο χειρουργός γυναικολόγος, διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, γραμματέας της Εταιρείας Κολποσκόπησης και μέλος της HeCPA Study group Ευριπίδης Μπιλιράκης «είναι αξιοσημείωτο ότι από τις γυναίκες που προσήλθαν και είχαν ήδη εμβολιασθεί καμία δεν ανέφερε ουσιώδεις παρενέργειες, πλην ενδεχομένως μικρού πόνου ή ερυθρότητας παροδικά στο σημείο εφαρμογής της ένεσης κατά τη χορήγηση του εμβολίου».
Κατά τον κ. Παρασκευαΐδη τα νέα αυτά αποτελέσματα έρχονται να ενισχύσουν προηγούμενα ευρήματα της ομάδας τα οποία μάλιστα είχαν βραβευθεί τόσο στο ετήσιο συνέδριο της Βρετανικής Παθολογίας Τραχήλου όσο και στο Πανευρωπαϊκό Συνέδριο Παθολογίας Τραχήλου το 2013.