Η κυστική ίνωση, η οποία μόνο στις Η.Π.Α. πλήττει περίπου 30.000 ανθρώπους και με την οποία γεννιούνται 50 παιδιά στην Ελλάδα κάθε χρόνο, αποτελεί κληρονομική πάθηση που εκδηλώνεται κυρίως με χρόνιες λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος και μολύνσεις από βακτήρια, όπως το Pseudomonas aeruginosa, ως επακόλουθα της αυξημένης ποσότητας πυκνής βλέννας στους πνεύμονες. |
Έρευνα Γερμανών και Αμερικανών επιστημόνων, η οποία δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Nature Medicine», φέρνει την ιατρική κοινότητα ένα βήμα πιο κοντά στη διαλεύκανση του ακριβούς μηχανισμού μέσω του οποίου εκδηλώνεται η κυστική ίνωση. Πέραν όμως της εξέλιξης αυτής, οι επιστήμονες προτείνουν και φάρμακα τα οποία θα μπορούσαν ενδεχομένως να συμβάλλουν στη θεραπευτική αντιμετώπιση της συγκεκριμένης νόσου και στην επέκταση του προσδόκιμου επιβίωσης των ασθενών.
Η κυστική ίνωση, η οποία μόνο στις Η.Π.Α. πλήττει περίπου 30.000 ανθρώπους και με την οποία γεννιούνται 50 παιδιά στην Ελλάδα κάθε χρόνο, αποτελεί κληρονομική πάθηση που εκδηλώνεται κυρίως με χρόνιες λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος και μολύνσεις από βακτήρια, όπως το Pseudomonas aeruginosa, ως επακόλουθα της αυξημένης ποσότητας πυκνής βλέννας στους πνεύμονες.
Η νόσος οφείλεται στη δράση ενός μεταλλαγμένου («ελαττωματικού») γονιδίου, για την ερμηνεία της οποίας έχουν διατυπωθεί διάφορες απόψεις, με κυρίαρχη την άποψη ότι η πρωτεΐνη που παράγεται από το ελαττωματικό γονίδιο, δημιουργεί σε συγκεκριμένα είδη κυττάρων (όπως σε κύτταρα των πνευμόνων) μια ανισορροπία στη συγκέντρωση χημικών ιόντων.
Από το σημείο αυτό ξεκινά η πρόσφατη έρευνα, η οποία πραγματοποιήθηκε εργαστηριακά σε ποντίκια και η οποία εστιάζει στο ότι, εξαιτίας της ιοντικής ανισορροπίας, προκαλείται ελάττωση της οξύτητας στο εσωτερικό των κυττάρων και αύξηση των ποσών του κεραμιδίου, μιας λιπαρής ουσίας της οποίας η υπερβολική συσσώρευση στα κύτταρα οδηγεί στη νέκρωσή τους και στην πυροδότηση μολύνσεων στον οργανισμό.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, ευρέως χρησιμοποιούμενα αντικαταθλιπτικά φάρμακα με δραστική ουσία την αμιτριπτυλίνη, για τα οποία είναι ήδη γνωστό ότι περιορίζουν τα ποσά του κεραμιδίου στο εσωτερικό των κυττάρων, θα μπορούσαν ενδεχομένως να χρησιμοποιηθούν μελλοντικά για τον έλεγχο της ποσότητας της ουσίας σε ασθενείς με κυστική ίνωση και για την αποφυγή των συμπτωμάτων της νόσου.
Οι ειδικοί όμως επισημαίνουν πως, παρά τα ιδιαίτερα ενθαρρυντικά και ελπιδοφόρα αποτελέσματα της έρευνας σε πειραματόζωα, θα χρειαστούν περισσότερες έρευνες ωσότου δοκιμαστεί σε ανθρώπους η θεραπεία με αμιτριπτυλίνη. Και αυτό διότι, ενώ το συγκεκριμένο φάρμακο μειώνει τα αυξημένα ποσά του κεραμιδίου, δεν είναι ακόμα γνωστός με σαφήνεια ο βαθμός ελάττωσής του, οπότε θα πρέπει να ελεγχθεί προηγουμένως εξονυχιστικά και να αποκλειστεί η πιθανότητα να μειώνονται σε παθολογικά επίπεδα τα ποσά του. |