Δραματικές ενδέχεται να είναι οι συνέπειες της δημοσίευσης μιας αμφιλεγόμενης μελέτης πριν από μερικούς μήνες στη βρετανική επιθεώρηση British Medical Journal, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα. Ειδικότερα, οι επιστήμονες πιστεύουν ότι τουλάχιστον δύο χιλιάδες άνθρωποι θα χάσουν τη ζωή τους επειδή, μετά τη δημοσίευση της μελέτης, σταμάτησαν να λαμβάνουν στατίνες, το φαρμακευτικό σκεύασμα που αποβλέπει στην ελάττωση των επιπέδων της χοληστερίνης.
Τον Οκτώβριο του 2013, η επιθεώρηση BMJ δημοσίευσε δύο άρθρα, με τα οποία αμφισβητούνταν η αξία επέκτασης της χρήσης των στατινών σε μεγαλύτερες πληθυσμιακές ομάδες. Oι αρμόδιοι ρυθμιστικοί φορείς της Βρετανίας επρόκειτο να μειώσουν τα κριτήρια για τη χορήγηση στατινών έτσι ώστε να λαμβάνει το σκεύασμα το 40% του ενήλικου πληθυσμού της χώρας. Μετά την έντονη αντιπαράθεση που ξέσπασε από τη δημοσίευση των άρθρων, η επιθεώρηση ήρε τους ισχυρισμούς ενός εξ αυτών, σύμφωνα με το οποίο ο ένας στους πέντε που λαμβάνει το φάρμακο θα εμφάνιζε σοβαρές παρενέργειες.
Νέα μελέτη της Σχολής Δημόσιας Υγείας και Τροπικής Ιατρικής του Λονδίνου, που είδε τώρα τα φώτα της δημοσιότητας, υποδεικνύει ότι έξι μήνες μετά τη δημοσίευση των άρθρων του 2013 περίπου 200.000 άνθρωποι σταμάτησαν να λαμβάνουν στατίνες.
Οι ερευνητές πιστεύουν ότι αυτή η τάση μπορεί να σημάνει περίπου δύο χιλιάδες περισσότερες καρδιακές προσβολές, εγκεφαλικά επεισόδια και άλλα καρδιαγγειακά προβλήματα εντός της επόμενης δεκαετίας. Το ένα τρίτο αυτών των συμβάντων μπορεί να αποδειχθεί θανατηφόρο.
Η έρευνα μελέτησε Βρετανούς ασθενείς άνω των 40 ετών που διέκοψαν τη λήψη στατινών παρότι αυτές είχαν συνταγογραφηθεί επειδή οι ασθενείς διέτρεχαν υψηλό κίνδυνο καρδιακής νόσου μέσα στην επόμενη δεκαετία. Ανάλογος ήταν και ο περιορισμός της λήψης του φαρμάκου που παρατηρήθηκε μεταξύ ήδη πασχόντων από καρδιαγγειακά προβλήματα.
Ο
συντάκτης της νέας έρευνας, καθηγητής Λάιαμ Σμιθ, λέει ότι τα άρθρα που
δημοσιεύθηκαν το 2013 περιελάμβαναν ψευδείς ισχυρισμούς, που πυροδότησαν τη
δημόσια συζήτηση για τις στατίνες. Ταυτόχρονα, ο καθηγητής Πίτερ Βάισμπεργκ,
ιατρικός διευθυντής του Βρετανικού Καρδιολογικού Ιδρύματος, που χρηματοδότησε
την τελευταία έρευνα, επισημαίνει ότι η επιθεώρηση BMJ δημοσίευσε τις
αμφιλεγόμενες έρευνες με αποκλειστικό στόχο να πουλήσει αντίτυπα. Τη θέση αυτή
απορρίπτει η δρ Φιόνα Γκόντλι, αρχισυντάκτις της BMJ, η οποία υπερασπίστηκε το
έντυπο τονίζοντας ότι καλώς άνοιξε δημόσιος διάλογος για τα θετικά και τα
αρνητικά κάθε προσφερόμενης θεραπείας. «Οι ασθενείς σήμερα μπορεί να έχουν
καλύτερη γνώση κάποιων πραγμάτων.
Πρώτον, ότι γνωρίζουμε πολύ λίγα για τις παρενέργειες των στατινών. Δεύτερον, ότι για όσους αντιμετωπίζουν περιορισμένο κίνδυνο η επικινδυνότητα του φαρμάκου είναι μεγαλύτερη από τα οφέλη που μπορεί να έχει». Ταυτόχρονα, η δρ Γκόντλι επισήμανε πως η δημόσια αντιπαράθεση για τις στατίνες έκανε γνωστό ότι τα αποτελέσματα των κλινικών μελετών για το φάρμακο δεν είναι προσβάσιμα ώστε να μελετηθούν και από ανεξάρτητους ειδικούς και αυτό είναι κάτι που πρέπει να σοκάρει τους ανθρώπους.
Πηγή: Καθημερινή