Ένα επίκαιρο και ιδιαίτερα ενδιαφέρον άρθρο του συναδέλφου φαρμακοποιού Γιώργου Κουτέπα, από το hellenic-pharmacy.com:
Πλησιάζει η στιγμή που θα πρέπει να κάνουμε μια έντιμη κουβέντα με τον εαυτό μας. Αν ως φαρμακοποιοί θέλουμε να είμαστε ισότιμοι παράγοντες της φαρμακευτικής αγοράς, να συμμετέχουμε επιστημονικά στις ανάγκες υγείας αυτής της χώρας και να έχουμε ρόλο στην εξοικονόμηση της φαρμακευτικής δαπάνης ή μας αρκεί να είμαστε ζητιάνοι δόσεων των οποίων το στόμα και η αγωνιστικότητα κλείνει με ευκολία κάθε φορά που (με χίλιους κόπους) μαζεύονται λίγα ψιχία από αυτά που δικαιούνται, αρκετά μόλις για να τους κρατήσουν στην επιφάνεια.
Ο δεύτερος δρόμος είναι εύκολος. Αρκεί να συνεχίσουμε όπως πορευόμαστε σήμερα, να είμαστε μια λογιστική εγγραφή δαπάνης που όσο ξεπερνάει τον προϋπολογισμό της αποτελεί τον πρώτο στόχο περικοπής ανεξαρτήτως συνεπειών. Τί 12.000 τι 6.000; Τι θα λείψει αύριο από την υγεία στην Ελλάδα αν κλείσουν τα μισά φαρμακεία; Θα ταλαιπωρηθούν πολλοί ασφαλισμένοι στην πρόσβασή τους στο φάρμακο αλλά αν κρίνουμε από την μεταχείριση που επιφυλάσσεται στους πολίτες από τις γενικές περικοπές δαπανών, τέτοιες παρενέργειες είναι πλέον αποδεκτές από την πολιτική ηγεσία. Τα άλλα μισά θα φυτοζωούν ανταγωνιζόμενα όχι σε επιστημονική επάρκεια αλλά με εμπορικούς όρους λιανεμπορίου, με την επιτυχία τους να μετριέται όχι με το αν ασκούν σωστά τη φαρμακευτική αλλά με το πόσες ώρες κατορθώνουν να μείνουν ανοικτά, τί ψήγματα εκπτώσεων προσφέρουν στην συμμετοχές και το αν κρατούν ή όχι το ευρώ της ντροπής υπέρ ΕΟΠΥΥ. Το κράτος φυσικά θα χάσει υψηλότατους πόρους από αυτή τη διαδικασία καθώς σε αυτές τις συνθήκες κανείς δεν θα σπαταλήσει ανθρώπινους πόρους ώστε να δώσει έμφαση στην επιστήμη.
Και όμως! Όλες οι μελέτες παγκοσμίως έχουν μετρήσει τη συνεισφορά του φαρμακείου στον πολλαπλασιασμό της απόδοσης των πόρων υγείας ΟΤΑΝ αυτό δουλεύει προσανατολισμένο στον επιστημονικό του ρόλο. Αλλά αυτή τη στιγμή εμπρός στην ιδεοληψία της κυριαρχίας της ελεύθερης αγοράς αυτός ο ρόλος δεν φαίνεται να απασχολεί κανέναν από όσους χαράσσουν πολιτική. Σε κανένα μνημόνιο δεν είδαμε να γράφεται ότι θέλουν ένα καλύτερο φαρμακείο. Η πλειοψηφία των αναφορών έχει να κάνει με περικοπές, ανταγωνισμό σε μη επιστημονικούς στόχους (π.χ. ωράριο, απώλεια ύλης) και πάσης φύσεως απελευθερώσεις των στοιχείων της εμπορικής του δραστηριότητας. Η κατάληξη λοιπόν του δεύτερου δρόμου είναι προφανής για όσους έχουν μάτια και βλέπουν.
Ο πρώτος δρόμος δεν είναι και τόσο εύκολος. Απαιτεί να βάλουμε πρώτα εμείς οι ίδιοι κάποιες αρχές στη δουλειά μας και κάποιες πραγματικές κόκκινες γραμμές πίσω από τις οποίες δεν θα δεχτούμε να υποχωρήσουμε. Απαιτεί να διεκδικήσουμε τη θέση μας στη φαρμακευτική περίθαλψη του αύριο, απαιτεί να αναζητήσουμε τους μηχανισμούς με τους οποίους θα παρέχουμε υπεραξία στο σύστημα έναντι των πόρων που αντλούμε καθώς τίποτα δεν χαρίζεται δωρεάν και με αόριστες επικλήσεις ενός κάποιου κοινωνικού ρόλου. Προϋποθέτει και θυσίες και πως θα συνταχθούμε ως ενιαίο σύνολο σε αυτή την απαίτηση αρνούμενοι κάθε είδους «δόλωμα» που θα χρησιμοποιηθεί για τη διάσπασή μας επενδύοντας σε διαφοροποιήσεις εμπορικότητας, πληρωμών, εξάρτησης από το ασφαλιστικό σύστημα ή τόπου του φαρμακείου.
