Με καχυποψία συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν οι Ελληνες τα γενόσημα φάρμακα, παρά το γεγονός ότι τα τελευταία τρία χρόνια έχει αυξηθεί ο βαθμός γνώσης των πολιτών γιΆ αυτά. Μόλις ένας στους πέντε Έλληνες δηλώνει υψηλή ή σχετικά υψηλή εμπιστοσύνη για τα γενόσημα, ενώ αντίστοιχα ένας στους τέσσερις δεν τα εμπιστεύεται καθόλου. Το φύλο, η ηλικία και το μορφωτικό και κοινωνικοοικονομικό επίπεδο συνδέονται με τη γνώση και την εμπιστοσύνη στα γενόσημα, ενώ πιο θετικά προσκείμενοι στο ενδεχόμενο λήψης γενοσήμου είναι οι έγγαμοι και οι εργαζόμενοι, σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας Καθημερινή.
Αυτά είναι ορισμένα από τα συμπεράσματα μελέτης που διενήργησε το Ινστιτούτο Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής, με συντονιστή τον διευθυντή του Ινστιτούτου, καθηγητή Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών Γιάννη Τούντα, και η οποία είχε ως αντικείμενο τις γνώσεις και τις απόψεις του ελληνικού πληθυσμού για τα γενόσημα. Στο πλαίσιο της μελέτης, οι ερευνητές συνέκριναν τα αποτελέσματα δύο ερευνών, Health Hellas IV και Health Hellas VI, σχετικά με τη στάση Ελλήνων ενηλίκων σε αυτό το θέμα, σε δύο διαφορετικά διαστήματα, το 2013 και το 2015.
Όπως προέκυψε, το 2013 το 63,3% των συμμετεχόντων δήλωνε ότι δεν είχε καμία γνώση για τα γενόσημα, ποσοστό που το 2015 μειώθηκε στο 28%. Ωστόσο, η συνολική εμπιστοσύνη παρέμεινε χαμηλή. Μόνο το 6,9% των συμμετεχόντων στην έρευνα του 2015 έδειξαν υψηλή εμπιστοσύνη στα γενόσημα, ενώ μέτρια προς υψηλή και απλώς μέτρια προς χαμηλή εμπιστοσύνη δήλωσαν το 15,5% και το 22,9% αντίστοιχα. Το 26,2% των συμμετεχόντων δεν είχε καμία εμπιστοσύνη στα γενόσημα φάρμακα.
Περισσότερο από το 80% των συμμετεχόντων δεν ζητάει από τον γιατρό του να συνταγογραφήσει γενόσημα φάρμακα, κυρίως λόγω έλλειψης εμπιστοσύνης στα συγκεκριμένα σκευάσματα (44%), και αντίστροφα λόγω απόλυτης εμπιστοσύνης στον γιατρό και κατΆ επέκταση σε όποια θεραπεία αυτός προτείνει. Ως λόγο για τον οποίο δεν το ζητούν από τον γιατρό τους είναι και η έλλειψη γνώσης γιΆ αυτά. Το 68% ποτέ δεν αγοράζει φάρμακο άλλο από αυτό που ορίζει ο γιατρός, ενώ για τους υπολοίπους τα κίνητρα για τη λήψη άλλου φαρμάκου είναι η διαφορά στην τιμή (31%) και η υπόδειξη από τον φαρμακοποιό (30%).
Διείσδυση στην αγορά
Αυτά τα ευρήματα δικαιολογούν τη χαμηλή διείσδυση των γενόσημων φαρμάκων στην ελληνική αγορά. Ενώ στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες τα γενόσημα φάρμακα αποτελούν το 60% της συνολικής αγοράς, στην Ελλάδα καταλαμβάνουν διαχρονικά ένα μικρό ποσοστό της συνολικής αγοράς, που κυμαίνεται τα τελευταία δύο χρόνια μεταξύ 20% και 30%. Είναι χαρακτηριστικό ότι τον περασμένο Νοέμβριο κατάφερε μετά βίας να ανεβεί η διείσδυση στην αγορά γενοσήμων στο 30,5% (όγκος) και μόνο σε κάποιες θεραπευτικές κατηγορίες ή κατηγορίες φαρμάκων προσέγγιζε το 50-60% (π.χ. στα σκευάσματα για τη δυσλιπιδαιμία ή το έλκος). Την ίδια στιγμή, νέα φάρμακα καταλαμβάνουν διαρκώς μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς επί των πωλήσεων και, όπως αναφέρουν οι ερευνητές στον πρόλογο της μελέτης, «τελικά για κάθε δύο παλιά φάρμακα μόνο το ένα υποκαθίσταται από γενόσημα, ενώ το άλλο υποκαθίσταται από νεότερο και δαπανηρότερο».