Αυξημένη ευαισθησία του δέρματος μπορούν να προκαλέσουν ορισμένα αντηλιακά, παρότι η χρήση τους είναι απαραίτητη όχι μόνο τις μέρες με έντονη ηλιοφάνεια αλλά στο σύνολο του χρόνου. Αν και έχει γίνει συνείδηση σε όλους η αναγκαιότητα της προστασίας του δέρματος από τις βλαβερές συνέπειες της ηλιακής ακτινοβολίας, η οποία επιτυγχάνεται με την τακτική εφαρμογή αντηλιακών, σε ένα ποσοστό ανθρώπων κάποια συστατικά που περιέχουν γίνονται αιτία απόκτησης αυξημένης ή ασυνήθιστης αντίδρασης, όταν το δέρμα εκτίθεται στις κατά τα άλλα απαραίτητες για τη ζωή ακτίνες του ήλιου. Μόνο οι ήπιες μορφές φωτοευαισθησίας επηρεάζουν το 18% του ευρωπαϊκού πληθυσμού.
Τα ένοχα συστατικά
Το συστατικό που κατηγορείται συχνότερα για πρόκληση φωτοευαισθησίας είναι το PABA (Παρα-Αμινοβενζοϊκό οξύ) και τα παράγωγα αυτού, η επαφή του οποίου με το δέρμα μπορεί να προκαλέσει κοκκίνισμα και ερεθισμό. Το Parsol MCX καθιστά τα αντηλιακά αδιάβροχα, αλλά σε ορισμένους ανθρώπους είναι πιθανό να γίνει αιτία αλλεργικών αντιδράσεων. Εξίσου ένοχες είναι και οι βενζοφαινόνες, οι οποίες προστίθενται στα αντηλιακά για να απορροφώνται οι ακτίνες UVB. Από αυτήν την οικογένεια η βενζοφαινόνη-3 έχει την ιδιότητα να δεσμεύει και την UVA II ακτινοβολία και σε μεγάλο ποσοστό χρηστών αντηλιακών προϊόντων είναι υπεύθυνη για την εμφάνιση φωτοευαισθησίας. Πιθανή, αλλά σπάνια, είναι και η αλλεργική αντίδραση στα σαλικυλικά, ουσίες που χρησιμοποιούνται ως απορροφητές της ακτινοβολίας UVB.
Οι φαρμακευτικές ουσίες που «διαταράσσουν» το δέρμα
Αρκετά από τα φάρμακα ευρείας χρήσης, όπως αντιβιοτικά, αντιισταμινικά που χορηγούνται για την αντιμετώπιση αλλεργιών, στατίνες για τον έλεγχο της χοληστερίνης, αντικαταθλιπτικά, αντιμυκητιασικά, διουρητικά, αντιδιαβητικά, μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη, ψωραλένια κ.ά. ευθύνονται για την εμφάνιση φωτοευαισθησίας. Αρνητική αλληλεπίδραση με τον ήλιο μπορεί να επιφέρουν και ορισμένα συστατικά που περιέχονται σε απορρυπαντικά, σαμπουάν, σαπούνια κ.ά. Μερικά από αυτά είναι οι ρετινόλες, το γλυκολικό οξύ ή το υπεροξείδιο του βενζοϋλίου και η βιταμίνη C.
Η συχνότερη αντίδραση είναι η φωτοτοξική και τα συμπτώματα στο δέρμα που έχει έρθει σε άμεση επαφή με τις ακτίνες του ήλιου είναι ερυθρότητα και ευαισθησία, παρόμοια με αυτή του ηλιακού εγκαύματος, ή εξάνθημα. Μπορεί να παρουσιαστούν λίγα λεπτά ή μερικές ώρες αργότερα. Σπανιότερα εμφανίζεται φωτοαλλεργική αντίδραση, όταν κάποιο συστατικό που περιέχεται σε φάρμακο ή καλλυντικό μόνο τοπικής δερματικής χρήσης αλληλεπιδρά με τον ήλιο. Τότε είναι πιθανό να προκαλέσει στον ασθενή οίδημα, εξάνθημα, ερυθρότητα, κνησμό, φουσκάλες, ακόμα και σε σημεία που είναι καλυμμένα με ρούχα, μία έως τρεις ημέρες μετά την εφαρμογή και την έκθεση στον ήλιο.
Τρόποι προστασίας
Ο βαθμός της προστασίας που απαιτείται εξαρτάται από τη σοβαρότητα της διαταραχής και τη γεωγραφική θέση του ασθενούς. Στα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται περιλαμβάνονται η παραμονή σε σκιερά μέρη, η σταδιακή αύξηση του χρόνου έκθεσης σε μικρές ποσότητες UVR, η κάλυψη του δέρματος και ειδικά του προσβεβλημένου στους εξωτερικούς χώρους, η χρήση καπέλου και αντηλιακών που δεν περιέχουν φωτοευαισθητοποιητές. Τα άτομα με προδιάθεση πρέπει να λαμβάνουν υπόψη ότι η θερμοκρασία είναι ανεξάρτητη από την ηλιακή ακτινοβολία και ότι κινδυνεύουν ακόμα και το χειμώνα και στο χιόνι.