Το έγκριτο επιστημονικό περιοδικό «The New England Journal of Medicine» αναλύει με σαφήνεια τα πλεονεκτήματα και τα προβλήματα των rapid tests για το νέο κορονοϊό και ορίζει τις κατευθυντήριες οδηγίες για τη σωστή χρήση τους και την αξιόπιστη αξιολόγηση του αποτελέσματός τους. Σήμερα τα περίπου 400 rapid tests που έχουν λάβει έγκριση από τον FDA των ΗΠΑ για τη διάγνωση της λοίμωξης από τον SARS-CoV-2 χωρίζονται σε δύο τύπους: α) αυτά που ανιχνεύουν το γενετικό υλικό (δηλ. τα γονίδια) του ιού (μοριακά rapid tests) και β) αυτά που ανιχνεύουν πρωτεΐνες-αντιγόνα του ιού (αντιγονικά rapid tests). Ο αλγόριθμος των οδηγιών για κάθε περίπτωση συνιστά τα παρακάτω:
(1) Τα συμπτωματικά άτομα που εμφανίζουν οποιοδήποτε σύμπτωμα της COVID-19, ανεξάρτητα από την εμβολιαστική τους κατάσταση, πρέπει να υποβάλλονται το συντομότερο δυνατόν σε rapid test και να παραμείνουν σε καραντίνα μέχρι την επιβεβαίωση των αποτελεσμάτων του ελέγχου τους.
• Εάν το rapid test είναι θετικό, πρέπει να επιβεβαιώσουν το αποτέλεσμα με μοριακό έλεγχο (RT-PCR), να παραμείνουν σε καραντίνα, να ειδοποιήσουν τις υγειονομικές υπηρεσίες και, αν χρειαστεί, να λάβουν θεραπεία. Σημειώνεται ότι στην Ελλάδα δεν ενδείκνυται σήμερα η επιβεβαίωση με μοριακό τεστ ενός θετικού rapid test.
• Εάν το rapid test είναι αρνητικό, πρέπει να επανεξετάζονται μετά από 2 ημέρες, ειδικά εάν έχουν συμπτώματα που επιδεινώνονται ή συμπτώματα που παραπέμπουν σε μεγάλη πιθανότητα λοίμωξης από τον κορονοϊό. Εάν και μετά από 2 ημέρες το rapid test είναι αρνητικό, η λοίμωξη πιθανότατα δεν οφείλεται στον SARS-CoV-2.
(2) Τα ασυμπτωματικά άτομα που έχουν εκτεθεί στον SARS-CoV-2 (δηλ. ήρθαν σε στενή επαφή με επιβεβαιωμένο κρούσμα COVID-19), ανεξάρτητα από την εμβολιαστική τους κατάσταση, πρέπει να ελέγχονται άμεσα και εντός 48 ωρών με rapid test, αλλά και για δεύτερη φορά 5-7 ημέρες μετά την αρχική τους έκθεση και να παραμείνουν σε καραντίνα.
• Εάν το πρώτο rapid test ή το rapid test μετά από 5-7 ημέρες είναι θετικό, πρέπει να επιβεβαιώσουν το αποτέλεσμα με μοριακό έλεγχο (RT-PCR), να παραμείνουν σε καραντίνα, να ειδοποιήσουν τις υγειονομικές υπηρεσίες και, εάν εμφανίσουν συμπτώματα, ίσως χρειαστεί να λάβουν θεραπεία. Σημειώνεται ότι στην Ελλάδα δεν ενδείκνυται σήμερα η επιβεβαίωση με μοριακό τεστ ενός θετικού rapid test.
• Εάν το πρώτο rapid test είναι αρνητικό και δεν έχουν συμπτώματα, πρέπει να επανεξετάζονται μετά από 2 ημέρες ή οποιαδήποτε στιγμή εμφανίσουν συμπτώματα. Εάν και πάλι το rapid test είναι αρνητικό, πρέπει να παρακολουθούνται για εμφάνιση συμπτωμάτων για 14 ημέρες μετά την έκθεση, και σε περίπτωση που δεν εμφανίσουν συμπτώματα, τότε δεν μολύνθηκαν από τον SARS-CoV-2.
