
Οι ανοσοκατεσταλμένοι ασθενείς είναι σε μεγαλύτερο κίνδυνο από τις ιογενείς λοιμώξεις σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό και επομένως είναι μεγαλύτερη η ανάγκη για προφύλαξη έναντι των συγκεκριμένων ιών με τη χρήση του εμβολιασμού. Έως τώρα όμως δεν υπήρχαν δεδομένα για τη δραστικότητα των νέων εμβολίων έναντι του RSV σε αυτούς τους ασθενείς. Αυτό ακριβώς το ερώτημα εξέτασε πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο έγκριτο ιατρικό περιοδικό JAMA.
Στη μελέτη εντάχθηκαν 38 ασθενείς που υποβλήθηκαν σε εμβολιασμό για τον ιό RSV και είχαν διαθέσιμα για ανάλυση δείγματα αίματος πριν και 4 εβδομάδες μετά τον εμβολιασμό. Οι περισσότεροι ασθενείς ήταν μεταμοσχευμένοι και οι υπόλοιποι έπασχαν από αυτοάνοσα νοσήματα για τα οποία ελάμβαναν ανοσοκατασταλτική αγωγή. Σχεδόν 3 στους 4 συμμετέχοντες λάμβαναν τουλάχιστον 2 ανοσοκατασταλτικά φάρμακα.
Με βάση τα αποτελέσματα της μελέτης, ο εμβολιασμός αύξησε κατά 4,2 φορές τα επίπεδα των αντισωμάτων έναντι της πρωτεΐνης F του ιού στις 4 εβδομάδες μετά τον εμβολιασμό. Αντίστοιχη ήταν και η αύξηση των επιπέδων των εξουδετερωτικών αντισωμάτων. Η μελέτη παρότι έδειξε την ανάπτυξη ανοσολογικής απόκρισης έναντι του RSV και σε βαριά ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς, αποδεικνύει ότι περίπου 40% αυτών των ασθενών δεν μπορούν να αναπτύξουν επίπεδα αντισωμάτων που θα τους προφυλάσσουν έναντι της λοίμωξης από τον ιό. Το ποσοστό αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, αν αναλογιστούμε ότι σχεδόν το σύνολο των ανοσοεπαρκών ασθενών αναπτύσσει ικανούς τίτλους εξουδετερωτικών αντισωμάτων. Μάλιστα, η χαμηλή ανοσολογική απόκριση φαίνεται ότι συμβαίνει ιδιαίτερα μεταξύ των ασθενών που λαμβάνουν αναστολείς mTOR ως μέρος της αγωγής τους για την πρόληψη απόρριψης του μοσχεύματος.