«6.30 π.μ.: Tο ξυπνητήρι τρυπάει τ' αυτιά μου. Δεν μπορεί να ξημέρωσε κιόλας! Ετοιμάζω τα παιδιά. Στις 8 π.μ. τα αφήνω στο σχολείο. Ήδη έπρεπε να έχω ανοίξει το φαρμακείο μου. Να πάρει η ευχή, έχω 45 ολόκληρα λεπτά δρόμο για να φτάσω μέχρι εκεί. Το φαρμακείο κλείνει στις 9.00 μ.μ., έχω και 45 λεπτά δρόμο για να επιστρέψω… πάλι δεν θα προλάβω τα παιδιά μου πριν κοιμηθούν, ούτε θα δειπνήσω με το σύζυγό μου. Έχω να μαγειρέψω, να σιδερώσω, να ετοιμάσω τις συνταγές για κατάθεση στον ΕΟΠΥΥ, το σεμινάριο marketing, την ημερίδα για τον εμβολιασμό… Ωχ, πώς έχω καταντήσει έτσι;; ούτε τα μαλλιά μου δεν έχω βάψει πάλι…».
Το παραπάνω δεν είναι άλλο από τον στερεότυπο μονόλογο της αυταπασχολούμενης φαρμακοποιού που ηχεί διαρκώς στΆ αυτιά μου στην καθημερινή μου επαφή με γυναίκες φαρμακοποιούς, εξαιτίας της ιδιότητός μου ως δικηγόρου του Φαρμακευτικού Συλλόγου Αττικής επί σχεδόν 30 έτη. Είναι περίπου αυτό που αισθάνομαι κι εγώ η ίδια, ως μάχιμη δικηγόρος, ελεύθερη επαγγελματίας, μητέρα τριών παιδιών και σύζυγος.
Τι είναι όμως αυτό που διαφοροποιεί τις αυταπασχολούμενες φαρμακοποιούς από τις άλλες αγωνίστριες της ζωής;
Η απάντηση κρύβεται στη μοναδικότητα της ιδιότυπης διττής φύσης του φαρμακευτικού επαγγέλματος, ενός επαγγέλματος που ισορροπεί μεταξύ επιχειρηματικότητας και επιστημοσύνης, ώστε ο φαρμακοποιός να έρχεται αντιμέτωπος όχι μόνο με τις ανταγωνιστικές συνθήκες του ελεύθερου επαγγέλματος, αλλά και με τις ιδιαιτερότητες του συγκεκριμένου λειτουργήματος. Για αρκετές δεκαετίες, η λειτουργία φαρμακείου υπήρξε κορυφαία επαγγελματική επιλογή των γυναικών φαρμακοποιών.
Αυτό διότι –παρά τις διαχρονικές γραφειοκρατικές του αγκυλώσεις– υπήρχε η εδραία πεποίθηση ότι πρόκειται για ένα επάγγελμα με ρυθμισμένο ωράριο (40 ώρες με 5ήμερη εργασία και αργία τα απογεύματα Δευτέρας και Τετάρτης), σε συνδυασμό με το ικανοποιητικό περιθώριο κέρδους που θα τους επέτρεπε να αναπτύξουν την επαγγελματική τους δεινότητα, καταλείποντάς τους συνάμα ζωτικό χώρο για δημιουργία οικογένειας και προσωπική ανάπτυξη. Η πραγματική διαπίστωση ότι το φαρμακείο αποτελεί ένα «ρυθμισμένο» και «καλό» επάγγελμα συντέλεσε στο να εκτιναχθεί το ποσοστό των γυναικών με φαρμακείο στο ιδιαίτερα εντυπωσιακό ποσοστό 62% επί συνόλου, έναντι ποσοστού 38% των ανδρών. Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ έτους 2022, από τα περίπου 11.267 κοινοτικά φαρμακεία της Επικράτειας, σχεδόν τα 7.000 ανήκουν σε γυναίκες.
Δυστυχώς, το κοινοτικό φαρμακείο μπήκε στο στόχαστρο των Δανειστών της Χώρας κατά τη διάρκεια της δριμείας οικονομικής ύφεσης με αποτέλεσμα, στο πλαίσιο των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, να διευρυνθεί το ωράριο λειτουργίας του, να απομειωθεί σημαντικά η αποκλειστική ύλη του και να πέσουν οι τιμές των φαρμάκων κατά 70%, αναγκάζοντας τους φαρμακοποιούς να αναλώνουν πλέον –πέραν του προσωπικού χρόνου που ήδη αφιέρωναν στη δια βίου μάθηση– ακόμα περισσότερο χρόνο στην ανάπτυξη ικανοτήτων προώθησης και αναζήτησης νέων προϊόντων. Οι αλλαγές αυτές αλλοίωσαν άρδην τη μέχρι τότε γνωστή φυσιογνωμία του φαρμακείου, εγκαινιάζοντας μια εποχή άκρατου ανταγωνισμού, στην οποία η εξομοίωση των ωρών λειτουργίας του με το ωράριο των εμπορικών καταστημάτων, χωρίς να ληφθούν υπΆ όψιν οι ιδιαιτερότητες του επαγγέλματος, έδωσε τη χαριστική βολή στη φαρμακοποιό που εργάζεται μόνη.
