Οι ασθενείς από πολυανθεκτική φυματίωση εξακολουθούν να μην έχουν πρόσβαση σε δύο από τα νεότερα αντιφυματικά φάρμακα, τη βεδακιλίνη και τη δελαμανίδη, τα οποία είναι διαθέσιμα πάνω από 4 χρόνια και έχουν δείξει βελτιωμένα ποσοστά ίασης.
Αυτό καταγγέλλουν οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα, τονίζοντας ότι ένα ποσοστό 30% των ανθρώπων με εκτεταμένα ανθεκτική φυματίωση και με πολυανθεκτική φυματίωση, που δεν μπορούν να ανεχθούν την αγωγή με άλλα φάρμακα, θα μπορούσε να ωφεληθεί από τη βεδακιλίνη και τη δελαμανίδη. Ωστόσο, με βάση την εμπειρία τους, εκτιμούν ότι το ποσοστό αυτό μπορεί να φτάσει έως το 70% σε μέρη του κόσμου με πολλούς ασθενείς και με έκθεση σε φάρμακα δεύτερης γραμμής.
Έως τον Ιούλιο του 2017, μόνο 10.164 ασθενείς σε όλο τον κόσμο είχαν λάβει βεδακιλίνη και μόλις 688 είχαν λάβει δελαμανίδη, μόλις 1.000 άνθρωποι περισσότεροι συγκριτικά με το αντίστοιχο διάστημα του 2016.
Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα καλούν την παγκόσμια κοινότητα των ειδικών στη φυματίωση, τις κυβερνήσεις και τους δωρητές να πάρουν επειγόντως μέτρα για την αύξηση της πρόσβασης σε αυτά τα δύο νέα και πολλά υποσχόμενα φάρμακα.
«Η δελαμανίδη μου έσωσε τη ζωή»
Σύμφωνα με τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα, η βεδακιλίνη και η δελαμανίδη εγκρίθηκαν για κυκλοφορία το 2012 και το 2014 αντίστοιχα και αποτελούν τα πρώτα νέα αντιφυματικά φάρμακα εδώ και σχεδόν 50 χρόνια. Μπορούν όμως να προσφέρουν σωτηρία σε ασθενείς με τις πιο ανθεκτικές μορφές φυματίωσης, οι οποίοι έχουν ελάχιστες πιθανότητες ίασης.
«Η δελαμανίδη μού έσωσε τη ζωή. Μακάρι αυτά τα χάπια να μπορέσουν να γίνουν διαθέσιμα για όλους όσοι έχουν ανθεκτική φυματίωση, επειδή υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που η τυπική αγωγή τούς προκαλεί εμετούς ή κλαίνε εξαιτίας της ένεσης ή, ακόμη χειρότερα, χάνουν την όρασή τους και παρατούν το σχολείο ή τη δουλειά τους» λέει η Σινεθέμπα Κουσέ, η οποία έπασχε από εκτεταμένα ανθεκτική φυματίωση και έλαβε αγωγή με δελαμανίδη, στο πλαίσιο του προγράμματος των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στην Καγιελίτσα της Νότιας Αφρικής.