Το Γιώργο Αναστασάκη δεν τον γνωρίσαµε σήµερα. Γνωστός χρόνια για τη συνδικαλιστική του δράση και τον ακέραιο, σοβαρό και µετριοπαθή «τρόπο» που αντιµετωπίζει πράγµατα και καταστάσεις. Γνωστός ακόµα για την ευγένεια, τη γλυκύτητα και την προσήνεια του χαρακτήρα του. Σήµερα µας αποκαλύπτει µια άλλη πλευρά του, εξίσου ενδιαφέρουσα.
Μπορεί για τους περισσότερους ανθρώπους ο προβληµατισµός γύρω από τα οικολογικά προβλήµατα να περιορίζεται σε ολιγόλεπτους σχολιασµούς «εκ του ασφαλούς», ωστόσο αυτό δεν ισχύει για το Γιώργο Αναστασάκη. Ο συνάδελφος από το Ηράκλειο Κρήτης αποφάσισε από πολύ νωρίς πως θα κάνει πράξη τα οικολογικά του «πιστεύω», καλλιεργώντας στην πατρική γη του αυθεντικά κρητικά προϊόντα µε βιολογικό και µόνο τρόπο. Κι ας γνώριζε πως η απόφασή του αυτή συνεπάγεται οικονοµικές απώλειες.
«Όταν θέλεις την ποιότητα, πρέπει να είσαι έτοιµος να την "πληρώσεις”» απαντάει αφοπλιστικά και διαθέτει στους φίλους του εκλεκτά προϊόντα, όπως λάδι, κρασί, φρούτα και µέλι, όλα καλλιεργηµένα βιολογικά. Για εκείνον η βιολογική καλλιέργεια είναι µια ολοκληρωµένη στάση ζωής. Ωστόσο, αυτό δε σηµαίνει πως πρέπει να είναι οικονοµικά ασύµφορη. Όπως υπογραµµίζει στη συνέντευξη που ακολουθεί, η δραστηριότητα αυτή είναι «στα σπάργανα» στη χώρα µας, ενώ την καθιστά ασύµφορη η έλλειψη καλλιεργητών ικανών να προωθήσουν δυναµικά στην αγορά τα προϊόντα της.
Παράλληλα, ο φαρµακοποιός από το Ηράκλειο εκφράζει τους προβληµατισµούς του περί της αναγκαιότητας ή µη των µεταλλαγµένων αγροτικών προϊόντων, ενώ «χάνεται» και στο µαγικό κόσµο των µελισσών, παρατηρώντας το θαυµαστό µικρόκοσµό τους στα µελίσσια που διατηρεί.
Δώσε µας κάποια βιογραφικά σου στοιχεία που δεν ξέρουµε.
Γεννήθηκα στο Ασήµι, ένα χωριό της Μεσσαράς του νοµού Ηρακλείου. Τελείωσα το δηµοτικό στο συγκεκριµένο χωριό, ενώ το γυµνάσιο και το λύκειο τα τελείωσα στο Χάρακα, ένα διπλανό χωριό του ίδιου νοµού. Σπούδασα στη φαρµακευτική του Πανεπιστηµίου Αθηνών και δραστηριοποιούµαι ως φαρµακοποιός στο Ηράκλειο Κρήτης από το 1980. Είµαι παντρεµένος µε την Ρένα και έχω δύο κόρες, τη Μαρία και τη Στέλλα.
Έχεις διαγράψει µια πορεία σε επαγγελµατικό και συνδικαλιστικό επίπεδο. Πώς ξεκίνησες αυτή σου τη δράση;
Ασχολήθηκα πρώτη φορά µε τα συνδικαλιστικά το 1982, ως γραµµατέας του Φ.Σ. Ηρακλείου - Λασιθίου, όπως ήταν τότε ο σύλλογος. Στην πορεία ωστόσο δηµιουργήθηκε ο συνεταιρισµός µας και έπρεπε να δώσουµε κι εκεί βάρος, καθώς ήταν πολύ σηµαντική η λειτουργία του για µας. Έτσι, από το 1985 και µετά ασχολήθηκα µε τα συνεταιριστικά, ενώ ουσιαστικά ακόµη και σήµερα δραστηριοποιούµαι στο συνεταιρισµό µας (ΣΥ.ΦΑ.Κ.), του οποίου υπήρξα πρόεδρος για 16 περίπου χρόνια, ενώ τώρα έχω µόνο ελεγκτικό ρόλο. Είναι µεγάλη η ικανοποίηση που νοιώθω για την πορεία και το άπλωµα του Συνεταιρισµού µας, που από 80 µέλη έχει τώρα πάνω από 300 στην Κρήτη και στα Δωδεκάνησα. Είναι θαυµάσιο µελετώντας τους αριθµούς και τα οικονοµικά αποτελέσµατα τα χρόνια που ασχολούµαι να βλέπω το πόσο κερδισµένοι είναι όλοι οι συνεταίροι. Ενώ είναι ανταγωνιστές µεταξύ τους στην καθηµερινότητα, µε τη συνεργασία δηµιουργούν πολλαπλά οφέλη για όλους, πράγµα που δείχνει το µεγαλείο και τη δύναµή της. Τα τελευταία χρόνια συµµετέχω στο Δ.Σ. του Πανελλήνιου Φαρµακευτικού Συλλόγου.
