Μεταξύ νοσηλευόμενων ασθενών με COVID-19, η χρήση ασπιρίνης συσχετίστηκε με σημαντικά χαμηλότερη πιθανότητα ανάγκης για μηχανικό αερισμό (διασωλήνωση), εισαγωγή σε ΜΕΘ και μικρότερη θνησιμότητα εντός του νοσοκομείου, σύμφωνα με μια μελέτη παρατήρησης που δημοσιεύθηκε στο έντυπο Anesthesia & Analgesia.
Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα από 412 νοσηλευόμενους ασθενείς με COVID-19
(μέση ηλικίας 55 ετών, και 59,2% ήταν άνδρες) από μια βάση δεδομένων η οποία
περιέχει πληροφορίες για ασθενείς με COVID-19 από 4 μεγάλα νοσοκομεία των ΗΠΑ Το 76,3% δεν έλαβε ασπιρίνη, ενώ από όσους την έλαβαν, το 75,5% τη λάμβανε πριν
από την εισαγωγή στο νοσοκομείο και το 86,7% την έλαβε εντός 24 ωρών από την
εισαγωγή στο νοσοκομείο, σε δόση 81mg για 6 ημέρες.
Οι ασθενείς που έλαβαν ασπιρίνη είχαν σε σημαντικά υψηλότερα ποσοστά ιστορικό
υπέρτασης, διαβήτη τύπου 2, στεφανιαίας νόσου και νεφρικής νόσου και η χρήση του
φαρμάκου συσχετίστηκε με μειωμένο κίνδυνο ανάγκης μηχανικού αερισμού (κατά 44%),
μειωμένο κίνδυνο εισαγωγής σε ΜΕΘ (κατά 43%) και μειωμένο κίνδυνο θνησιμότητας
εντός του νοσοκομείου (κατά 47%).
Επίσης, δεν υπήρχαν διαφορές στις μείζονες αιμορραγίες ή την κλινικά εμφανή
θρόμβωση μεταξύ των χρηστών ασπιρίνης και των ασθενών που δεν έλαβαν ασπιρίνη.
Όπως επισημαίνουν οι καθηγητές του ΕΚΠΑ, δεδομένου ότι η COVID-19 σχετίζεται με
υπερπηκτικότητα και μικροθρομβώσεις στο αγγειακό δίκτυο των πνευμόνων, μια από
τις συχνότερες και σοβαρότερες επιπλοκές της νόσου, τα αποτελέσματα αυτά μπορεί
να είναι κλινικά σημαντικά.
Η ασπιρίνη έχει γνωστή αντι-αιμοπεταλιακή δράση και
πιθανώς μπορεί να μετριάσει των κίνδυνο αυτών των σοβαρών επιπλοκών, ακόμα και
χορηγούμενη επιπλέον της ηπαρίνης.
Η ασπιρίνη είναι φθηνή, ευρέως διαθέσιμη και έχει
ένα καλά περιγραφόμενο προφίλ ασφάλειας, αναφέρουν οι καθηγητές.