Τη Δευτέρα 18/7 η GSK αποσχίστηκε από τον τομέα καταναλωτικών προϊόντων της και ξεκίνησε και επίσημα η αυτόνομη λειτουργία της νέας εταιρείας Haleon. Η Haleon, που γεννήθηκε μετά από μια σειρά επενδύσεων και στρατηγικών αλλαγών, συμπεριλαμβανομένης της ενσωμάτωσης με τα χαρτοφυλάκια των Novartis και Pfizer, αποτελεί ήδη μία από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις καταναλωτικών προϊόντων υγείας στον κόσμο, διαθέτοντας κορυφαία brands, όπως οι οδοντόκρεμες Sensodyne, το αναλγητικό φάρμακο Panadol και το σκεύασμα κατά του κρυολογήματος Theraflu.
Οι διαπραγματεύσεις στο Χρηματιστήριο του Λονδίνου ξεκίνησαν το πρωί της Δευτέρας, ενώ στις ΗΠΑ θα ξεκινήσουν την Παρασκευή 22/7. Σύμφωνα με αναλύσεις της εταιρείας, η Haleon προβλέπεται να φέρει έσοδα περίπου 10 δισ. λιρών το 2022 και να σημειώνει ετησίως αύξηση κατά 4-6%. Σημειώνεται ότι η Pfizer διατηρεί το 32% της Haleon, το οποίο όμως σκοπεύει να πουλήσει με την πάροδο του χρόνου.
Ο CEO Brian McNamara της νέας εταιρείας δήλωσε: «Με έναν ξεκάθαρο σκοπό και με ένα χαρτοφυλάκιο προϊόντων που οι άνθρωποι παγκοσμίως γνωρίζουν και εμπιστεύονται, είμαστε έτοιμοι να καλύψουμε τις ανάγκες των καταναλωτών και να καταστήσουμε εφικτή και βιώσιμη την καλύτερη υγεία για όλους».
Η νέα GSK
«Είναι η πρώτη μέρα της νέας μας εποχής και του νέου μας σκοπού: είμαστε τώρα 100% επικεντρωμένοι στη βιο-φαρμακευτική καινοτομία, ενώνοντας την επιστήμη, την τεχνολογία και το ταλέντο για να προλάβουμε τις ασθένειες», έγραψε η GSK στο Twitter, περνώντας το μήνυμα ότι τα εμβόλια και τα συνταγογραφούμενα φάρμακα είναι το μόνο focus point της.
Υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με το pharmacy.biz, η CEO της GSK Emma Walmsley είχε δεχτεί κριτική και πιέσεις από μετόχους για την καθυστέρηση στην παραγωγή εμβολίων και θεραπειών για την Covid που ώθησαν την αλλαγή της στρατηγικής. Πλέον η εταιρεία έχει ενισχυθεί από επιτυχημένες κλινικές δοκιμές, μεταξύ των οποίων και αυτή για το εμβόλιο RSV, αλλά και από σημαντικές συμφωνίες-συνεργασίες.