Τα μέτρα πρόληψης που λαμβάνονται εναντίον του SARS-CoV-2, όπως η καθολική χρήση μάσκας, ο περιορισμός των κοινωνικών συναναστροφών και η εφαρμογή απαγορευτικού αναμένεται να μειώσουν σημαντικά την επίπτωση της γρίπης. Ωστόσο, πολλές πληθυσμιακές ομάδες έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης επιπλοκών από τη γρίπη. Στις ομάδες αυτές ανήκουν νέα παιδιά κάτω των 5 ετών (ιδίως κάτω των 2 ετών), έγκυες και λεχωίδες, ηλικιωμένοι άνω των 65 ετών, άτομα με χρόνια προβλήματα υγείας.
Σύμφωνα με επιστημονικό άρθρο του περιοδικού JAMA σε περιπτώσεις εμφάνισης
συμπτωμάτων από το αναπνευστικό, όπου και οι δύο λοιμώξεις είναι πιθανές,
θα πρέπει να διενεργείται ειδική διαγνωστική δοκιμασία, ώστε να λαμβάνονται
οι κατάλληλες θεραπευτικές επιλογές.
Σε ασθενείς που νοσηλεύτηκαν με λοίμωξη
COVID-19, δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα για την αποτελεσματικότητα ή την
ανοσογονικότητα και την ασφάλεια των αντιγριπικών εμβολίων, ώστε να καθοριστεί
η ιδανική χρονική στιγμή του εμβολιασμού.
Επιπλέον, δεν έχει καθοριστεί το βέλτιστο
χρονικό διάστημα εμβολιασμού για όσους έλαβαν αντιφλεγμονώδη,
όπως η δεξαμεθαζόνη ή ανοσοτροποποιητικά μακράς δράσης.
Με βάση την
υπάρχουσα γνώση και από άλλες λοιμώξεις, σε ασθενείς με ήπια λοίμωξη COVID-19
συνιστάται ο εμβολιασμός μετά το πέρας τουλάχιστον 10 ημερών από την εμφάνιση
των συμπτωμάτων και 24 ωρών απυρεξίας, ενώ σε ασθενείς με σοβαρή λοίμωξη
συνιστάται να αναβάλλεται έως την ανάρρωση, αλλά δεν θα πρέπει να παραλείπεται.