Τα φάρμακα που προκαλούν συνήθως αλλεργικές αντιδράσεις είναι τα αντιβιοτικά, με κυριότερο εκπρόσωπο την πενικιλίνη και τα παράγωγά της. Οι συχνότερες κλινικές εκδηλώσεις των αλλεργικών αντιδράσεων σε αντιβιοτικά είναι η εμφάνιση εξανθημάτων με ή χωρίς κνίδωση, η εμφάνιση αγγειοοιδήματος, δύσπνοιας με βρογχοσπασμό και σπανιότερα βαριάς αναφυλακτικής αντίδρασης, η οποία είναι η πιο σοβαρή μορφή. Απαραίτητη προϋπόθεση για την εμφάνιση αλλεργικών αντιδράσεων σε αντιβιοτικά είναι το ιστορικό προηγούμενης αλλεργικής αντίδρασης σε αυτό ή σε άλλο χημικά συγγενές αντιβιοτικό. Η αξιοποίηση των στοιχείων του ατομικού ιστορικού και οι υπάρχουσες διαγνωστικές δοκιμασίες είναι δυνατόν να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση και καθοδήγηση των ασθενών με αλλεργία σε αντιβιοτικά. |
Οι αλλεργικές αντιδράσεις αποτελούν το 10-14% των συνολικών ανεπιθύμητων ενεργειών των φαρμάκων, ενώ ποσοστό 5% των ενήλικων ασθενών παρουσιάζει τουλάχιστον ένα επεισόδιο φαρμακευτικής αλλεργίας. Τα φάρμακα που προκαλούν συνήθως αλλεργικές αντιδράσεις είναι τα αντιβιοτικά, με κυριότερο εκπρόσωπο την πενικιλίνη και τα παράγωγά της. Τα στοιχεία αυτά επισημαίνει ο καθηγητής Παθολογίας - Ανοσολογίας του Α.Π.Θ. Μιχαήλ Δανιηλίδης, με αφορμή τη διάλεξή του με θέμα «Αλλεργικές αντιδράσεις στα αντιβιοτικά». Η διάλεξη θα πραγματοποιηθεί την Πέμπτη 4 Δεκεμβρίου στη Θεσσαλονίκη, στο πλαίσιο του 1ου ετήσιου συνεδρίου για τις «Σύγχρονες εξελίξεις της λοιμωξιολογίας». Οι συχνότερες κλινικές εκδηλώσεις των αλλεργικών αντιδράσεων σε αντιβιοτικά είναι η εμφάνιση εξανθημάτων με ή χωρίς κνίδωση, η εμφάνιση αγγειοοιδήματος, δύσπνοιας με βρογχοσπασμό και σπανιότερα βαριάς αναφυλακτικής αντίδρασης, η οποία είναι η πιο σοβαρή μορφή. Η πιθανότητα αλλεργικής αντίδρασης στην πενικιλίνη, σύμφωνα με τον Μ. Δανιηλίδη, είναι περίπου 2% σε κάθε σχήμα θεραπείας, με πιο συχνή εκδήλωση τα εξανθήματα, ενώ το ποσοστό ιδιαίτερα σοβαρών αλλεργικών αντιδράσεων, απειλητικών για τη ζωή, είναι 0,01% έως 0,05% (1- 5/10.000). Οι θανατηφόρες αντιδράσεις είναι σήμερα ασυνήθεις και ο κίνδυνος θανάτου από αναφυλαξία στην πενικιλίνη είναι ένας θάνατος ανά 50.000-75.000 άτομα. Η πιθανότητα αναφυλακτικών αντιδράσεων στις κεφαλοσπορίνες είναι ακόμα μικρότερη, αλλά έχουν αναφερθεί θάνατοι μετά από χορήγηση κεφαλοσπορίνης. Απαραίτητη προϋπόθεση για την εμφάνιση αλλεργικών αντιδράσεων σε αντιβιοτικά είναι το ιστορικό προηγούμενης αλλεργικής αντίδρασης σε αυτό ή σε άλλο χημικά συγγενές αντιβιοτικό. Σε ορισμένες περιπτώσεις, άμεσες και βαριές αντιδράσεις σε αντιβιοτικά είναι δυνατόν να εμφανιστούν ακόμη και με πολύ μικρές δόσεις. Οι περισσότερες συνήθως υποχωρούν με τη διακοπή του φαρμάκου. Στο μεγαλύτερο ποσοστό ασθενών με αλλεργικές αντιδράσεις συμμετέχουν περισσότεροι από ένας ανοσολογικοί μηχανισμοί. Οι αντιδράσεις είναι δυνατόν να ταξινομηθούν με βάση τον υπερισχύοντα μηχανισμό σε τέσσερις κύριους τύπους: τις αναφυλακτικές, τις κυτταροτοξικές, τις ανοσοσυμπλεγματικές και τις αντιδράσεις επιβραδυνόμενης υπερευαισθησίας. Πολλές αλλεργικές αντιδράσεις σε αντιβιοτικά είναι δύσκολο να ταξινομηθούν, γιατί ο υπεύθυνος μηχανισμός δεν είναι ακριβώς γνωστός. Ο χρόνος που έχει μεσολαβήσει από την προηγούμενη αντίδραση είναι επίσης ιδιαίτερα σημαντικός: ασθενείς που έχουν παρουσιάσει αντίδραση άμεσου τύπου στην πενικιλίνη έχουν 90% πιθανότητα να διατηρούν στον πρώτο χρόνο αντισώματα έναντι της πενικιλίνης και κατά συνέπεια έχουν μεγάλη πιθανότητα να εκδηλώσουν κλινική αντίδραση σε επαναχορήγησή της στο διάστημα αυτό. Η πιθανότητα αυτή μετά δέκα χρόνια μειώνεται στο 20-30%. Άτομα με ιστορικό προηγούμενης αλλεργικής αντίδρασης στην πενικιλίνη έχουν έξι φορές μεγαλύτερη πιθανότητα να εμφανίσουν αντίδραση σε επόμενη λήψη, συγκριτικά με άτομα που έχουν αρνητικό ιστορικό. Αξιόλογο ρόλο στην αλλεργία στις κεφαλοσπορίνες φαίνεται πως διαδραματίζουν και ορισμένοι γενετικοί παράγοντες: σε σχετική μελέτη διαπιστώθηκε ότι παιδιά με γονείς που αναφέρουν αλλεργία σε αντιβιοτικά έχουν 15 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα να παρουσιάζουν ανάλογη αλλεργία. Η αξιοποίηση των στοιχείων του ατομικού ιστορικού και οι υπάρχουσες διαγνωστικές δοκιμασίες είναι δυνατόν να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση και καθοδήγηση των ασθενών με αλλεργία σε αντιβιοτικά. |
|