Πρώτη και κυριότερη τέτοια αδιαπραγμάτευτη αρχή είναι πως ασκούμε Φαρμακευτική. Διεκδικούμε τον ρόλο που απορρέει από την επιστήμη μας στην θεραπευτική, την ευθύνη που αφορά το φάρμακο, τις υπηρεσίες που σε όλη την Ευρώπη παρέχονται πιστοποιημένα και με αμοιβή και εδώ άναρχα και στα όρια των προστριβών με άλλους επιστήμονες υγείας. Η υποχρέωση για την οποία η πολιτεία μας παρέχει μια άδεια ίδρυσης φαρμακείου δεν παραγράφεται σε οποιεσδήποτε επιχειρηματικές και οικονομικές συνθήκες. Η αποτελεσματική διάθεση φαρμάκων, η σωστή χρήση των φαρμάκων στη θεραπευτική, η εξοικονόμηση πόρων στους πολίτες και το σύστημα υγείας αποτελούν τα πρωτεύοντα στοιχεία της αποστολής μας που δεν υποκαθίστανται σε καμία περίπτωση. Η θεσμοθέτηση ενός αυστηρού πλαισίου και οριοθέτησης της άσκησης της φαρμακευτικής είναι απαραίτητη. Αυτή εξασφαλίζει πως όλα τα φάρμακα ανεξάρτητα από χαρακτηρισμούς όπως αποζημιούμενο ή μη, συνταγογραφούμενο ή όχι κλπ διακινούνται από το φαρμακείο και δια χειρός φαρμακοποιού. Και μαζί με αυτά τα σκευάσματα που αλληλεπιδρούν με το φάρμακο όπως συμπληρώματα διατροφής, φόρμουλες πρώτης βρεφικής ηλικίας κ.λπ.
Αρνούμαστε γραφειοκρατικές ανοησίες και ανώφελη γραμματειακή υποστήριξη όπως κυνήγι υπογραφών παραλήπτη, σφραγίδων στο βιβλιάριο, έλεγχο σφραγίδων ιατρών και νοσοκομείων κ.λπ. Αυτή θα πρέπει να γίνεται από το λογισμικό της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης. Αν το σύστημα Η/Σ έχει κενά αυτά θα πρέπει να κλείσουν οριστικά και αμετάκλητα. Το κάθε φαρμακείο κινδυνεύει αυτή τη στιγμή να έρθει αντιμέτωπο με έλεγχο όχι επιστημονικής επάρκειας ή αποτροπής της παραβατικότητας αλλά με έλεγχο συμμόρφωσης σε απαιτήσεις τύπου ασκήσεων καλλιγραφίας Β΄ Δημοτικού. Αυτό θα πρέπει να αλλάξει και να αντικατασταθεί με συστήματα που θα εντοπίζουν παραβάσεις και όχι παραλείψεις!
Διεκδικούμε τον περιορισμό της φαρμακευτικής δαπάνης όχι με οριζόντιες περικοπές και αναθεώρηση των περιθωρίων των ενδιαμέσων ανάλογα με το αν πιάνονται οι στόχοι (!!!) αλλά με ένα λειτουργικό σύστημα τιμολόγησης που δεν θα προκαλεί ελλείψεις φαρμάκων, με υιοθέτηση ενός συστήματος υπολογισμού περιθωρίων κέρδους που επιτρέπει τη διακίνηση όλων των φαρμάκων (και όχι εξωθώντας ασφαλισμένους βαριά πάσχοντες να γυρίζουν από φαρμακείο σε φαρμακείο αναζητώντας τα φάρμακά τους) και αυτονόητα την πληρωμή των ταμείων όπως επιβάλουν οι κοινοτικές οδηγίες χωρίς χρονοδιαγράμματα, δόσεις και επισφάλειες που αναστατώνουν την αγορά.
Το κόστος του φαρμάκου είναι πολύ υψηλό για να θεωρείται ότι μπορεί έστω και για λίγες μέρες να χρηματοδοτηθεί από τις χρηματοοικονομικές δυνατότητες επιχειρήσεων οι οποίες σε κανένα μέρος του κόσμου δεν προβλέπεται να επιτελούν το ρόλο αυτό και δεν μπορούν να τον επιτελέσουν ανεξαρτήτως του μεγέθους τους. Η άποψη πως το μέτρο της δυνατότητας εκτέλεσης της φαρμακευτικής περίθαλψης αποτελούν υποτιμημένα περιουσιακά στοιχεία (απομεινάρια της εποχής της υπερβολής) είναι προφανώς ανεδαφική και αποκαλύπτει (ανεξαρτήτως της θέσης αυτού που την εκφράζει) την αδυναμία του να συλλάβει τα μεγέθη που αυτή αφορά.
