Ερευνητές της Cleveland Clinic αναπτύσσουν μια νέα κατηγορία φαρμάκων για τη μείωση του κινδύνου για καρδιαγγειακό νόσημα, που στοχεύει σε μια μικροβιακή οδό στο έντερο.
Η μελέτη, η οποία πραγματοποιήθηκε σε ποντίκια, έδειξε ότι τα νέα φάρμακα κατάφεραν να αντιστρέψουν δύο κύριους παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακές παθήσεις: την αυξημένη ανταπόκριση των αιμοπεταλίων και τον υπερβολικό σχηματισμό θρόμβων.
Αυτό επιτεύχθηκε με τη μείωση των επιπέδων TMAO (Ν-οξείδιου τριμεθυλαμίνης), ενός βακτηριακού παραπροϊόντος του εντέρου που σχηματίζεται κατά τη διάρκεια της πέψης και συγκεκριμένα όταν τα βακτήρια του εντέρου χωνεύουν ορισμένα θρεπτικά συστατικά, όπως τη χολίνη, τη λεκιθίνη και την καρνιτίνη που είναι άφθονα σε ζωικά προϊόντα.
Τα υψηλά επίπεδα TMAO στο αίμα έχουν αποδειχθεί ως θετικοί παράγοντες πρόβλεψης για καρδιακή προσβολή, εγκεφαλικό επεισόδιο και κίνδυνο θανάτου, ενώ αποδείχτηκε ότι αυξάνουν την πιθανότητα θρόμβωσης, γεγονός που αυξάνει τον κίνδυνο καρδιακών προσβολών και εγκεφαλικών επεισοδίων.
Η μελέτη έδειξε ότι μια νέα σειρά αναστολέων ήταν σε θέση να διακόψει τις μικροβιακές οδούς του εντέρου που παράγουν TMAO. Τα νέα φάρμακα, που είναι δομικά παρόμοια με τη χολίνη, «ξεγελούν» το μηχανισμό πρόληψης του οργανισμού και τα εκλαμβάνει ως θρεπτικά συστατικά. Όμως, μόλις απορροφηθούν, προχωρούν στην παρεμπόδιση της παραγωγής του TMAO απενεργοποιώντας την πρωτεΐνη C της χρήσης της ένζυμης εντερικής χολίνης του εντέρου (cutC).
«Σύμφωνα με τη δική μας γνώση και εμπειρία, μέχρι σήμερα αυτή είναι η πιο ισχυρή θεραπεία χορήγησης φαρμακευτικής αγωγής στο μικροβίωμα με στόχο την αλλαγή της διαδικασίας σχετικά με μία ασθένεια. Επιπλέον, τα βακτηρίδια του εντέρου υπέστησαν μεταβολή, αλλά δεν θανατώθηκαν από αυτό το συγκεκριμένο φάρμακο και δεν υπήρξαν παρατηρήσιμες τοξικές παρενέργειες», δήλωσε ο Δρ. Hazen που ηγήθηκε της μελέτης.
«Η προσέγγιση που αναπτύχθηκε θα μπορούσε, ενδεχομένως, να χρησιμοποιηθεί για να στοχεύσει άλλες μικροβιακές οδούς του εντέρου. Ανυπομονούμε να προωθήσουμε αυτή τη νέα θεραπευτική στρατηγική σε ανθρώπους».
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι μόνο μία από του στόματος δόση του φαρμάκου ήταν επαρκής για να μειώσει τα επίπεδα TMAO για έως και τρεις ημέρες.
Τέλος, πολύ σημαντικό θεωρείται ότι τα φάρμακα της νέας αυτής κατηγορίας σχεδιάστηκαν έτσι ώστε να μη σκοτώνουν τα βακτηριακά κύτταρα και, κατά συνέπεια, να μη συμβάλλουν στην αντοχή στα αντιβιοτικά.
Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο «Nature Medicine».