Η ωοθηκική εφεδρεία είναι τα αποθέματα των ωοθηκών σε ωοθυλάκια. Η επικρατούσα άποψη είναι ότι οι γυναίκες γεννιούνται με συγκεκριμένο αριθμό ωοθυλακίων και πως το «απόθεμα» αυτό μειώνεται με την ηλικία. Υπολογίζεται ότι κάθε γυναίκα γεννιέται με περίπου 1 εκατομμύριο ωοθυλάκια. Μέχρι την εφηβεία έχουν απομείνει περίπου τα μισά, ενώ στη συνέχεια η γυναίκα χάνει έως 1.000 ωοθυλάκια το μήνα. Από αυτά, το ένα (ή σε σπάνιες περιπτώσεις δύο) ωριμάζει και απελευθερώνει το ωάριό του.
Η αξιολόγηση της ωοθηκικής εφεδρείας είναι σημαντική, ειδικά σε μία εποχή που ολοένα περισσότερες γυναίκες καθυστερούν την απόκτηση παιδιών μέχρι τα 30 ή και τα 40 τους χρόνια. Η αξιολόγηση αυτή γίνεται με τη μέτρηση των επιπέδων μιας ορμόνης που λέγεται αντιμυλλέριος (anti-müllerian hormone - AMH).
Τι είναι η αντιμυλλέριος ορμόνη;
Είναι μία πρωτεΐνη που παράγεται στις ωοθήκες της γυναίκας από τα κύτταρα του λεγόμενου ωοφόρου δίσκου κάθε ωοθυλακίου. Ο δίσκος αυτός είναι ένα σύμπλεγμα κυττάρων που περιβάλλει τα ανώριμα ωάρια. Τα επίπεδα της ΑΜΗ στο αίμα της γυναίκας παρέχουν αξιόπιστη ένδειξη για τα αποθέματα σε ωοθυλάκια (άρα ωάρια) που διαθέτει, σε σύγκριση με άλλες γυναίκες της ίδιας ηλικιακής ομάδας. Ωστόσο, από μόνα τους δεν επαρκούν για να υπολογιστούν οι πιθανότητες φυσικής σύλληψης, γι' αυτό και συνήθως μετρώνται στο πλαίσιο ενός ολιστικού πλάνου ελέγχου της γονιμότητας.
Γιατί είναι σημαντική;
Η μέτρηση της ΑΜΗ αποτελεί πολύτιμο εργαλείο στη φαρέτρα των ιατρών αναπαραγωγής στη μάχη κατά της υπογονιμότητας.
Η μέτρηση των επιπέδων της αναδεικνύει το πρόβλημα της μειωμένης ωοθηκικής εφεδρείας πολύ νωρίτερα από την κλινική της εμφάνιση, ειδικά όταν συνδυάζεται με γυναικολογικό υπερηχογράφημα ωοθηκών και κλασικούς ορμονικούς ελέγχους (π.χ. μέτρηση οιστραδιόλης, τεστοστερόνης, προγεστερόνης, FSH κ.λπ.). Όταν τα επίπεδα της ΑΜΗ είναι χαμηλά, υποδηλώνουν μειωμένη ωοθηκική εφεδρεία. Όταν είναι υψηλά, μπορεί να υποδηλώνουν σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών ή άλλη παθολογία. Ωστόσο σε καμία περίπτωση η ΑΜΗ δεν αποτελεί δείκτη της ποιότητας των ωαρίων. Δείχνει μόνο την ποσότητά τους.
Σε ποιες γυναίκες συνιστάται η μέτρησή της;
Η μέτρηση
συνιστάται κατ' αρχάς στις γυναίκες οι οποίες δεν κατορθώνουν να μείνουν έγκυοι
έπειτα από πολλές, συνεχείς προσπάθειες. Πρακτικά
αυτό σημαίνει πως στις γυναίκες ηλικίας κάτω των 35 ετών συνιστάται έλεγχος
γονιμότητας, στον οποίο θα συμπεριλαμβάνεται η μέτρηση της ΑΜΗ, έπειτα από 12
μήνες ανεπιτυχών προσπαθειών. Το
αντίστοιχο χρονικό διάστημα για τις γυναίκες 35 ετών και άνω, είναι 6 μήνες. Η εξέταση
συνιστάται επίσης στις γυναίκες, ανεξαρτήτως ηλικίας, οι οποίες πρόκειται να
υποβληθούν σε ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, διότι μπορεί να παράσχει
ενδείξεις για τις πιθανότητες επιτυχίας της προσπάθειας.
Την εξέταση μπορεί επίσης να κάνουν οι γυναίκες με ιστορικό καρκίνου οι οποίες υποβλήθηκαν σε χημειοθεραπεία ή σε εγχείρηση ωοθηκών/ενδομητρίου και επιθυμούν να μάθουν αν και πόσο επηρεάστηκε η αναπαραγωγική ικανότητά τους.
Τέλος, μέτρηση της ΑΜΗ για εκτίμηση της ωοθηκικής επάρκειας πρέπει να κάνει και κάθε γυναίκα ηλικίας 30 ετών, με ατομικό ή οικογενειακό ιστορικό αυτοάνοσου νοσήματος (π.χ. θυρεοειδίτιδα Hashimoto, λεύκη, ψωρίαση, ρευματοειδής αρθρίτιδα, ελκώδης κολίτιδα, νόσος Crohn κ.λπ.) ή η οποία έχει κάνει εγχείρηση αφαίρεσης κύστεων ωοθηκών.