Οδηγίες για τις πιο συνηθισμένες πρακτικές της κατάλληλης μορφοποίησης των φυτικών προϊόντων, ώστε να παρασκευαστούν εύληπτες κατά περίπτωση μορφές και να επιτευχθεί το βέλτιστο αποτέλεσμα.
ΒΑΜΜΑΤΑ
Το βάμμα είναι το υγρό παρασκεύασμα που παράγεται με διαβροχή φυτικού υλικού σε ένα μείγμα αλκοόλης και νερού. Η διαβροχή γίνεται σε θερμοκρασία δωματίου για μια προκαθορισμένη χρονική περίοδο. Στη συνέχεια το μείγμα πιέζεται και φιλτράρεται για να δώσει ένα ρευστό βάμμα, μέσα στο οποίο έχουν διαλυθεί τα ενεργά συστατικά του βοτάνου.
Το βάμμα πρέπει να συνοδεύεται από την περιγραφή του βοτάνου και του μέρους του φυτού που χρησιμοποιήθηκε, την αναλογία βοτάνου (κατά βάρος) προς το διαλύτη (κατ' όγκο) και την επί τοις εκατό (%) περιεκτικότητα αλκοόλης προς το νερό. Παράδειγμα: Verbena officinalis, herba, 1:5, 25%
Παρασκευή:
- Τα αποξηραμένα βότανα πρέπει να κονιοποιούνται.
- Τα άνθη, τα φυλλώδη βότανα και άλλα πολύ ελαφρά υλικά πρέπει να τεμαχιστούν.
- Τα πολύ συμπαγή υλικά, όπως οι ρίζες και οι φλοιοί, πρέπει να μειωθούν και πάλι σε επαρκώς μικρά σωματίδια για να επιτρέψουν την αποτελεσματική διαβροχή και συμπίεση.
Προσοχή:
Μικρή περιεκτικότητα αλκοόλης, π.χ. 12%, στο τελικό βάμμα το καθιστά ευαλλοίωτο, ενώ βάμμα με υπερβολική ποσότητα αλκοόλης κινδυνεύει από εξάτμιση.
Το αλκοόλ που αγοράζουμε από τους οινοπνευματοποιούς είναι συνήθως 96%. Όταν αναμειγνύουμε ένα μέρος αλκοόλης και τρία μέρη νερού προκύπτει ένα αλκοολικό διάλυμα 24%, αλλά για πρακτικούς λόγους το ονομάζουμε 25%!
Ο ακόλουθος συνοπτικός πίνακας παρουσιάζει την παραδοχή, με την ονομαστική ισχύ πρώτα και την πραγματική περιεκτικότητα αλκοόλης (σε παρενθέσεις):
1 μέρος νερού σε 2 μέρη αλκοόλης | - 60% (64%) |
1 μέρος νερού σε 1 μέρος αλκοόλης | - 45% (48%) |
2 μέρη νερού σε 1 μέρος αλκοόλης | - 30% (32%) |
3 μέρη νερού σε 1 μέρος αλκοόλης | - 25% (24%) |
Η παρουσία αλκοόλης δεν απαιτείται απλώς ως συντηρητικό. Καταρχάς, βοηθάει στη διάσπαση των φυτικών κυττάρων, απελευθερώνοντας έτσι το περιεχόμενό τους, και καταστρέφει τα ένζυμα –απαραίτητη δράση, όταν χρησιμοποιούμε φρέσκα βότανα. Κατά δεύτερον, το αλκοόλ είναι σημαντικό σε πολλές παρασκευές, καθώς υπάρχουν πολλά φυτικά συστατικά, π.χ. πτητικά και σταθερά έλαια, ρητίνες και αλκαλοειδή, που είναι ελάχιστα διαλυτά στο νερό, αλλά διαλύονται –τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό– σε αλκοόλ.
Οι γλυκοσίδες και πολλά άλλα συστατικά είναι επίσης πιο σταθερά παρουσία αλκοόλης.
Τα βάμματα που περιέχουν σημαντικές ποσότητες αιθέριων ελαίων, όπως το Thyme, Thymus vulgaris ή Sage, Salvia officinalis, απαιτούν περιεκτικότητα αλκοόλης 45%.
Ωστόσο οι ρητίνες τους που περιέχονται στα Calendula officinalis ή Ginger, Zingiber officinalis, απαιτούν το πρακτικό μέγιστο του 96%.
ΡΟΩΔΗ ΕΚΧΥΛΙΣΜΑΤΑ
Τα ροώδη εκχυλίσματα είναι αλκοολικά εκχυλίσματα με αναλογία βάρους κατ' όγκο 1:1. Η περιεκτικότητα σε αλκοόλη είναι συνήθως η ίδια με εκείνη για τα βάμματα.
Ουσιαστικά αποτελούν συμπυκνωμένα βάμματα, άρα ένα εκχύλισμα υγρού 1:1 είναι πέντε φορές ισχυρότερο θεραπευτικά από ένα βάμμα 1:5. Θεωρητικά 1ml βάμματος είναι θεραπευτικά ισοδύναμο με το 1g του ξηρού βοτάνου.
Υπάρχει ένας μικρός αριθμός ήπιων βοτανικών φαρμάκων που πρέπει να χρησιμοποιηθούν σε υψηλές δόσεις, προκειμένου να επιτευχθεί δράση παρόμοια με φάρμακο.
