Του Νίκου Βιάζη, γαστρεντερολόγου,
επιµελητή Β΄ Γαστρεντερολογικής Κλινικής Νοσοκοµείου «Ευαγγελισµός»
Η γαστροοισοφαγική παλινδρόµηση είναι µια κλινική κατάσταση κατά την οποία το γαστρικό οξύ παλινδροµεί προς τον οισοφάγο. Το πιο κοινό σύµπτωµα της πάθησης είναι αυτό που οι ασθενείς αποκαλούν «καούρα» και που ιατρικά ονοµάζεται «αίσθηµα οπισθοστερνικού καύσου».
Πόσο συχνά εµφανίζεται;
Σύµφωνα µε µια πρόσφατη επιδηµιολογική µελέτη που εκπονήθηκε από το Ελληνικό Ίδρυµα Γαστρεντερολογίας και Διατροφής, ο επιπολασµός (η εµφάνιση της νόσου δηλαδή) είναι ιδιαίτερα υψηλός στη χώρα µας.
• 4 στους 10 Έλληνες εµφανίζουν συµπτώµατα γαστροοισοφαγικής παλινδροµικής νόσου (ΓΟΠΝ). To αντίστοιχο ποσοστό διεθνώς είναι 3 στα 10 άτοµα.
• Η νόσος εµφανίζεται συχνότερα σε άτοµα µεγαλύτερης ηλικίας ( >45 ετών), ενώ το φύλο δεν επηρεάζει τη συχνότητα εµφάνισης της νόσου.
• 1 στους 10 Έλληνες δεν γνωρίζει ότι πάσχει από ΓΟΠΝ δεδοµένου ότι µόνο 5 στους 10 απευθύνονται σε γιατρό για τα συµπτώµατά τους.
• Υψηλή συχνότητα παρατηρείται σε άτοµα µε χρόνιες παθήσεις, σε χρόνιους χρήστες φαρµάκων αλλά και σε χρήστες παυσίπονων και ασπιρίνης.
Όλα τα παραπάνω οδηγούν στην επιδείνωση της ποιότητας ζωής των ασθενών αυτών.
Τι επηρεάζει τη βαρύτητα των συµπτωµάτων;
Διαιτητικοί παράγοντες, όπως η υψηλή κατανάλωση εσπεριδοειδών και χυµών, ανθρακούχων αναψυκτικών, καφέ, βαριών και λιπαρών γευµάτων, αλκοόλ και καυτερών τροφών, επιδεινώνουν τα συµπτώµατα της γαστροοισοφαγικής παλινδρόµησης. Παράλληλα, η παχυσαρκία και το κάπνισµα είναι παράγοντες του τρόπου ζωής που µπορούν και αυτοί µε τη σειρά τους να συντελέσουν στην επιδείνωση των παραπάνω συµπτωµάτων.
Το πιο σηµαντικό από όλα όµως είναι ότι το 60% των πασχόντων από γαστροοισοφαγική παλινδρόµηση ταλαιπωρούνται από την πάθηση σε όλη τη διάρκεια της ζωής τους. Όπως προκύπτει από µελέτες, το 80% των ασθενών κοιµάται δύσκολα, το 50% υποφέρει από καούρες κατά τη διάρκεια της εργασίας του, ενώ το 40% δεν µπορεί να γυµναστεί.
Υπάρχει θεραπεία και ποια;
Η αλλαγή τρόπου ζωής µπορεί να συµβάλλει σηµαντικά στη µείωση ή ακόµη και στην απουσία των ανεπιθύµητων και επίπονων συµπτωµάτων. Συνιστάται διακοπή καπνίσµατος και κατάχρησης αλκοόλ, µείωση του λίπους αλλά και της ποσότητας των γευµάτων, αποφυγή κατάκλισης µετά το γεύµα, απώλεια βάρους (αν χρειάζεται), καθώς και αποφυγή κατανάλωσης σοκολάτας, µέντας, καφέ, τσαγιού, εσπεριδοειδών και χυµών.
Αν χρειαστεί µπορεί να χορηγηθεί φαρµακευτική αγωγή µε σκευάσµατα όπως αντιόξινα, ανταγωνιστές των Η2 υποδοχέων ισταµίνης και αναστολείς αντλίας πρωτονίων (PPIs). Οι αναστολείς της αντλίας πρωτονίων θεωρείται ότι επιφέρουν τη µεγαλύτερη καταστολή έκκρισης του γαστρικού οξέος και θεωρούνται θεραπεία εκλογής.
Σήµερα διατίθεται και στη χώρα µας µια νέα κατηγορία φαρµάκων τα αλγινικά1, τα οποία υπάρχουν στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες εδώ και αρκετά χρόνια και ενδείκνυνται για την ανακούφιση της καούρας και της δυσπεψίας. Τα αλγινικά δεν είναι αντιόξινα, αλλά δρουν σχηµατίζοντας ένα προστατευτικό φράγµα που επιπλέει στο στοµαχικό περιεχόµενο και έτσι συγκρατεί τα οξέα στο στοµάχι, εµποδίζοντας την παλινδρόµησή τους προς τον οισοφάγο. Με αυτό τον τρόπο επιτυγχάνουν τη γρήγορη και αποτελεσµατική ανακούφιση από τα κύρια συµπτώµατα της γαστροοισοφαγικής παλινδρόµησης (ΓΟΠ).
Διάφορες µελέτες έδειξαν ότι τα αλγινικά:
• ανακουφίζουν από τον οπισθοστερνικό καύσο µέσα σε 5 λεπτά σε ποσοστό έως και 74% των ασθενών
• ανακουφίζουν από τα συµπτώµατα έως και 84% των ασθενών και διαρκούν για έως και 4 ώρες.
Ο τρόπος δράσης των αλγινικών (δεν εισέρχονται στη γενική κυκλοφορία) τα καθιστά κατάλληλα για χορήγηση σε εγκύους καθώς και σε ηλικιωµένα άτοµα µε πολλαπλή φαρµακευτική αγωγή που πάσχουν από καούρα και δυσπεψία.
Τα στοιχεία που υπάρχουν από την κυκλοφορία τους, εδώ και αρκετά χρόνια, σε άλλες χώρες τα καθιστούν πολύ ασφαλή φάρµακα.
Αξίζει να σηµειωθεί ότι µπορούν να συγχορηγηθούν µε άλλα σκευάσµατα (π.χ. της κατηγορίας αναστολέων αντλίας πρωτονίων), αφού δεν επηρεάζουν την απορρόφηση και τη δράση τους.
Το βασικό χαρακτηριστικό των αλγινικών είναι η ταχύτητα δράσης και η άµεση ανακούφιση που συµβάλλουν ουσιαστικά στη συνολική αντιµετώπιση της γαστροοισοφαγικής παλινδροµικής νόσου.