Τι σε «τράβηξε» στη βιολογική καλλιέργεια;
Η αρχή έγινε το 1980, όταν άνοιξα το φαρµακείο µου. Εκείνη τη χρονιά οι γονείς µου έδωσαν σ' εµένα και στον αδελφό µου τα µερίδιά µας στην οικογενειακή περιουσία. Επειδή ήµουν πάντα προβληµατισµένος σχετικά µε τα οικολογικά προβλήµατα του πλανήτη, σκέφτηκα ότι έπρεπε να συµβάλω κι εγώ στη προστασία του φυσικού περιβάλλοντος µέσω του τρόπου καλλιέργειας της περιουσίας µου. Αποφάσισα ότι δε γινόταν να συνεχίσω να χρησιµοποιώ χηµικά λιπάσµατα όπως χρησιµοποιούσαν όλοι τότε και τα κατήργησα τελείως. Παράλληλα, σταµάτησα να ραντίζω τα ελαιόδεντρά µου µε φυτοφάρµακα για να αντιµετωπίζω τους διάφορους «εχθρούς», όπως ο δάκος, ο πυρηνοτρίτης κ.ά. Βεβαίως, ο πατέρας µου, ένας πολύ καλός και ανοιχτόµυαλος αγρότης, µε προειδοποίησε λέγοντάς µου «µε αυτή την τακτική θα µειωθεί η παραγωγή σου, αλλά κάνε ό,τι αποφασίσεις».
Έχεις αρκετές ελιές;
Ναι, εκτός από αυτές που κληρονοµήσαµε από τους γονείς µας φύτεψα αρκετές στην πορεία του χρόνου. Σήµερα πρέπει να έχουµε γύρω στα επτακόσια δέντρα.
Είναι αλήθεια ότι αποδίδονται στις βιολογικές καλλιέργειες χαρακτηριστικά που δεν αντιστοιχούν στην πραγµατικότητα;
Ναι. Για παράδειγµα, αυτό που πιστεύουν ορισµένοι ότι στη βιολογική γεωργία δεν χρησιµοποιούνται καθόλου θρεπτικά συστατικά είναι λάθος. Στην πραγµατικότητα χρησιµοποιούνται κοπριές και διάφορες «πάστες» που κυκλοφορούν στο εµπόριο. Επίσης, χρησιµοποιούνται λιπάσµατα από δερµατάλευρα ή ιχθυάλευρα, τα οποία είναι επίσης συµβατά µε τη βιολογική καλλιέργεια. Επίσης, µε τη σπορά φυτών που αποθηκεύουν στις ρίζες άζωτο επιτυγχάνουµε τη λεγόµενη χλωρή λίπανση. Όταν ξεκίνησα χρησιµοποίησα ένα σκεύασµα βιολογικής χρήσης αντί για λίπασµα. Χάρη στα ζωντανά συστατικά του, ενεργοποιήθηκε το υπέδαφος και τα παλαιότερα ανενεργά λιπάσµατα, εξασφαλίζοντας έτσι µια πολύ καλή απόδοση στις ελιές µου κατά τα δύο πρώτα χρόνια. Τότε βέβαια δεν ήταν οργανωµένα τα πράγµατα, ούτε είχα έρθει κι εγώ σε επαφή µε οργανισµούς πιστοποίησης και σχετικά προγράµµατα. Ό,τι έκανα το έκανα γιατί ήθελα να καταναλώνω ή και να πουλάω λάδι και ελιές υψηλής ποιότητας.
