Ο συνδυασμός διαφορετικών φαρμάκων για την αρτηριακή πίεση σε χαμηλές δόσεις μπορεί να είναι πιο αποτελεσματικός από τη λήψη ενός μόνο αντιυπερτασικού στη συνιστώμενη δοσολογία, σύμφωνα με ανασκόπηση μελετών που δημοσιεύτηκε μόλις πριν από λίγες ημέρες.
Με δεδομένο ότι τα 2/3 των ασθενών που λαμβάνουν μονοθεραπεία για την υψηλή αρτηριακή πίεση δεν κατορθώνουν να ρίξουν τις τιμές τους και ότι οι υψηλές δόσεις συχνά συνοδεύονται από παρενέργειες, η επιστημονική ομάδα από το George Institute και το Πανεπιστήμιο New South Wales της Αυστραλίας, αναζητώντας νέες προσεγγίσεις, μελέτησε 42 παλαιότερες έρευνες που αφορούσαν θεραπευτικά σχήματα συνδυασμού αντιυπερτασικών σε πολύ χαμηλές δόσεις. Εξετάστηκαν οι περιπτώσεις 20.300 ενηλίκων με υψηλή αρτηριακή πίεση που λάμβαναν διαφορετικές κατηγορίες φαρμάκων, όπως αναστολείς ΜΕΑ, αναστολείς υποδοχέων της αγγειοτασίνης, β-αναστολείς, θειαζίδες και αναστολείς διαύλων ασβεστίου.
Το συμπέρασμά τους: Οι χαμηλές δόσεις μπορούν να επιτύχουν μεγάλα αποτελέσματα, όταν χρησιμοποιούνται σε συνδυασμό, προσφέροντας πολλά οφέλη με λίγες εμφανείς παρενέργειες. Πιο συγκεκριμένα, ο συνδυασμός δύο φαρμάκων στο 1/4 της συνιστώμενης δόσης το καθένα ήταν εξίσου αποτελεσματικός στη διαχείριση της αρτηριακής πίεσης με ολόκληρη τη συνιστώμενη δόση ενός φαρμάκου. Ακόμη καλύτερα, ο συνδυασμός 4 φαρμάκων, το καθένα στο 1/4 της δόσης του, είχε διπλάσια αποτελεσματικότητα από εκείνη του ενός φαρμάκου στην κανονική του δόση.
Επίσης, όλοι οι συνδυασμοί μείωσαν τη συστολική και διαστολική αρτηριακή πίεση κατά αρκετά σημεία σε σύγκριση με εικονικό φάρμακο.
Όσο για την ασφάλεια, οι πληροφορίες που παρέχονται σχετικά με τις ενδεχόμενες παρενέργειες του συνδυασμού των 4 φαρμάκων δεν είναι επαρκείς, αλλά υπάρχουν ενδείξεις για άλλες θεραπείες με μειωμένες δόσεις που έχουν εμφανίσει πολύ λιγότερες παρενέργειες από τη μονοθεραπεία.
Ωστόσο, παρά τα ενθαρρυντικά συμπεράσματα, απαιτείται περαιτέρω και μακροπρόθεσμη έρευνα, με περισσότερους ασθενείς ώστε να επιβεβαιωθεί η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια των συνδυασμών, πριν αναπτυχθούν τα αντίστοιχα σκευάσματα.
Η μελέτη δημοσιεύθηκε στις 5 Ιουνίου 2017 στο περιοδικό Hypertension.