Η βιταμίνη D
προάγει την απώλεια σωματικού βάρους και βελτιώνει παράγοντες καρδιομεταβολικού
κινδύνου και ψυχικής υγείας σε υπέρβαρα και παχύσαρκα παιδιά και εφήβους,
σύμφωνα με μελέτη που παρουσιάστηκε στο 57ο Ετήσιο Συνέδριο της Ευρωπαϊκής
Εταιρείας Παιδιατρικής Ενδοκρινολογίας (ESPE, European Society for Pediatric
Endocrinology). Τα ευρήματα αυτά υποδηλώνουν ότι η θεραπεία υποκατάστασης με
βιταμίνη D, σε περίπτωση έλλειψης ή ανεπάρκειάς της, μπορεί να αποτελέσει μέρος
μιας αποτελεσματικής στρατηγικής για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας κατά την
παιδική και εφηβική ηλικία, και να μειώσει τον κίνδυνο σοβαρών επιπλοκών της,
όπως η καρδιαγγειακή νόσος και ο διαβήτης τύπου 2, στην ενήλικη ζωή.
Στην Ελλάδα,
τα ποσοστά υπέρβαρων και παχύσαρκων παιδιών ηλικίας 2-5 ετών ανέρχονται σε
14.6% και 5.7%, αντίστοιχα, ενώ τα ποσοστά υπέρβαρων και παχύσαρκων παιδιών και
εφήβων ηλικίας 6-12 ετών ανέρχονται σε 30.9% και 10.3%, αντίστοιχα. Η
παχυσαρκία κατά την παιδική και εφηβική ηλικία οδηγεί σε παχυσαρκία κατά την
ενήλικη ζωή. Οι επιπλοκές της παχυσαρκίας περιλαμβάνουν ινσουλινοαντοχή και
διαβήτη τύπου 2, υπέρταση, διαταραχές του ενδοθηλίου, καρδιαγγειακά προβλήματα,
υπερλιπιδαιμία, και διαταραχές της νεφρικής λειτουργίας, και ευθύνονται για
σημαντική αύξηση της νοσηρότητας και θνησιμότητας, καθώς και για σημαντικά
υψηλό ποσοστό των δαπανών δημόσιας υγείας για την αντιμετώπιση των επιπλοκών
της.
Η έλλειψη ή ανεπάρκεια της βιταμίνης D σχετίζεται με την παχυσαρκία, με την ακριβή φύση αυτής της σχέσης να αποτελεί αντικείμενο εντατικής έρευνας από την επιστημονική κοινότητα. Ωστόσο, η επίδραση της θεραπείας υποκατάστασης της βιταμίνης D στο σωματικό βάρος και την υγεία των παχύσαρκων παιδιών και εφήβων δεν έχει μελετηθεί ακόμη.
Στη μελέτη
αυτή, ο Χρήστος Γιαννιός, Παιδίατρος, Υποψήφιος Διδάκτωρ, η Καθηγήτρια
Παιδιατρικής-Παιδιατρικής Ενδοκρινολογίας, Ευαγγελία Χαρμανδάρη και οι συνεργάτες
τους στην Ιατρική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών στο
Νοσοκομείο Παίδων «Η Αγία Σοφία», αξιολόγησαν 220 υπέρβαρα ή παχύσαρκα παιδιά
και εφήβους με υποβιταμίνωση D, τα οποία μελετήθηκαν προοπτικά και
τυχαιοποιήθηκαν στην ομάδα παρέμβασης (n = 109) και στην ομάδα ελέγχου (n =
111). Οι συμμετέχοντες στην ομάδα παρέμβασης έλαβαν αρχικά 50.000 IU βιταμίνης
D μία φορά την εβδομάδα για 6 εβδομάδες, και στη συνέχεια δόση συντήρησης με
βιταμίνη D σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες της Αμερικανικής
Ενδοκρινολογικής Εταιρείας για την πρόληψη και αντιμετώπιση της υποβιταμίνωσης
D. Οι συγκεντρώσεις της βιταμίνης D, η ηπατική, νεφρική και θυρεοειδική
λειτουργία, οι καρδιομεταβολικές παράμετροι, η αρτηριακή πίεση, η σύσταση του
σώματος και η ψυχική υγεία αξιολογήθηκαν κατά την έναρξη της μελέτης και 12
μήνες αργότερα.
Τα παιδιά
και οι έφηβοι που έλαβαν θεραπεία υποκατάστασης με βιταμίνη D είχαν σημαντικά
χαμηλότερο δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) και σωματικό λίπος, χαμηλότερες
συγκεντρώσεις ολικής χοληστερόλης, και υψηλότερες συγκεντρώσεις
HDL-χοληστερόλης συγκριτικά με την ομάδα ελέγχου. Επιπλέον, σε σύγκριση με την
ομάδα ελέγχου, τα άτομα που έλαβαν θεραπεία με βιταμίνη D παρουσίαζαν σε
σημαντικά μικρότερο βαθμό άγχος, υπερκινητικότητα, έλλειψη προσοχής και
επιθετική συμπεριφορά, γεγονός που υποδεικνύει ότι η βιταμίνη D βελτίωσε τα
προβλήματα που σχετίζονται με το άγχος, την συμπεριφορά και το συναίσθημα στα
υπέρβαρα και παχύσαρκα παιδιά και εφήβους.
«Τα ευρήματα αυτά υποδηλώνουν ότι η θεραπεία υποκατάστασης της βιταμίνης D, σε περίπτωση έλλειψης ή ανεπάρκειάς της, ενδεχομένως να μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών και μεταβολικών επιπλοκών στα υπέρβαρα και παχύσαρκα παιδιά στην ενήλικη ζωή, καθώς και να βελτιώνει την ψυχική τους υγεία», δήλωσε η επικεφαλής της ερευνητικής μελέτης Ευαγγελία Χαρμανδάρη.
Η καθηγήτρια Ευαγγελία Χαρμανδάρη επισημαίνει ότι, «Αν και τα αρχικά ευρήματα υποδεικνύουν ότι η βιταμίνη D θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί στην αντιμετώπιση της παχυσαρκίας, υπάρχει έλλειψη στοιχείων για την ασφάλεια και τις μακροχρόνιες επιδράσεις της υποκατάστασής της, ιδιαίτερα όταν δεν υπάρχει έλλειψη ή ανεπάρκεια βιταμίνης D. Ωστόσο, εάν το παιδί σας είναι υπέρβαρο ή παχύσαρκο, σας συνιστώ ανεπιφύλακτα να συμβουλευτείτε τον προσωπικό σας ιατρό και να προγραμματίσετε μια εξέταση προσδιορισμού των συγκεντρώσεων της βιταμίνης D».