Υπάρχουν κάποιες ιδιαιτερότητες στη βιολογική καλλιέργεια;
Σαφώς υπάρχουν. Καταρχάς στη βιολογική καλλιέργεια δε χρησιµοποιούµε λιπάσµατα και φάρµακα για να ραντίζουµε, συνεπώς αξιοποιούµε κάποια υποκατάστατα, όπως µόλις ανέφερα. Σε ό,τι αφορά στα φάρµακα για τους «εχθρούς» των καλλιεργειών, υπάρχουν κάποιες παγίδες που τοποθετεί κανείς στα δέντρα. Μέχρι πριν από µερικά χρόνια που επιτρεπόταν, φτιάχναµε αυτοσχέδιες παγίδες χρησιµοποιώντας νερό, αµµωνία και µελάσα για την εξουδετέρωση του δάκου. Τις υπόλοιπες αρρώστιες τις αντιµετωπίζουµε µε διάφορους τρόπους που δεν δηµιουργούν πρόβληµα στο περιβάλλον. Απλά κάνεις ό,τι καλύτερο µπορείς για να σώσεις την παραγωγή σου, χωρίς να ρυπάνεις τη φύση. Μια άλλη διαφορά στη βιολογική γεωργία είναι ότι την εποχή που ψεκάζουν τις συµβατικές καλλιέργειες µε φάρµακο για το δάκο, εσύ πρέπει να οριοθετήσεις τις ελιές σου µε µια κορδέλα, προκειµένου να µην ψεκαστούν κατά λάθος και οι δικές σου. Επίσης το κλάδεµα των δένδρων γίνεται πιο ελαφρύ και πιο συχνά. Αποφεύγεις τη χρήση πλαστικών σάκκων στη µεταφορά του ελαιοκάρπου. Επιλέγεις ελαιοτριβεία πιστοποιηµένα και αποθηκεύεις το λάδι σε ανοξείδωτα δοχεία.
Πότε πραγµατοποιείται η ελαιοσυλλογή;
Εδώ στην Κρήτη ξεκινάει από το τέλος του Νοέµβρη και µπορεί να κρατήσει µέχρι το τέλος του Φλεβάρη. Οι βιοκαλλιεργητές πηγαίνουµε σε συγκεκριµένα ελαιοτριβεία, εγκεκριµένα από τις εταιρείες που πιστοποιούν την ποιότητα του λαδιού. Η θερµοκρασία του νερού που χρησιµοποιούν δεν είναι υψηλή και ο διαχωρισµός του λαδιού γίνεται σε χαµηλή θερµοκρασία, διαφορά σηµαντική σε σχέση µε το µη βιολογικό λάδι. Βεβαίως, αυτό συνεπάγεται µείωση της ποσότητας παραγωγής, µέχρι και 10%.
Τα µη βιολογικά λάδια φιλτράρονται σε υψηλή θερµοκρασία;
Ναι συνήθως, κι αυτό έχει ως αποτέλεσµα να χάνει το λάδι τα ωφέλιµα συστατικά του. Αντιθέτως, η χαµηλή θερµοκρασία διύλισης στο βιολογικό λάδι αφήνει ανέπαφα όλα τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του.
Μετά την αποθήκευση, ακολουθεί η διαδικασία της πώλησης;
Ναι. Όταν βρεθεί χονδρέµπορος που θέλει να αγοράσει βιολογικό λάδι, παίρνει κάποιο δείγµα και το ελέγχει. Εφόσον συµφωνήσουµε στην τιµή, παίρνει το λάδι και το προωθεί για κατανάλωση, είτε σε ελληνικές εταιρείες, είτε στο εξωτερικό. Δεν µπορείς να ξεγελάσεις κανέναν και να του πουλήσεις µη βιολογικό λάδι ως βιολογικό, µια και στο χηµικό έλεγχο αποδεικνύονται τα πάντα. Βεβαίως, υπάρχει και η περίπτωση να σου «αχρηστευτεί» το προϊόν χωρίς να φταις εσύ, κυρίως από τη ρύπανση της ατµόσφαιρας. Σε αυτή την περίπτωση, µπορεί η απαγορευµένη ουσία που χρησιµοποίησε κάποιος να µεταφερθεί από ατµοσφαιρικά ρεύµατα και να σου καταστρέψει το προϊόν σου. Από αυτή τη σκοπιά, είµαστε όλοι απροστάτευτοι. Εάν κάποιος δηλαδή κάνει κακή ή υπερβολική χρήση κάποιου φυτοφαρµάκου θα «πληρώσουµε» όλοι την ασυνειδησία του.