Και αυτό διότι η διεύρυνση του ωραρίου λειτουργίας, καίτοι προαιρετική, έγινε κατ' ουσίαν μονόδρομος για όλους, άρα και για τις γυναίκες φαρμακοποιούς. Προκειμένου λοιπόν οι αυταπασχολούμενες φαρμακοποιοί να επιβιώσουν στη ζούγκλα του ανταγωνισμού, υποβάλλουν τον εαυτό τους σε εξαντλητική και υπεράνθρωπη εργασία 13 συνεχόμενων ωρών/ημέρα, επί 6 ημέρες/εβδομάδα. Επιπλέον υποχρεούνται σε διημερεύσεις και διανυκτερεύσεις, στην εξεύρεση επιπλέον χρόνου για την ικανοποίηση του γραφειοκρατικού συστήματος των συνταγών και για την εξυπηρέτηση της εκπαίδευσής τους, εν μέσω εκατοντάδων οικογενειακών και προσωπικών υποχρεώσεων. Είναι προφανές ότι παρά την ακραία απορρύθμιση του επαγγέλματος, το νομικό πλαίσιο δεν προσαρμόστηκε στα νέα δεδομένα και δεν έλαβε καμία απολύτως πρόνοια για την παροχή διευκολύνσεων στις αυταπασχολούμενες φαρμακοποιούς. Τόσο η αρχή της αυτοπρόσωπης παρουσίας όσο και το αξίωμα ότι το φάρμακο χορηγείται δια χειρός φαρμακοποιού εξακολουθούν να μην κάμπτονται μπροστά στην «κύηση», τη «λοχεία» και τη «μητρότητα», αξιώνοντας ως εκ τούτου από την έγκυο, τη λεχώνα και τη νέα μάνα 12ωρη και πλέον καθημερινή απασχόληση.
Για την ακρίβεια, το ρυθμιστικό πεδίο της οικείας διάταξης δικαιολογεί υποκατάσταση του αδειούχου φαρμακοποιού από άλλον αδειούχο, αποκλειστικά για λόγους υγείας ή επιμόρφωσης (άρθ. 10 παρ. 1 ν. 5607/1932), με την «κύηση», τη «λοχεία» και τη «μητρότητα», να παραμένουν εκτός των νόμιμων λόγων που δικαιολογούν την υποκατάσταση της γυναίκας αδειούχου που έχει ανάγκη απουσίας. Ταυτόχρονα, οι ανωτέρω «ιερές καταστάσεις», που πανθομολογουμένως αποτελούν προτεραιότητα των προηγμένων χωρών, δεν συγκαταλέγονται μεταξύ των σοβαρών λόγων, που κατά την έννοια των οικείων διατάξεων δικαιολογούν την πρόσκαιρη ή οριστική απαλλαγή της αδειούχου φαρμακοποιού από την υποχρέωση εφημεριών και διανυκτερεύσεων, με απόφαση του κατά τόπο αρμόδιου Περιφερειάρχη (άρθ. 9 παρ. 4 ν. 1963/1991).
Αυταποδείκτως, για το ελεύθερο επάγγελμα οι άδειες και τα επιδόματα μητρότητας, η ύπαρξη παιδικών σταθμών και αξιόπιστων σχολείων διευρυμένης λειτουργίας, εξακολουθούν να είναι παντελώς εκτός συζήτησης. Εν ολίγοις, οι παραπάνω καταστάσεις, στο νομικό μας πολιτισμό θεωρούνται απόλυτη κανονικότητα που δεν χρήζει ως εκ τούτου καμίας ειδικής διαχείρισης και η ρύθμισή τους κείτεται καταφανώς, παντελώς έξω από το ενδιαφέρον του Έλληνα νομοθέτη.
