Η ελονοσία εκδηλώνεται ως μια σταδιακή αποδυνάμωση του οργανισμού και προκαλείται από παράσιτα του γένους Plasmodium, τα οποία αφού προσβάλλουν τα ερυθρά αιμοσφαίρια του ατόμου, πολλαπλασιάζονται και σπάζουν τα τοιχώματα των αιμοσφαιρίων, εισέρχονται στην κυκλοφορία του αίματος και προσβάλλουν ακολούθως άλλα υγιή κύτταρα.
Η εύρεση μιας ουσίας που θα μπορούσε να «μπλοκάρει» τη δράση του ένζυμου PfSUB1, θα παρεμπόδιζε την απελευθέρωση των παρασίτων στο αίμα και την προσβολή νέων κυττάρων.
|
Η ελονοσία είναι μια από τις πιο κοινές μολυσματικές ασθένειες και αποτελεί νόσο ευρύτατα διαδεδομένη σε τροπικές χώρες της Αφρικής, της Αμερικής και της Ασίας. Υπολογίζεται δε ότι κάθε χρόνο σκοτώνει 1-3 εκατομμύρια ανθρώπους, στην πλειοψηφία τους παιδιά στην υποσαχάρια Αφρική.
Η ελονοσία εκδηλώνεται ως μια σταδιακή αποδυνάμωση του οργανισμού και προκαλείται από παράσιτα του γένους Plasmodium, τα οποία αφού προσβάλλουν τα ερυθρά αιμοσφαίρια του ατόμου, πολλαπλασιάζονται και σπάζουν τα τοιχώματα των αιμοσφαιρίων, εισέρχονται στην κυκλοφορία του αίματος και προσβάλλουν ακολούθως άλλα υγιή κύτταρα.
Η αντιμετώπιση της ελονοσίας σήμερα συνίσταται κυρίως στην πρόληψή της, με τη δημιουργία δηλαδή κατάλληλων συνθηκών, ώστε να αποφεύγεται η επαφή με κουνούπια Anopheles, τους φυσικούς φορείς του παρασίτου. Υπάρχουν επίσης και φάρμακα που προλαμβάνουν ή αντιμετωπίζουν τα συμπτώματα της ασθένειας, συχνά όμως αυτά δεν είναι αποτελεσματικά, διότι τα παράσιτα μπορούν και αναπτύσσουν μηχανισμούς ανθεκτικότητας σ’ αυτά.
Σ’ αυτό ακριβώς το σημείο έρχεται να συνεισφέρει πρόσφατη έρευνα Βρετανών επιστημόνων, οι οποίοι για πρώτη φορά κατάφεραν να αποδείξουν ότι το ένζυμο PfSUB1 των παρασίτων είναι αυτό που «σπάει» τα τοιχώματα των ερυθρών αιμοσφαιρίων και αυτό που ουσιαστικά προκαλεί την εξάπλωση της ασθένειας στον οργανισμό.
Η εύρεση λοιπόν μιας ουσίας που θα μπορούσε να «μπλοκάρει» τη δράση του ένζυμου αυτού, θα παρεμπόδιζε την απελευθέρωση των παρασίτων στο αίμα και την προσβολή νέων κυττάρων.
Μετά από λεπτομερή αναζήτηση σε βάσεις δεδομένων οι επιστήμονες κατάφεραν να εντοπίσουν ένα συστατικό φυτικής προέλευσης το οποίο θα μπορούσε να «επιτεθεί» στο ένζυμο PfSUB1 και να παρεμποδίσει τη δράση του και την εκδήλωση της ελονοσίας.
Η δημιουργία φαρμάκων κατά της ελονοσίας με συστατικό τη φυτική αυτή ουσία θα μπορούσε να καλύψει τα κενά των συμβατικών μεθόδων θεραπείας της ασθένειας και να ανακουφίσει εκατομμύρια πάσχοντες αλλά και ολόκληρες χώρες, οι οποίες αυτή τη στιγμή μαστίζονται από τη νόσο.
Χρειάζονται όμως να γίνουν ακόμη αρκετά βήματα μέχρι τα ερευνητικά στοιχεία των επιστημόνων να δώσουν την τελική και κατάλληλη μορφή του φαρμάκου για την αντιμετώπιση της ασθένειας. |