Η Bristol-Myers Squibb ανακοίνωσε την ολοκλήρωση της εξαγοράς της Celgene κατόπιν λήψης της ρυθμιστικής έγκρισης από όλες τις αρμόδιες κρατικές αρχές, καθώς και της έγκρισης των μετόχων της Bristol-Myers Squibb και της Celgene, η οποία είχε ανακοινωθεί στις 12 Απριλίου 2019. Η Celgene καθίσταται πλέον μια πλήρως ελεγχόμενη θυγατρική της εταιρείας Bristol-Myers Squibb.
Σήμερα, η διαπραγμάτευση των νέων μετοχών της Bristol-Myers Squibb και των δικαιωμάτων προαίρεσης αξίας (CVRs) θα ξεκινήσει στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης υπό το σύμβολο "BMYRT".
«Είναι μια συναρπαστική ημέρα για την Bristol-Myers Squibb, καθώς ενώνουμε την κορυφαία επιστήμη, τα καινοτόμα φάρμακα και το ταλέντο των ανθρώπων της Bristol-Myers Squibb και της Celgene για να δημιουργήσουμε μια κορυφαία βιοφαρμακευτική εταιρεία», δήλωσε ο Giovanni Caforio, M.D., πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Bristol-Myers Squibb. «Με τα ηγετικά προϊόντα μας στην ογκολογία, την αιματολογία, την ανοσολογία και τις καρδιοαγγειακές παθήσεις, σε συνδυασμό με μία από τις πιο διαφοροποιημένες και φιλόδοξες γραμμές παραγωγής στο φαρμακευτικό κλάδο, είμαι βέβαιος ότι θα εκπληρώσουμε το όραμά μας να αλλάξουμε τη ζωή των ασθενών μέσω της επιστήμης. Χαίρομαι ιδιαίτερα για τις ευκαιρίες που δημιουργούνται για τους εργαζομένους μας και τους νέους συναδέλφους που καλωσορίζουμε στην εταιρεία, όσο εργαζόμαστε μαζί για να παρέχουμε καινοτόμα φάρμακα στους ασθενείς».
Από την ανακοίνωση της συναλλαγής (3 Ιανουαρίου 2019), έχει υπάρξει πλήθος απτών εξελίξεων όσον αφορά τους βασικούς παράγοντες δημιουργίας αξίας που σχετίζονται με τη συγχώνευση, μεταξύ των οποίων: η πρόοδος όσον αφορά το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για το lenalidomide, η έγκριση του fedratinib από τον FDA των ΗΠΑ για τη θεραπεία ορισμένων μορφών μυελοΐνωσης, καθώς και του luspatercept-aamt για τη θεραπεία της αναιμίας σε ορισμένους ενήλικες ασθενείς με β-θαλασσαιμία και τέλος, η κατάθεση εγκριτικών φακέλων για το luspatercept και το ozanimod στις ρυθμιστικές αρχές των ΗΠΑ και της Ευρώπης.