«Η χορήγηση αντιρετροϊκών φαρμάκων για την αντιμετώπιση της λοίμωξης HIV θα πρέπει να ξεκινά νωρίτερα απ’ ότι συνίσταται σήμερα», υποστηρίζουν ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Μπρίστολ σε μελέτη η οποία δημοσιεύεται στην ιατρική επιθεώρηση The Lancet. Σύμφωνα με τους επιστήμονες, κατ’ αυτόν τον τρόπο μεγιστοποιείται το προσδόκιμο επιβίωσης των ασθενών. |
«Η χορήγηση αντιρετροϊκών φαρμάκων για την αντιμετώπιση της λοίμωξης HIV θα πρέπει να ξεκινά νωρίτερα απ’ ότι συνίσταται σήμερα», υποστηρίζουν ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Μπρίστολ σε μελέτη η οποία δημοσιεύεται στην ιατρική επιθεώρηση The Lancet. Σύμφωνα με τους επιστήμονες, κατ’ αυτόν τον τρόπο μεγιστοποιείται το προσδόκιμο επιβίωσης των ασθενών.
Σε στατιστική ανάλυση που διεξήγαγαν σε 45.000 φορείς του HIV σε Ευρώπη και Β. Αμερική, διαπιστώθηκε ότι οι ασθενείς οι οποίοι ξεκινούσαν την αντιρετροϊκή θεραπεία στο χρονικό σημείο που προτείνεται σήμερα ή πέραν αυτού, είχαν κατά 28% αυξημένες πιθανότητες να αναπτύξουν AIDS ή να καταλήξουν εξαιτίας της ανοσοανεπάρκειας.
Σύμφωνα με τις τρέχουσες οδηγίες των Διεθνών Οργανισμών Υγείας, οι οροθετικοί για HIV ασθενείς θα πρέπει να ξεκινούν φαρμακευτική αγωγή μόνο όταν τα επίπεδα των CD4 Τ-κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος πέσουν κάτω από την τιμή των 350 κυττάρων ανά μικρολίτρο αίματος. Ο λόγος για τον οποίο συστήνεται αυτό το όριο είναι ότι, καθότι πολλά από τα φάρμακα συνοδεύονται συχνά από σοβαρές παρενέργειες ή/και παρουσιάζουν τον κίνδυνο ανάπτυξης ανθεκτικότητας του ιού σ’ αυτά, θα πρέπει η χορήγησή τους να καθυστερεί ωσότου το ανοσοποιητικό σύστημα να χρήζει οπωσδήποτε κάποιας φαρμακευτικής ενίσχυσης.
Οι ερευνητές όμως του Πανεπιστημίου του Μπρίστολ τονίζουν ότι η καθυστερημένη έναρξη της αντιρετροϊκής θεραπείας και η αναμονή ωσότου τα CD4 Τ-κύτταρα πέσουν σε επίπεδα μεταξύ 251 και 350 κύτταρα / μl, συνοδεύεται από φτωχότερη πρόγνωση σε σχέση με χορήγηση που ξεκίνησε όταν η αντίστοιχη τιμή ήταν στα 351-450 κύτταρα / μl.
Για τον λόγο αυτό επισημαίνουν ότι η τιμή των 350 κυττάρων ανά μικρολίτρο αίματος θα πρέπει να αντιστοιχεί χρονικά στο αργότερο κατά το οποίο θα πρέπει να ξεκινά η θεραπεία με φάρμακα κατά του HIV. Επισημαίνουν ακόμη τη βελτίωση που έχει συντελεστεί τόσο στην ποικιλία όσο και στην αποτελεσματικότητα/ασφάλεια των σύγχρονων αντιρετροϊκών φαρμάκων, η χορήγηση των οποίων συνοδεύεται από λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες.
Τονίζουν τέλος την αξία των τακτικών εξετάσεων όλου του πληθυσμού για HIV και τη σπουδαιότητα της έγκαιρης διάγνωσης, καθώς όσο πιο νωρίς γίνεται αυτή, τόσο πιο αποτελεσματική είναι η αντιρετροϊκή θεραπεία και τόσο μεγαλύτερο είναι το προσδόκιμο επιβίωσης. |
|