Η ελληνική φαρμακοβιομηχανία είναι κλάδος μεγάλης στρατηγικής σημασίας για την εθνική οικονομία, καθώς σημειώνει μεγάλη ανταποδοτικότητα και υψηλή πολλαπλασιαστική επίδραση των επενδύσεων.
Αυτά είναι τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης «Η Φαρμακευτική Βιομηχανία στην
Ελλάδα. Όροι και προϋποθέσεις για μια νέα αναπτυξιακή δυναμική» που διενέργησε
το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) και παρουσιάστηκε την
Τρίτη 8 Σεπτεμβρίου 2020 σε ειδική συνέντευξη τύπου της Πανελλήνιας Ένωσης
Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ).
Την έρευνα παρουσίασαν ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ καθηγητής Νίκος Βέττας
και ο Δρ. Άγγελος Τσακανίκας, Επιστημονικός Σύμβουλος του ΙΟΒΕ. Τα συμπεράσματα
συνόψισε ο Πρόεδρος της ΠΕΦ Θεόδωρος Τρύφων.
Η έρευνα αποτυπώνει τις πρόσφατες επιδόσεις των ελληνικών φαρμακοβιομηχανιών,
τη συμβολή τους στην εθνική οικονομία, καθώς και την πολλαπλασιαστική αξία των
επενδύσεων που διενεργούν για την απασχόληση, τα δημόσια έσοδα και το ΑΕΠ.
Συγκεκριμένα, εκτιμάται ότι για κάθε 1 εκατ. € που επενδύεται για τη δημιουργία
νέων παραγωγικών μονάδων, η ανταποδοτικότητα της επένδυσης αγγίζει το
86%, δημιουργούνται 20 νέες θέσεις εργασίας, ενώ η αύξηση των εσόδων του
Δημοσίου αντιστοιχεί στο 22,5% της επενδυτικής δαπάνης.
Επίσης, σημαντική είναι η
πολλαπλασιαστική επίδραση από τη λειτουργία των νέων παραγωγικών μονάδων με τη
συνολική επίδραση στο ΑΕΠ να αντιστοιχεί στο 129% της επενδυτικής δαπάνης.
Επιπροσθέτως, η λειτουργία των νέων παραγωγικών μονάδων αυξάνει τα έσοδα
του Δημοσίου σε ποσό ίσο με το 37,6% της επενδυτικής δαπάνης, ενώ ταυτόχρονα η
ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής φαρμάκων, τα οποία μπορούν να υποκαταστήσουν
τα αντίστοιχα ακριβότερα εισαγόμενα, μπορεί να μειώσει περαιτέρω τη δημόσια και την
ιδιωτική φαρμακευτική δαπάνη.
Σύμφωνα με την έρευνα του ΙΟΒΕ, η σημαντική αναπτυξιακή δυναμική της ελληνικής
φαρμακοβιομηχανίας αναδεικνύει την ανάγκη στήριξης του κλάδου, μέσω ενός
συνεκτικού και ρεαλιστικού σχεδίου δράσεων, στο οποίο θα πρέπει να προβλέπεται
η διασύνδεση της επιβάρυνσης των δυσβάστακτων υποχρεωτικών επιστροφών και
των εκπτώσεων με την επενδυτική και ερευνητική δραστηριότητα των επιχειρήσεων. Επιπροσθέτως, το σχέδιο θα πρέπει να προβλέπει φορολογικά κίνητρα για τις επενδύσεις
και την απλοποίηση της επενδυτικής γραφειοκρατίας.
Ο Θεόδωρος Τρύφων, σημείωσε:
«Ο κλάδος του φαρμάκου διαθέτοντας ένα ισχυρό οικονομικό αποτύπωμα,
αποτελεί τομέα στρατηγικής σημασίας για την ελληνική οικονομία. Καθώς η
επόμενη ημέρα της υγειονομικής κρίσης καθιστά επιτακτική την ανάγκη της
παραγωγικής ανασυγκρότησης της οικονομίας, απαιτείται η ενίσχυση των
κλάδων που εμφανίζουν αναπτυξιακές προοπτικές και δημιουργούν υψηλή
προστιθέμενη αξία».
Πρόσθεσε δε ότι «μέσα στην υγειονομική κρίση, η φαρμακοβιομηχανία εξασφάλισε
επάρκεια φαρμάκων, αύξησε τις εξαγωγές της κατά 60% και προχώρησε σε σημαντικές
επενδύσεις. Η προσπάθεια αυτή δεν είναι δυνατό να συνεχιστεί σε περιβάλλον
υπερφορολόγησης που φθάνει στο 70% του κύκλου εργασιών των ελληνικών
φαρμακοβιομηχανιών».