Αυτή η νέα πραγματικότητα λειτουργεί αποτρεπτικά στην προοπτική δημιουργίας οικογένειας για τις γυναίκες φαρμακοποιούς. Τούτο καταδεικνύουν τα αποτελέσματα έρευνας για τον ρόλο της γυναίκας φαρμακοποιού, που παρουσιάστηκαν κατά τη διάρκεια του συνεδρίου-έκθεσης PHARMApoint 2023 στη Θεσσαλονίκη. Συγκεκριμένα, το 82,91% των ερωτηθέντων τόνισε ότι οι απαιτήσεις του σύγχρονου φαρμακείου και ο έντονος φόρτος εργασίας περιορίζουν την επιθυμία της φαρμακοποιού να γίνει μητέρα, το 47,25% δήλωσε ότι ο διπλός ρόλος της φαρμακοποιού ως μητέρας και ως εργαζόμενης είναι δύσκολος. Επίσης θετικά αποκρίθηκε η πλειοψηφία, όταν ερωτήθηκε για το αν η παροχή εκ μέρους της πολιτείας επιδομάτων στήριξης και άδειας από ένα εξάμηνο έως δύο χρόνια, καθώς και η προοπτική λειτουργίας βρεφονηπιακών σταθμών υπό την ευθύνη των φαρμακευτικών συλλόγων ή του ΠΦΣ θα εξυπηρετούσαν τις γυναίκες φαρμακοποιούς.
Με αυτά τα μελανά δεδομένα, τι κι αν η γυναίκα «ψηλώνει» αναφερόμενη στο κεκτημένο της έμφυλης ισότητας και κολακεύεται στη σκέψη ότι τα επαγγελματικά, προσωπικά και φυλετικά της δικαιώματα προστατεύονται από διατάξεις υψηλού κύρους; Τι και αν έχει παρέλθει πλέον του ενός αιώνα (1899) από όταν η πρώτη Ελληνίδα, απόφοιτος Φαρμακευτικής Σχολής απέκτησε άδεια ασκήσεως επαγγέλματος και κόντρα στα πρότυπα και τα στεγανά της εποχής της, άνοιξε το δικό της φαρμακείο στην Αθήνα; Σημειώνεται ότι η ίδια είχε προηγουμένως παραιτηθεί από τη θέση της φαρμακοποιού του Νοσοκομείου Ευαγγελισμός, όταν πληροφορήθηκε ότι ο μισθός της θα αντιστοιχούσε στα 2/3 του μισθού του προκατόχου της άνδρα φαρμακοποιού ως έμπρακτη διαμαρτυρία για τη μισθολογική ανισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών. Τι κι αν η φαρμακοποιός του πάγκου μπορεί να απολαμβάνει από τον εργοδότη της όσα προνόμια απολαμβάνει ένας άντρας με τα ίδια προσόντα και ικανότητες με εκείνην; Όλα αυτά, εξελίσσονται με φόντο την ηχηρή απουσία των γυναικών φαρμακοποιών από διοικητικές και ηγετικές θέσεις του οικείου κλάδου. Όπως τονίζει η Τερέζα Χαραμή, Πρόεδρος του Φαρμακευτικού Συλλόγου Κοζάνης και μέλος Δ.Σ. του ΠΦΣ «υπάρχουν μόλις 10 γυναίκες πρόεδροι Φαρμακευτικών Συλλόγων σε σύνολο 54 Συλλόγων και 1 γυναίκα (μέλος) στο Δ.Σ. του ΠΦΣ σε σύνολο 15 μελών».
Απόντος του Κοινωνικού Κράτους, η ίδια η πραγματικότητα ματαιώνει με τρόπο ανάλγητο όσα με αγώνες επιτεύχθηκαν στον τομέα της έμφυλης ισότητας! Στο τέλος κάθε εξαντλητικής ημέρας, η αυταπασχολούμενη φαρμακοποιός, μάνα, νοικοκυρά και σύζυγος έχει καταγράψει στο ενεργητικό της έναν ακόμη σπουδαίο άθλο... έναν άθλο που μοιάζει κανονικότητα σε μια κοινωνία που αντιμετωπίζει με στωικότητα τη γήρανσή της και εξακολουθεί να μην ενδιαφέρεται για τη μάνα, γυναίκα και επαγγελματία. Σήμερα, η φαρμακοποιός του πάγκου μοιάζει με εξουθενωμένη ακροβάτρια που επί 24ωρου βάσεως ισορροπεί σε τεντωμένο σκοινί, παλινδρομώντας μεταξύ των εξαιρετικά απαιτητικών ρόλων της και πασχίζοντας με νύχια και με δόντια να κρατηθεί όρθια σε ένα κούφιο κοινωνικό και νομικό πλαίσιο, το οποίο σφυρίζει αδιάφορα στο ενδεχόμενο κατάρρευσής της.
Πηγή: Φαρμακευτικός Κόσμος #199