Στην ελληνική αγορά, πού ακριβώς διατίθεται το βιολογικό λάδι;
Αυτό είναι ένα ζήτηµα. Εγώ, όπως ανέφερα, αρχικά ενδιαφερόµουν µόνο να έχω ποιοτικά προϊόντα για την οικογένειά µου. Στη συνέχεια, βέβαια, ό,τι περίσσευε το πουλούσα, ως απλό και όχι ως βιολογικό, κυρίως στο χωριό µου, στην Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισµών της περιοχής κατά το µεγαλύτερο ποσοστό, αλλά και σε ιδιώτες. Αργότερα, ωστόσο, συγκροτήθηκε µια οµάδα νέων αγροτών στο χωριό που µυήθηκαν επίσης στη βιολογική καλλιέργεια οµαδικά, καθώς υπήρχαν πλέον και κάποια κίνητρα λόγω των επιδοτήσεων. Όταν τους πρότεινα, ωστόσο, να δηµιουργηθεί µια εταιρεία που θα κάνει την προώθηση στην αγορά, κανείς δεν ενδιαφέρθηκε να υλοποιηθεί η πρόταση. Πάντως, όποιος ενδιαφέρεται για αγορά βιολογικών προϊόντων απευθύνεται συνήθως σε πιστοποιηµένα καταστήµατα πώλησής τους.
Έπρεπε δηλαδή να δηµιουργηθεί µια εταιρεία που θα κάλυπτε το «κενό» στην προώθηση;
Ακριβώς. Έπρεπε η διαδικασία της τυποποίησης και της προώθησης στις αγορές να είναι το αντικείµενο αυτής της εταιρείας. Επειδή, όµως, δεν έγινε, δηµιουργούνται προβλήµατα στους βιοκαλλιεργητές και δεν µπορούν να πουλήσουν εύκολα το προϊόν τους.
Όλη αυτή η προβληµατική κατάσταση έχει επιπτώσεις και στην τιµή του προϊόντος;
Ασφαλώς και έχει. Η τιµή που εισπράττει ο βιοκαλλιεργητής για το υψηλής ποιότητας προϊόν του είναι πολύ µικρή σε σχέση µε την τιµή που ο καταναλωτής το αγοράζει από τα σηµεία διάθεσής του και είναι συνήθως πολλαπλάσια της αρχικής.
Συνεπώς, θα λέγαµε ότι γενικά η βιολογική καλλιέργεια είναι ακόµη «στα σπάργανα» στην Ελλάδα;
Δυστυχώς είναι «στα σπάργανα». Αυτό δεν ισχύει µόνο σε επίπεδο ποσοστών παραγωγής, τοµέας στον οποίο είµαστε πάρα πολύ χαµηλά, ισχύει περισσότερο σε επίπεδο οργάνωσης µετά την παραγωγή, τοµέας όπου είµαστε πραγµατικά «ανύπαρκτοι». Αν εξαιρέσει κανείς κάποιες λαϊκές αγορές βιολογικών προϊόντων στις οποίες µπορεί κάποιος να προωθήσει τα προϊόντα του, δεν υπάρχει τίποτα άλλο. Παράλληλα, δεν υπάρχει και καµία κρατική µέριµνα για το θέµα. Υπό αυτές τις συνθήκες, οι περισσότεροι παραγωγοί διαθέτουµε τα βιολογικά προϊόντα µας σε φίλους και σε εµπόρους σε πολύ χαµηλές τιµές.
Θα έλεγες ότι η βιολογική καλλιέργεια προϋποθέτει µια γενικότερη στάση ζωής;
Σαφώς. Πάνω απ' όλα, ο βιοκαλλιεργητής πρέπει να σέβεται τη φύση και να προστατεύει την ατµόσφαιρα και τον υπόγειο υδροφορέα. Πρέπει επίσης να σέβεται τον εαυτό του σαν καταναλωτή, αλλά και το συνάνθρωπό του που αγοράζει το προϊόν του. Σε τελική ανάλυση, πρέπει να σέβεται την κοινωνία, αλλιώς δεν υπάρχει λόγος να ασχολείται. Το να γίνει κάποιος βιοκαλλιεργητής απλά για το κέρδος είναι κάτι που δεν έχει νόηµα. Σίγουρα δεν είναι τυχαίο το ότι είναι πολύ λίγοι οι βιοκαλλιεργητές.
Ασχολείσαι µε τη βιολογική καλλιέργεια και άλλων προϊόντων;
Έχω το αµπελάκι µου, από το οποίο βγάζω κάθε χρόνο διακόσια µε τριακόσια κιλά κρασί, το οποίο απολαµβάνω µε τους φίλους µου, ενώ ό,τι ποσότητα περισσεύει την εµφιαλώνω. Με επίσης βιολογικό τρόπο καλλιεργώ κηπευτικά στον κήπο µου. Έχω φυτέψει διάφορα δεντράκια και δεν τα έχω ψεκάσει ποτέ, ίσως γι' αυτό δεν παρουσιάζουν την «πρόοδο» που θα έπρεπε, αλλά η ποιότητα και η γεύση των φρούτων είναι εκπληκτική. Υστερείς σε ποσότητα, κερδίζεις σε ποιότητα. Το κάθε πράγµα έχει το τίµηµά του. Δε γίνεται να τα έχεις όλα.
