Σύμφωνα με την Καθηγήτρια Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, ο Διεθνής Οργανισμός Έρευνας για τον Καρκίνο (IARC) ταξινόμησε την ασπαρτάμη ως πιθανό καρκινογόνο για τον άνθρωπο (συγκεκριμένα για το ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα) και η Μεικτή Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων για τα Πρόσθετα Τροφίμων (JECFA) επιβεβαίωσε την αποδεκτή ημερήσια πρόσληψη 40mg/kg.
Η ασπαρτάμη είναι ένα τεχνητό γλυκαντικό που χρησιμοποιείται ευρέως σε διάφορα προϊόντα τροφίμων και ποτών από τη δεκαετία του ’80, συμπεριλαμβανομένων των ποτών διαίτης, της τσίχλας, της ζελατίνης, του παγωτού, καθώς και των γαλακτοκομικών προϊόντων όπως το γιαούρτι, τα δημητριακά, την οδοντόκρεμα αλλά και των φαρμάκων, όπως είναι οι σταγόνες για το βήχα και μασώμενες βιταμίνες.
Η JECFA κατέληξε στο συμπέρασμα ότι με τα δεδομένα που αξιολογήθηκαν δεν φάνηκε να υπάρχει επαρκής λόγος για αλλαγή της ήδη καθιερωμένης αποδεκτής ημερήσιας πρόσληψης (ADI) που είναι 0-40mg/kg σωματικού βάρους για την ασπαρτάμη. Η Επιτροπή επομένως επιβεβαίωσε εκ νέου ότι είναι ασφαλές για ένα άτομο να καταναλώνει ασπαρτάμη εντός αυτού του ορίου ανά ημέρα. Για παράδειγμα, ένα κουτί αναψυκτικού διαίτης περιέχει 200 ή 300mg ασπαρτάμης. Ένας ενήλικας βάρους 70 κιλών θα πρέπει να καταναλώνει περισσότερα από 9-14 κουτάκια την ημέρα για να υπερβεί την αποδεκτή ημερήσια πρόσληψη, υποθέτοντας ότι δεν υπάρχει άλλη πρόσληψη από άλλες πηγές τροφίμων.
Το τελικό συμπέρασμα είναι επομένως ότι η ασπαρτάμη ακόμη και σε καθημερινή κατανάλωση είναι ασφαλής, ενώ δεν είναι σε σοβαρή υπερκατανάλωση.