Οι άφθες υπολογίζεται ότι ταλαιπωρούν έναν στους δέκα κατοίκους της χώρας μας, αποτελώντας το πιο συχνό και γνωστό νόσημα της στοματικής κοιλότητας. Πρόκειται για ελκώσεις, δηλαδή πληγές στο στόμα, οι οποίες πονούν πολύ και συχνά υποτροπιάζουν. Οι πληγές αυτές καλύπτονται από μια άσπρη μεμβράνη, ενώ γύρω από αυτήν ο βλεννογόνος είναι ερεθισμένος και κόκκινος. Εμφανίζονται αποκλειστικά στο εσωτερικό του στόματος και συχνότερα στα χείλη, στη γλώσσα, κάτω από τη γλώσσα και στα μάγουλα, δηλαδή στα σημεία του στόματος που κινούνται και όχι, λόγου χάρη, στον ουρανίσκο.
Οι άφθες διακρίνονται σε:
- Μικρές (<1 cm), που συνήθως υποχωρούν από μόνες τους μετά από 1-2 εβδομάδες. Είναι οι άφθες που παρουσιάζονται με τη μεγαλύτερη συχνότητα.
- Μεγάλες (>1 cm), ενώ περιφερικά της πληγής ο βλεννογόνος είναι διογκωμένος και πρησμένος. Συνήθως επιμένουν περισσότερο καιρό σε σχέση με τις μικρές άφθες, περίπου 1-2 μήνες.
- Ερπητόμορφα έλκη (1-3 mm), που μοιάζουν με κεφαλή καρφίτσας. Παρουσιάζονται σε ομάδες, π.χ. 30-40 άφθες συγκεντρωμένες στην ίδια περιοχή του στόματος. Αν και μοιάζουν με τις πληγές του έρπητα, δεν οφείλονται σε αυτόν τον ιό. Είναι επώδυνες, δυσκολεύουν την κατάποση, ακόμη και την ομιλία. Η επούλωσή τους είναι γρήγορη (συνήθως 3-4 μέρες), αλλά στο μεταξύ εμφανίζονται νέα έλκη, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο, που μπορεί να διαρκέσει ακόμη και ένα μήνα, κατά μέσο όρο.
Η εμφάνιση των άφθων συνήθως ξεκινάει από την παιδική ηλικία και οι υποτροπές τους μπορεί να είναι συχνές και βασανιστικές. Η κληρονομικότητα είναι ένας βασικός παράγοντας για την εμφάνισή τους και συνήθως μετά την ηλικία των 30 ετών μειώνονται.
Τα συστηματικά νοσήματα που προκαλούν άφθες
Παρόλο που πρόκειται για ένα αθώο αλλά επώδυνο νόσημα, συνιστάται η αξιολόγησή του από ειδικό στοματολόγο, καθώς υπάρχουν πολλά συστηματικά νοσήματα που μπορεί να προκαλέσουν άφθες ή άλλες βλάβες που μοιάζουν με αυτές. Μερικά από αυτά είναι παθήσεις του αιμοποιητικού (π.χ. αναιμία, λευχαιμία), παθήσεις του πεπτικού συστήματος (π.χ. νόσος του Crohn, ελκώδης κολίτιδα), ιογενείς λοιμώξεις, η νόσος Αδαμαντιάδη-BehÇet, αλλά και ο καρκίνος του στόματος ο οποίος συχνά εμφανίζεται στο στόμα σαν μία πληγή η οποία δεν επουλώνεται. Εάν όμως εμφανίζονται συχνά άφθες (π.χ. 4-5 φορές το χρόνο) ή παρουσιάζονται πολύ πιο συχνά σε σχέση με τις προηγούμενες φορές, ίσως χρειαστούν και επιπλέον εξετάσεις, όπως αιματολογικές ή λήψη δείγματος για βιοψία, για να αποκλειστούν άλλα νοσήματα.
Πώς αντιμετωπίζονται οι στοματικές άφθες
Αποτελεσματική αγωγή που να τις θεραπεύει για πάντα δεν υπάρχει. Η θεραπεία που συστήνεται έχει κυρίως στόχο την ανακούφιση από τον πόνο, τη μείωση της διάρκειας των βλαβών, αλλά και τη μείωση του αριθμού των επαναλαμβανόμενων επεισοδίων. Ειδικότερα:
- Όταν οι άφθες είναι μικρές και λίγες, χορηγούνται τοπικά σκευάσματα σε μορφή spray ή gel, αναισθητικές ή κορτιζονούχες αλοιφές, πλύσεις της στοματικής κοιλότητας με ήπια αντισηπτικά για την αποφυγή επιμόλυνσης, χάπια που λιώνουν στο στόμα κ.λπ., τα οποία δημιουργούν προστατευτικά φιλμ πάνω από τις άφθες.
- Αν οι άφθες είναι μικρές αλλά πολλές και ο πόνος είναι έντονος, συνιστάται η λήψη φαρμάκων από το στόμα, κυρίως κορτιζονούχων. Στις μεγάλες άφθες μπορεί να γίνει και ένεση κορτιζόνης στο πάσχον σημείο.
- Σε πολλαπλές ή μεγάλες βλάβες, με συχνές υποτροπές, μπορεί να χρειαστεί συστηματική θεραπεία, συνήθως με κορτικοστεροειδή.
- Συμπληρώματα διατροφής, όπως η βιταμίνη C, το σύμπλεγμα βιταμινών Β, βοηθούν έμμεσα επιταχύνοντας τη διαδικασία της επούλωσης.
- Οι πλύσεις με σοδόνερο, χαμομήλι, αλατόνερο ή με ήπιο αντισηπτικό διάλυμα είναι ένας τρόπος για να αποφεύγεται η επιμόλυνση του στόματος, όχι όμως για την αντιμέτωπισή τους.