Ποια είναι η γνώµη σου για τα µεταλλαγµένα αγροτικά προϊόντα;
Το σκεπτικό όσων ασχολούνται µε τα µεταλλαγµένα είναι ότι προσπαθούν να δηµιουργήσουν φυτά που από τη µια θα έχουν πολύ αποτελεσµατικές άµυνες απέναντι στις αρρώστιες και από την άλλη θα διακρίνονται για το µεγάλο τους µέγεθος, αλλά και την ποσότητα της παραγωγής. Το τρίτο που πιθανόν τους απασχολεί είναι η προσπάθεια να αυξήσουν την αντοχή τους στο χρόνο. Έτσι εξηγείται το ότι καµιά φορά αγοράζουµε ντοµάτες που διατηρούνται σχεδόν ανέπαφες ένα µήνα µετά. Βεβαίως, πρέπει να γίνουν µελέτες από επιστήµονες, ώστε να επισηµανθούν οι όποιες αρνητικές επιδράσεις των σχετικών προϊόντων στον οργανισµό.
Ξέρουµε ότι είσαι και µελισσοκόµος. Μίλησέ µας και γι' αυτή σου τη δραστηριότητα.
Πάντα ερασιτεχνικά, άρχισα πέρυσι και έχω λίγα µελίσσια. Ξεκίνησα βέβαια αυτή τη δραστηριότητα κατά τα πρώτα χρόνια λειτουργίας του φαρµακείου µου, όταν είχα και περισσότερο χρόνο. Η πρώτη µου επαφή ήταν όταν επισκεπτόµουν τον παππού µου στο χωριό του –τον Πρινιά, στο βουνό Αστερούσια της νότιας Κρήτης– που ήταν και ο πρώτος µου δάσκαλος στο βασικό χειρισµό των µελισσών. Στόχος µου είναι να καλύψω τις ανάγκες της οικογένειάς µου σε µέλι στο άµεσο µέλλον.
Είναι αλήθεια ότι το να ασχολείσαι µε τη µελισσοκοµία σου ανοίγει ένα «παράθυρο» σε ένα µαγικό κόσµο;
Είναι αλήθεια. Οι µέλισσες, όπως εξάλλου και τα µυρµήγκια, συνιστούν µια οργανωµένη και ταυτόχρονα εντυπωσιακή κοινωνία που ξεδιπλώνεται µπροστά σου σε µικροσκοπικό επίπεδο. Εάν µάλιστα µελετήσει κανείς την ιδιαίτερη «συµπεριφορά» των µελισσών σε διάφορα στάδια, όπως για παράδειγµα όταν αντικαθιστούν τη βασίλισσά τους µε µια καινούργια, θαυµάζει πραγµατικά το πώς προγραµµατίζουν το µικρόκοσµό τους. Από την άλλη πλευρά βεβαίως, πρόκειται και για µια ενασχόληση µε πολλές απώλειες, κυρίως λόγω της ευαίσθητης σε εξωτερικούς παράγοντες φύσης της, κάτι που συνεπάγεται αυτοµάτως και οικονοµικές απώλειες.
Σκοπεύεις να αφήσεις κάποια στιγµή το φαρµακείο, ώστε να έχεις περισσότερο χρόνο;
Δεν σκοπεύω να το κάνω άµεσα, καθώς δε µπορώ να αφήσω την κόρη µου τελείως µόνη της στο φαρµακείο. Τουλάχιστον σε ό,τι αφορά στη διαχείριση του φαρµακείου θα εξακολουθήσω να ασχολούµαι για όσο χρειαστεί. Όσο για τις βιολογικές καλλιέργειες, η συστηµατική ενασχόληση προϋποθέτει να είσαι νέος και µε αντοχές. Εγώ προς το παρόν ικανοποιώ την ανάγκη µου για καθαρά προϊόντα που χρησιµοποιώ εγώ και η οικογένεια µου, ενώ παράλληλα συµµετέχω έµπρακτα στην απορρύπανση και εξυγίανση του περιβάλλοντος στο οποίο ζούµε, πράγµα που θα συνεχίσω να κάνω.