Αν αυτά δίνονταν σε μορφή βάμματος, θα χρειαζόταν ένας υπερβολικά μεγάλος όγκος δόσεων. Σε αυτές τις περιπτώσεις, προτιμώνται τα εκχυλίσματα υγρού, που είναι τόσο συμπυκνωμένα, ώστε να μπορούν να χορηγηθούν σε ένα πιο βολικό δοσολογικό σχήμα.
ΞΗΡΑ ΕΚΧΥΛΙΣΜΑΤΑ
Το ξηρό εκχύλισμα είναι ένα στερεό παρασκεύασμα που λαμβάνεται με εξάτμιση του διαλύτη που χρησιμοποιείται στην παραγωγή του. Ουσιαστικά η δρόγη κατεργάζεται με διαλύτη (όχι απαραίτητα αλκοόλη) και το διήθημα εξατμίζεται μέχρι ξηρού. Σε αυτό προστίθεται έκδοχο, π.χ. μαλτοδεξτρίνη, για να αποκτήσει το κατάλληλο βάρος (αναλογία ξηρού εκχυλίσματος προς τη δρόγη). Λόγω της υγροσκοπικότητας, πρέπει να φυλάσσεται σε καλά κλειστούς περιέκτες.
Η μορφή του ξηρού εκχυλίσματος χρησιμοποιείται για την παρασκευή καψακίων, προκειμένου να συμπτυχθεί ο όγκος της προς χορήγηση δρόγης.
ΓΕΜΜΟΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΑ
Η Γεμμοθεραπευτική χρησιμοποιεί για δρόγη μέρη του φυτού που προέρχονται κυρίως από τον εμβρυϊκό ιστό (μπουμπούκια και νεαροί βλαστοί διαφόρων δέντρων και θάμνων), αλλά και από τα αναπαραγωγικά μέρη, π.χ. σπόρους, και από τους νεοσύστατους ιστούς, π.χ. ριζίδια. Η παρασκευή γεμμοθεραπευτικού βάμματος ακολουθεί τις διαδικασίες παραγωγής του κοινού βάμματος: η δρόγη κατεργάζεται με μείγμα αλκοόλης, νερού και γλυκερίνης.
ΓΛΥΚΟΛΙΚΑ ΕΚΧΥΛΙΣΜΑΤΑ
Τα γλυκολικά εκχυλίσματα είναι παρόμοια με τα τυπικά βάμματα, με τη διαφορά ότι ο χρησιμοποιούμενος διαλύτης είναι ένα διάλυμα γλυκερίνης και νερού. Η γλυκερίνη είναι πιο ασθενής διαλύτης από την αλκοόλη, καθώς και ένα ηπιότερο συντηρητικό, αλλά παρόλ' αυτά επαρκής για τις περισσότερες παρασκευές.
Αντίθετα, η γλυκερίνη είναι καλύτερος διαλύτης των τανινών από ό,τι η αλκοόλη.
ΕΓΧΥΜΑΤΑ & ΑΦΕΨΗΜΑΤΑ
Τα εγχύματα και τα αφεψήματα προκύπτουν από απλές μεθόδους εκχύλισης των ενεργών συστατικών των βοτάνων.
Έγχυμα είναι το υγρό παρασκεύασμα που παράγεται με τη διαβροχή ενός ή περισσότερων βοτάνων σε ζεστό νερό για ένα σύντομο χρονικό διάστημα και που στη συνέχεια διηθείται.
Το αφέψημα είναι από πολλές απόψεις παρόμοιο με το έγχυμα, αλλά εφαρμόζεται σε φυτικό υλικό που είναι πολύ συμπαγές και δύσκολο να αποδώσει αποτελεσματικά τα ενεργά συστατικά του με τη μέθοδο της έγχυσης. Για την παρασκευή του τοποθετούνται φρέσκα ή (συνήθως) αποξηραμένα βότανα σε κρύο νερό που φέρεται σε βρασμό και στη συνέχεια σιγοβράζει ήπια για 15 λεπτά ή και περισσότερο. Ακολουθεί και πάλι διήθηση.
Τόσο το έγχυμα όσο και το αφέψημα πρέπει να καταναλώνονται αυθημερόν, μιας και επιδέχονται αλλοιώσεων λόγω της υψηλής περιεκτικότητας σε νερό.
Το φυτικό βασίλειο έχει ευρύτερη βιοχημική ποικιλομορφία από το ζωικό. Τουλάχιστον τα 4/5 των δευτερογενών μεταβολιτών προέρχονται από τον κόσμο των φυτών. Αυτό πιθανότατα οφείλεται στη σχέση μεταξύ εδάφους και φυτών που απαιτεί πολλούς μηχανισμούς προσαρμογής. Σήμερα, περίπου το 40% των σύγχρονων μονομοριακών φαρμάκων προέρχεται άμεσα ή έμμεσα από τα φυτά.
Μέχρι σήμερα έχουν αξιολογηθεί από την Επιτροπή Φαρμακευτικών Προϊόντων (HMPC) του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων (ΕΜΑ) περί τις 145 φυτικές ουσίες, ενώ σε διαδικασία αξιολόγησης βρίσκονται αρκετές ακόμη.
Τα συμπεράσματα του HMPC σχετικά με τη φυτική ουσία στο τέλος της διαδικασίας αξιολόγησης, βρίσκονται στην τελική μονογραφία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα φυτά "European Union herbal monograph" και μπορούν επίσης να βρεθούν στην καταχώρηση της λίστας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (European Union list entry, στο www.ema.europa.eu).