Μαζί με αυτά τη συμμετοχή του φαρμακείου στον περιορισμό της δαπάνης με κίνητρα για τον έλεγχο της ζήτησης και εξοικονόμησης (χορήγηση δικαιώματος υποκατάστασης σε δραστικές ουσίες που θα καθοριστούν με επιστημονικά κριτήρια), τη συμμαχία μας για την προστασία της ελληνικής παραγωγικής φαρμακοβιομηχανίας και τη συμμαχία μας με όλη την κοινωνία για τη χρηματοδότηση ενός επαρκούς συστήματος υγείας το οποίο θα καλύπτει τις πραγματικές ανάγκες χωρίς τη διαρκή μετατόπιση πληρωμών και βάρους από το κράτος στον πολίτη.
Ο φαρμακευτικός κλάδος αν για μία ακόμα φορά παρασυρθεί απλά σε αντίδραση απέναντι σε «ερεθίσματα» που αφορούν καθυστερήσεις πληρωμών ή έκτακτα χαράτσια είναι καταδικασμένος. Ακόμα και αν πετύχει επιμέρους νίκες και απαλοιφές, τελικά σε στρατηγικό επίπεδο θα χάσει τα πάντα. Έχουμε χορτάσει προσωρινές επιτυχίες που όμως σε μακροπρόθεσμη βάση δεν μας πρόσφεραν τίποτα και η σταδιακή πορεία του φαρμακείου προς την άναρχη φιλελευθεροποίηση και την υποχώρηση του επιστημονικού του ρόλου δεν έχει σταματήσει. Φτάσαμε στο σημείο όπου ή θα χρησιμοποιήσουμε τις τελευταίες δυνάμεις του κλάδου για την επίτευξη ενός σταθερού επιστημονικού και επιχειρηματικού πλαισίου δραστηριότητας ή θα κλειδώσουμε συλλογικά όργανα και αντιλήψεις και θα παραδώσουμε τα κλειδιά στην όποια επιχειρηματική έκφραση αλυσίδων έχει αναλάβει το «συμβόλαιο» της ελληνικής αγοράς.
Η πορεία δεν θα είναι εύκολη. Σε μία δύσκολη στιγμή για όλη την κοινωνία, ένας κλάδος που αγωνίζεται εύκολα θα ενεργοποιήσει τον κοινωνικό αυτοματισμό ακόμα και αν τα αιτήματά του αφορούν και υπεράσπιση των δικαιωμάτων των πολιτών. Άλλος δρόμος όμως δεν υπάρχει. Θα υπάρξουν σίγουρα και «φυγόμαχοι», «κοινωνικά ευαίσθητοι» και «οικονομικά ρεαλιστές». Στην παρούσα στιγμή δεν έχουμε την πολυτέλεια του να μείνουμε αδρανείς λόγω της ύπαρξής τους. Η ανάγκη είναι άμεση και θα κριθεί από το πόσοι θα πυκνώσουν τις τάξεις αυτών που θα αγωνιστούν. Διαφορετικά όλοι θα είμαστε αυτοί που θα καταλήξουν ηττημένοι.
Διχόνοια και διχασμός δεν χωράνε. Για να επιτευχθεί αυτό, όλα θα κριθούν από το πλαίσιο του αγώνα και των διεκδικήσεων που θα έχει η κινητοποίηση που δεν μπορεί να είναι για επιμέρους ζητήματα, ούτε κατά περίπτωση. Ο Πανελλήνιος και οι σύλλογοι θα χρειαστεί να επεξεργαστούν το πλαίσιο βιωσιμότητας του φαρμακείου που θα περιλαμβάνει θεσμικά, επιστημονικά, φορολογικά, θέματα πληρωμών, θέματα δαπάνης και θέματα δραστηριότητας του φαρμακείου τα οποία θα εξεταστούν και θα διεκδικηθούν ως σύνολο και χωρίς τεμαχισμούς. Το ίδιο θα πρέπει να γίνει και για τις μορφές αγώνα με τις οποίες θα κληθεί στο τραπέζι του διαλόγου η πολιτεία να ρυθμίσει αυτά τα θέματα.
Δεν ζητάμε κάτι παράλογο, δεν ζητάμε κάτι που επιβάλει κόστος στην πολιτεία, δεν ζητάμε κάποια προνομιακή μεταχείριση.
Ζητάμε πράγματα που προβλέπονται από ευρωπαϊκές
κοινοτικές οδηγίες και την κοινοτική νομοθεσία, από τον ρόλο του
φαρμακοποιού όπως έχει διαμορφωθεί σε παγκόσμιο επίπεδο, από τις
προδιαγραφές λειτουργίας του κράτους πρόνοιας και των ασφαλιστικών συστημάτων
και από βασικές αρχές των υποχρεώσεων του κράτους όπως ισχύουν σε όλη την
Ευρώπη.
Η κρίση δεν αποτελεί επιχείρημα μη εφαρμογής αυτών. Η πρόθεση ανάθεσης της φαρμακευτικής περίθαλψης σε τρίτους (εκτός των φαρμακοποιών) όμως ίσως αποτελεί λόγο. Και αυτό θα πρέπει να ξεκαθαρίσει το συντομότερο δυνατό.