Παρά τη γενική εμπορική αποτυχία των εισπνεόμενων αντιδιαβητικών σκευασμάτων, πολλές φαρμακευτικές εταιρείες συνεχίζουν τις έρευνες και τις προσπάθειες ανάπτυξης φαρμάκων εισπνεόμενης μορφής για άλλες παθήσεις, επενδύοντας σημαντικά σε αυτά και πιστεύοντας στη θεραπευτική τους αξία, στην αποτελεσματικότητά τους και στις δυνατότητες οικονομικής επιτυχίας τους. |
Τα εισπνεόμενα αντιδιαβητικά σκευάσματα, τα οποία είχαν σχεδιαστεί τα τελευταία χρόνια ώστε να αποτελέσουν μία πρακτική και ανώδυνη φαρμακοτεχνική μορφή χορήγησης ινσουλίνης, δεν μπόρεσαν τελικά να ανταποκριθούν στις υψηλές προσδοκίες που είχαν δημιουργήσει στις παρασκευάστριες φαρμακευτικές εταιρείες. Φάρμακα, όπως το Exubera, αποδείχτηκαν τελικά εμπορικές αποτυχίες καθώς δεν κατάφεραν να προσελκύσουν το ενδιαφέρον των επιστημόνων υγείας και των ασθενών και δεν απέφεραν τα αναμενόμενα κέρδη στις βιομηχανίες φαρμάκου. Εταιρείες όπως η Pfizer Inc., η Eli Lilly and Company και η Novo Nordisc αποσύρθηκαν τους τελευταίους μήνες από την ανάπτυξη και την προώθηση εισπνεόμενων αντιδιαβητικών, προλαμβάνοντας ζημιές στα οικονομικά τους μεγέθη εξαιτίας του περιορισμένου εμπορικού ενδιαφέροντος για τα σκευάσματα αυτά. Επιπλέον, σε μικρό χρονικό διάστημα μετά την κυκλοφορία κάποιων σκευασμάτων, βγήκαν στο φως της δημοσιότητας στοιχεία κλινικών δοκιμών που συσχέτιζαν τη χρήση των προϊόντων αυτών με αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης μίας σειράς από ανεπιθύμητες ενέργειες, με πιο συχνή από αυτές τον ερεθισμό του αναπνευστικού συστήματος. Στις αρχές Απριλίου του 2008, τέλος, οι φαρμακευτικές εταιρείες Pfizer Inc. και Nektar Therapeutics ανακοίνωσαν ότι σε μελέτες που είχαν διεξάγει, παρατηρήθηκε αυξημένη συχνότητα κρουσμάτων καρκίνου των πνευμόνων σε χρήστες του Exubera, χωρίς όμως να αποδεικνύεται κάποια άμεση σχέση με τη λήψη του φαρμάκου. Από ειδικούς εικάστηκε ότι η απευθείας επαφή της ινσουλίνης –η οποία αποτελεί «αυξητικό παράγοντα»– με τους πνεύμονες, θα μπορούσε ίσως να ευθύνεται για την καρκινογένεση. Μετά την είδηση αυτή η Nektar Therapeutics (στην οποία ανήκει πλέον το συγκεκριμένο σκεύασμα, μετά την προ μηνών απόσυρση της Pfizer Inc.) διέκοψε κάθε περαιτέρω διαπραγμάτευση με ενδιαφερόμενους εμπορικούς εταίρους για τη διακίνηση του προϊόντος, καθώς και τη χρηματοδότηση κάθε άλλης έρευνας σχετικής με την ανάπτυξη νέων εισπνεόμενων σκευασμάτων ινσουλίνης, ενώ καθ’ οδόν βρίσκονται οι κινήσεις για την οριστική απόσυρση του Exubera από την αγορά. Παρά τη γενική εμπορική αποτυχία των εισπνεόμενων αντιδιαβητικών σκευασμάτων, πολλές φαρμακευτικές εταιρείες συνεχίζουν τις έρευνες και τις προσπάθειες ανάπτυξης φαρμάκων εισπνεόμενης μορφής για άλλες παθήσεις, επενδύοντας σημαντικά σε αυτά και πιστεύοντας στη θεραπευτική τους αξία, στην αποτελεσματικότητά τους και στις δυνατότητες οικονομικής επιτυχίας τους. Εισπνεόμενα φάρμακα εξάλλου χρησιμοποιούνται εδώ και πολλά χρόνια, με τα φάρμακα για την αντιμετώπιση των κρίσεων άσθματος να αποτελούν ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι για αρκετές παθήσεις, η απευθείας επαφή της δραστικής ουσίας ενός φαρμάκου με τους πνεύμονες θα μπορούσε να παρέχει έναν άμεσο και γρήγορο τρόπο για τη θεραπεία ή την ανακούφιση από τα συμπτώματα της πάθησης. Έτσι μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες, όπως η Nektar Therapeutics, η Bayer AG και η Novartis, συνεργάζονται για την ανάπτυξη εισπνεόμενων αντιμικροβιακών σκευασμάτων αντιβιοτικής δράσης για την αντιμετώπιση της κυστικής ίνωσης, της πνευμονίας και διάφορων άλλων μολύνσεων του αναπνευστικού, με βάση τις ουσίες αμικασίνη, βανκομυκίνη, τομπραμυκίνη και σιπροφλοξασίνη. Για τη θεραπεία της κυστικής ίνωσης αναμένει έγκριση και ένα ακόμη εισπνεόμενο αντιβιοτικό φάρμακο με βάση την αζτρεονάμη-λυσίνη. Αναλυτές εκτιμούν ότι οι πωλήσεις του συγκεκριμένου φαρμάκου θα αποφέρουν στην παρασκευάστρια εταιρεία του, τη Gilead Sciences Inc., περισσότερα από 500 εκατομμύρια δολάρια ετησίως. Μία ακόμη φαρμακευτική εταιρεία, η MAP Pharmaceuticals Inc., αναπτύσσει επίσης εισπνεόμενα φάρμακα για την αντιμετώπιση του παιδικού άσθματος και των ημικρανιών. Σε ό,τι αφορά το νέο φάρμακο για την αντιμετώπιση των ημικρανιών, αυτό έχει ως δραστικό συστατικό τη διϋδροεργοταμίνη, μία ουσία που χορηγείται με ενδοφλέβια ένεση για την ανακούφιση από τους οξείς πονοκεφάλους. Σύμφωνα με την εταιρεία, το πλεονέκτημα της πειραματικής εισπνεόμενης μορφής έγκειται στο ότι η συγκεκριμένη μορφή χορήγησης «επιφέρει λιγότερες παρενέργειες και επάγει με ασφάλεια μια πιο άμεση δράση του φαρμάκου, μέσα σε μόλις 10 λεπτά». Τα πρώτα αποτελέσματα από την 3η φάση των κλινικών δοκιμών για το συγκεκριμένο εισπνεόμενο σκεύασμα αναμένονται στο τέλος του τρέχοντος έτους, ενώ διεθνής ομάδα αναλυτών εκτιμά ότι τα ετήσια κέρδη από τις πωλήσεις του φαρμάκου θα μπορούν να κυμαίνονται γύρω στα 250 εκατομμύρια δολάρια. |
|