Οι γονείς, που ασκούν υπερβολικό έλεγχο στα παιδιά τους, τα εμποδίζουν να αναπτυχθούν συναισθηματικά και να διαχειριστούν τη συμπεριφορά τους, προειδοποιούν Αμερικανοί ερευνητές του Ινστιτούτου Ανάπτυξης του Παιδιού στο Πανεπιστήμιο της Μινεσότα.
Σε έρευνά τους, έθεσαν υπό παρακολούθηση 422 παιδιά από διάφορα κοινωνικο-οικονομικά περιβάλλοντα, για 8 χρόνια, αξιολογώντας -σε ηλικία των δύο, των πέντε και των δέκα ετών- την αλληλεπίδραση με τις μητέρες τους, δεδομένα από τους δασκάλους και αναφορές των ιδίων των παιδιών (όταν ήταν 10 ετών).
Παρατήρησαν λοιπόν ότι τα παιδιά, των οποίων οι γονείς έλεγχαν κάθε κίνησή τους όταν ήταν δύο ετών, είχαν πτωχότερη συναισθηματική και συμπεριφορική ρύθμιση στην ηλικία των πέντε ετών.
Σε ηλικία 10 ετών, η συγκεκριμένη γονική τακτική σχετίστηκε επίσης με περισσότερα συναισθηματικά προβλήματα στο σχολείο, πτωχότερες κοινωνικές δεξιότητες και λιγότερη ακαδημαϊκή παραγωγικότητα.
Συγκεκριμένα, όταν τα παιδιά ήταν δύο ετών, ζητήθηκε από τις μητέρες να παίξουν μαζί τους σαν να ήταν στο σπίτι. Τις πολύ αυστηρές ή απαιτητικές μητέρες, που υποδείκνυαν στο παιδί με τι να παίξει, πώς να χρησιμοποιήσει το παιχνίδι ή πώς να συμμαζέψει μετά το χώρο, τις χαρακτήρισαν με τον όρο «γονέας-ελικόπτερο».
Σε αντίθεση, η καλύτερη συναισθηματική αυτο-ρύθμιση σε ηλικία πέντε ετών είχε συντελέσει σε λιγότερα συναισθηματικά προβλήματα σε ηλικία δέκα ετών, καθώς και σε καλύτερο έλεγχο της παρόρμησης, καλύτερες κοινωνικές δεξιότητες και ακαδημαϊκές επιδόσεις.
Οι γονείς παίζουν καθοριστικό ρόλο στο να βοηθούν τα παιδιά να μάθουν να ελέγχουν τα συναισθήματά τους και τη συμπεριφορά τους, αλλά τα παιδιά χρειάζονται ένα γονιό να τα καθοδηγεί και όχι να τα χειραγωγεί.
Όταν οι γονείς ασκούν ασφυκτικό έλεγχο και βρίσκονται ένα βήμα πιο μπροστά, το παιδί δεν μπορεί να χειριστεί κοινωνικές και συναισθηματικές προκλήσεις, ανακόπτοντας την προσπάθεια ανάπτυξης αυτο-ρυθμιστικών δεξιοτήτων.