(3) Τα ασυμπτωματικά άτομα που βρέθηκαν σε περιβάλλον υψηλού κινδύνου μετάδοσης του SARS-CoV-2 πρέπει να ελεγχθούν με rapid test εντός 48 ωρών από την έκθεσή τους.
• Εάν το rapid test είναι θετικό, θα πρέπει να επαναληφθεί μετά από 2 ημέρες, ειδικά εάν υπάρχει κλινική υποψία για COVID-19 ή εάν ο επιπολασμός της COVID-19 στον πληθυσμό είναι χαμηλός. Εάν στην επανάληψη, το rapid test είναι θετικό, τότε πρέπει να επιβεβαιωθεί η λοίμωξη με μοριακό έλεγχο (RT-PCR), το άτομο να μπει σε καραντίνα και να ειδοποιήσει τις υγειονομικές υπηρεσίες. Εάν στην επανάληψη το rapid test είναι αρνητικό, τότε δεν υπάρχουν ενδείξεις λοίμωξης από SARS-CoV-2.
• Εάν το rapid test είναι αρνητικό, τότε δεν χρειάζεται να επαναληφθεί και το άτομο δεν έχει μολυνθεί από τον ιό.
(4) Άτομα με γνωστή έκθεση στον SARS-CoV-2 που δεν είναι εμβολιασμένα ή δεν έχουν κάνει αναμνηστική δόση του εμβολίου τους τελευταίους 6 μήνες και έχουν θετικό rapid test, θα πρέπει να παραμείνουν σε καραντίνα εν αναμονή των αποτελεσμάτων της εξέτασής τους με μοριακό έλεγχο (RT-PCR), ο οποίος συνιστάται να γίνει οπωσδήποτε. Θα πρέπει επίσης να παρακολουθούνται για εμφάνιση συμπτωμάτων.
(5) Άτομα που είναι θετικά σε οποιαδήποτε από τις παραπάνω περιπτώσεις, πρέπει να απομονώνονται, να ενημερώνουν τις υγειονομικές υπηρεσίες και επίσης να ενημερώνουν τις στενές επαφές τους για τη λοίμωξή τους.
(6) Τα άτομα που υποβάλλονται σε rapid test, θα πρέπει να γνωρίζουν ότι τα αντιγονικά rapid test έχουν χαμηλότερη ευαισθησία από τα μοριακά, αλλά ανιχνεύουν τη λοίμωξη νωρίτερα (5-7 ημέρες από την εμφάνιση συμπτωμάτων), το διάστημα δηλαδή που η μεταδοτικότητα λόγω του υψηλού ιικού φορτίου είναι μεγαλύτερη.
(7) Σύμφωνα με την οδηγία του Κέντρου Ελέγχου Νοσημάτων (CDC) των ΗΠΑ, άτομα που έχουν εκτεθεί στον ιό πρέπει να ελέγχονται 2 φορές, το 1ο rapid test να γίνεται εντός 48 ωρών και το 2ο rapid test 2 ημέρες μετά το πρώτο αρνητικό τεστ. Αν όμως επιθυμούν να κάνουν μόνο μία φορά rapid test, συνιστάται να ελέγχονται 5-7 ημέρες μετά την έκθεση.
(8) Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται τεστ που ανιχνεύουν ειδικά αντισώματα IgG ή IgM για τον SARS-CoV-2. Τα τεστ αντισωμάτων δεν ανιχνεύουν την οξεία λοίμωξη.
(9) Θα πρέπει επίσης να είναι σαφές ότι τα ήδη εγκεκριμένα rapid test έχουν επικυρωθεί πριν από την εμφάνιση των μεταλλάξεων «Δ» και «Ο» και ο FDA αξιολογεί εκ νέου και λεπτομερώς την ευαισθησία και την ειδικότητα όλων των κυκλοφορούντων rapid τεστ για να μειώσει την πιθανότητα ψευδών αποτελεσμάτων.
(10) Τέλος, η σύσταση προς όλο τον πληθυσμό είναι να εμβολιαστεί με αναμνηστική δόση το συντομότερο, να περιορίσει τη συμμετοχή του σε συναθροίσεις και να τηρεί αυστηρά τα υγειονομικά μέτρα.